Το
σημερινό κρατίδιο της Ρωμιοσύνης βαυκαλίζεται να ονομάζεται Ελλάδα,
αλλά Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ποτέ, οι δε σλαβο-τουρκο-αρβανιτο-βλάχικης
κ.λπ. καταγωγής υπήκοοί του, ψευδωνύμως φέρουν το όνομα έλληνες. Λόγω των πολέμων, των επιδημιών κ.ά., οι έλληνες σαν φυλή είχαν αρχίσει ήδη να εκλείπουν από την ελληνιστική λεγόμενη εποχή. Εδώ και πάρα πολλούς αιώνες δεν υπάρχουν πλέον έλληνες. Η λέξη έλληνας τον Μεσαίωνα χρησιμοποιείτο με την έννοια του ειδωλολάτρη κι όχι με κάποια φυλετική ή εθνική χροιά. |
Εθνική
χροιά πήρε η λέξη μόλις τους τελευταίους δύο αιώνες με την άνοδο των
εθνικισμών στα απομεινάρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Κατά
την οθωμανική περίοδο, δεν υπήρχαν έλληνες ή/και Ελλάδα. Υπήρχε η
οθωμανική αυτοκρατορία και οι ρωμιοί, οι χριστιανοί δηλαδή, υπήκοοί της.
Αν πάμε πιο πίσω, την βυζαντινή περίοδο, πάλι δεν υφίσταντο
έλληνες και Ελλάδα. Υπήρχε η ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία και οι
πολλών και διαφόρων φυλών υπήκοοί της.
Αν πάμε ακόμα πιο πίσω,
θα διαπιστώσουμε, ότι και στην αρχαία εποχή δεν υπήρχε ενιαία Ελλάδα.
Στον ελλαδικό χώρο κατά καιρούς έζησαν διάφοροι λαοί σε διάφορες
χρονικές περιόδους π.χ. μινωίτες, μυκηναίοι, μακεδόνες κ.λπ., τους
οποίους στις μέρες μας θεωρούμε όλους έλληνες.
Ακόμα και κατά την
κλασική περίοδο δεν υπήρχε Ελλάδα. Στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν πόλεις ̶
κράτη, που συνεχώς αλληλοσπαράζονταν μεταξύ τους. Μπορεί κάποιοι από
αυτούς να είχαν συνείδηση, ότι ήταν έλληνες, δεν είχαν κανένα πρόβλημα
όμως, να συμμαχήσουν με τους πέρσες, προκειμένου να κατατροπώσουν κάποια
άλλη ανταγωνιστική τους ελληνική πόλη. Αυτό το έκαναν συνεχώς και όλοι
(Αθήνα, Σπάρτη, Θήβα κ.ά.).
Το ίδιο γινόταν και σε προσωπικό
επίπεδο. Πολλές κορυφαίες πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες του
αρχαίου κόσμου, που επιπλέον διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο σε μάχες
εναντίον των περσών (π.χ. Θεμιστοκλής κ.ά.) άλλαζαν στρατόπεδο. Πήγαιναν
στην Αυλή του πέρση βασιλιά, που τους καλοδεχόταν και τους ανέθετε
σημαντικά πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα. Ύστερα, χωρίς καθόλου
τύψεις, πολεμούσαν στο πλευρό των περσών εναντίον των ελλήνων.
Χιλιάδες
έλληνες εξ άλλου, απλοί οπλίτες, ναύτες, αλλά και στρατηγοί υπηρετούσαν
στον περσικό στρατό κατά τη διάρκεια των Μηδικών. Όλοι αυτοί πολέμησαν
εναντίον των άλλων ελλήνων του ελλαδικού χώρου.
Οι
σύγχρονοι ρωμιοί ιστορικοί εκπλήσσονται, όταν περιγράφουν τις πάμπολλες
περιπτώσεις συμμαχιών ελλήνων─περσών εναντίον ελλήνων και χρησιμοποιούν
φράσεις, όπως ανήκουστο, θλιβερό κ.λπ.. Παρουσιάζουν δε το φαινόμενο σαν
ένα «σαράκι», «χαρακτηριστικό της φυλής μας», που δήθεν τρώει την
Ελλάδα, δεν την αφήνει να μεγαλουργήσει και άλλα τέτοια φληναφήματα.
Όλα
αυτά είναι φαντασιώσεις, που πηγάζουν από το μυθολόγημα της δήθεν
ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας στο χώρο και στο χρόνο. Αν αντιληφθούμε,
ότι Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ποτέ, ότι είναι ένα ιδεολόγημα, το οποίο
υφίσταται μόνο στα μυαλά μας, μόνο τότε θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε
καλύτερα την ιστορική αλήθεια και να εξηγήσουμε όλα αυτά τα φαινόμενα.
Στο
παρακάτω άρθρο περιγράφονται δειγματοληπτικά χαρακτηριστικές ιστορικές
στιγμές, κατά τις οποίες έλληνες, για το συμφέρον της πόλης─κράτους τους
ή ακόμα και για προσωπικό όφελος, συμμάχησαν με τους πέρσες και
πολέμησαν εναντίον των άλλων ελλήνων.
Ιωνικές πόλεις
Στην
εκστρατεία του Δαρείου το 513 π.Χ. ήταν απίστευτη η κίνηση και η
δραστηριότητα, που δημιουργήθηκε στα ιωνικά λιμάνια, όπου υπήρχαν οι
πόροι, οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την επιτυχία της. Βοήθησαν τον Μεγάλο
Βασιλιά όχι μόνο οι τύραννοι, που έλπιζαν σε αμοιβές και αξιώματα, αλλά
και ο απλός λαός, γιατί τα ιωνικά εκείνα λιμάνια ήταν τόσο συνδεδεμένα
με τον Πόντο, ώστε ο εμπορικός τους βίος θα ήταν αδύνατος χωρίς τη
συνεχή επικοινωνία με τις υπερβόρειες αγορές. Η συμμετοχή των ιώνων στην
εκστρατεία αυτή ήταν καθολική και συμπαρέσυρε κι άλλες ελληνικές
πόλεις.
Οι ίωνες τύραννοι αποτέλεσαν το πολεμικό συμβούλιο του
Μεγάλου Βασιλιά, ολόκληρη δε η ελληνική ανάπτυξη τέθηκε στην υπηρεσία
του Δαρείου.
Με
τη στάση αυτή, οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας έδωσαν στο Δαρείο τα μέσα
ενίσχυσης και απειλής κατά των άλλων ελληνικών πόλεων του κυρίως
ελλαδικού χώρου. Συνεπαρμένοι από το εμπορικό τους δαιμόνιο οι ιωνικές
πόλεις έβλεπαν αδιάφορα την περσική διείσδυση στην ευρωπαϊκή Ελλάδα,
πολλές από αυτές δε, δεν απέκρυπταν καν την ευχαρίστησή τους.
Οι
σάμιοι είχαν ανοικτούς λογαριασμούς με τους εμπόρους των δωρικών
αποικιών, γνώριζαν δε καλά, ότι οι πρώτες καταστροφές θα έπλητταν τις
αποικίες των μεγαρέων, τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο.
Έτσι, οι
πρώτες ελληνικές πόλεις της ευρωπαϊκής Ελλάδας παραδόθηκαν στους πέρσες
από έλληνες. Ο δε αρχηγός των σαμίων μηχανικών, ο Μανδροκλής,
κατασκεύασε την περίφημη γέφυρα επί του Βοσπόρου, από την οποία πέρασαν
τα στρατεύματα του δεσπότη της Ασίας.
Μιλτιάδης
Ο
αθηναίος Μιλτιάδης ήταν τύραννος της Θρακικής Χερσονήσου. Με ισχυρό
μισθοφορικό σώμα κυρίως αθηναίων, συμμάχησε με τον Δαρείο το 512 π.Χ.
και εκστράτευσε μαζί του κατά των σκυθών μαζί με το στόλο των ελλήνων
της Ιωνίας. Έφτασαν μέχρι τον Ίστρο ποταμό (Δούναβη), όπου οι έλληνες
κατασκεύασαν γέφυρα, από την οποία τα στρατεύματα του Δαρείου εισέβαλαν
στην πέρα του Δούναβη χώρα των σκυθών.
Ιστιαίος
Αντί
οι πέρσες να υποτάξουν τους σκύθες όμως, αφνιδιάστηκαν. Υπέστησαν
μεγάλες ζημιές και ταλαιπωρίες. Τότε, οι σκύθες πρότειναν να καταστραφεί
η γέφυρα, οπότε θα επερχόταν έτσι ο όλεθρος της περσικής στρατιάς. Την
πρόταση απέρριψαν οι έλληνες άρχοντες της Ιωνίας, κυρίως ο τύραννος της
Μιλήτου, Ιστιαίος, του οποίου η γνώμη επικράτησε κι έτσι μπόρεσε να
επιστρέψει ο Δαρείος, που αλλιώς θα κατασφαζόταν και πολύ πιθανόν η
Περσία, λόγω του συγκεντρωτικού της συστήματος θα κατέρρεε.
Ως
αμοιβή του ο Ιστιαίος δέχθηκε δώρα, που ούτε ο ίδιος θα έλπιζε. Του
παραχωρήθηκε η Μύρκινος, δίπλα στο Στρυμόνα, όπου υπήρχαν χρυσωρυχεία
και αργυρωρυχεία, ανεξάντλητη πηγή ξυλείας και ακτές με λιμάνια.
Αποχωρώντας
ο Δαρείος στην Ασία άφησε στην Ευρώπη ισχυρή δύναμη υπό το στρατηγό
Μεγάβαζο. Όλα τα ελληνικά φύλα από τη Θράκη μέχρι το Στρυμόνα προσέφεραν
γη και ύδωρ στον πέρση βασιλιά και αναγνώρισαν την κυριαρχία του.
Ιππίας
Όταν
ο Ιππίας διώχθηκε από την Αθήνα, πήγε στη Σπάρτη, αλλά απέτυχε εντελώς
στην προσπάθειά του να επιστρέψει στην εξουσία στην Αθήνα με τη βοήθεια
των σπαρτιατών (506 π.Χ.). Κατόπιν, προσέφυγε στον αδελφό του Δαρείου
Αρταφέρνη, σατράπη των Σάρδεων, και ζήτησε τη βοήθειά του για κατάληψη
της Αθήνας, στην οποία προσδοκούσε να επανέλθει ως σατράπης, υποσχόμενος
να υποτάξει τους αθηναίους υπό τον Μεγάλο Βασιλιά.
Εν τω μεταξύ, οι ίδιοι οι αθηναίοι έστειλαν πρέσβεις στον Αρταφέρνη και ζήτησαν τη βοήθειά του εναντίον των σπαρτιατών.
Ο
Ιππίας, κάτοχος όλων των μυστικών και των αδυναμιών της πατρίδας του,
τόνισε στους πέρσες, ότι οι κυριότερες ελληνικές πόλεις βρίσκονταν σε
εχθρότητα μεταξύ τους. Η Αθήνα καταπολεμούσε τη Σπάρτη, η Θήβα κι η
Αίγινα την Αθήνα κ.τ.λ.. Το σχέδιό του ήταν να ναυπηγηθούν πολλά
ιππαγωγά πλοία, προκειμένου να μεταφερθεί πολύ ιππικό, ώστε να βρεθεί σε
μειονεκτική θέση το πεζικό της Αθήνας.
Με τις υποδείξεις
του Ιππία ο περσικός στόλος κατέλαβε τη Θάσο άνευ κόπου και τα πλοία
μεταφέρθηκαν στα Άβδηρα, λόγω της επίκαιρης θέσης της πόλης, η οποία
δεσπόζει του βορείου Αιγαίου. Την πλήρη κάρπωση και εκμετάλλευση της
περιοχής, πλούσιας όχι μόνο σε δημητριακά και ζωοτροφές γενικά, αλλά και
σε μετάλλευμα, υπέδειξε και πάλι ο Ιππίας.
Έμπιστοι του Μεγάλου
Βασιλιά συνοδευόμενοι από οπαδούς του Ιππία περιδιάβαιναν ελληνικές
πόλεις και νησιά. Όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου καλοδέχτηκαν τους
πέρσες.
Ο Ιππίας ήταν αυτός, που υπέδειξε στους πέρσες να αποβιβασθούν στον Μαραθώνα κι από εκεί να επιδιώξουν την άλωση της Αθήνας.
Αρισταγόρας
Ο
τύραννος της Μιλήτου Αρισταγόρας, όχι μόνο δέχθηκε την παράκληση των
αριστοκρατών για κατάληψη της Νάξου από τους πέρσες, αλλά πήγε
αυτοπροσώπως στον Αρταφέρνη και παρουσίασε ως μοναδική την ευκαιρία της
περσικής επικράτησης, αν ο σατράπης των Σάρδεων του παρείχε περί τα
εκατό πλοία και την «ηθική» υποστήριξη.
Ο Αρταφέρνης αναφέρθηκε
αμέσως στα Σούσα και εξέθεσε τα σχέδιά του. Η περσική αυλή αντί των
ζητηθέντων εκατό πλοίων, διέταξε να διατεθούν τα διπλάσια. Έτσι, κατά
την άνοιξη του 499 π.Χ., εξέπλευσε ο στόλος των διακοσίων πλοίων υπό την
αρχηγία του πέρση ναύαρχου Μεγάβαζου και του Αρισταγόρα.
Έφεσος
Κατά
την ιωνική επανάσταση (499-493 π.Χ.), όταν οι αθηναίοι κατέπλευσαν στην
Έφεσο, αποκρούστηκαν από λυδούς και πέρσες κι αναγκάστηκαν να τραπούν
προς τη θάλασσα. Κατά την υποχώρηση, οι εφέσιοι βοήθησαν τους πέρσες, οι
οποίοι πλευροκόπησαν το ελληνικό στράτευμα. Επακολούθησε ήττα των
αθηναίων και επιστροφή τους στην Αθήνα.
Αίγινα
Εξαιρετικά
ενδιαφέρουσες είναι οι διαπραγματεύσεις με την Αίγινα, η οποία κατείχε
σπουδαία επίκαιρη θέση απέναντι από την Αθήνα και μια περσική βάση εκεί
θα συνέβαλε πολύ στους περσικούς κατακτητικούς σκοπούς. Η Αίγινα, όπως
άλλωστε και η Θήβα, πρόλαβε τους πρέσβεις των περσών. Πριν φτάσουν οι
πέρσες πρέσβεις στο νησί, πρεσβεία της Αίγινας πήγε στα Σούσα και
ζητούσε βοήθεια κατά της Αθήνας και των συμμάχων της, Πλαταιών και
Κορίνθου.
Καταστροφή Ερέτριας
Κατά την πολιορκία της
Ερέτριας από τους πέρσες, κατάσκοποι των περσών υποσχέθηκαν στους ηγέτες
του αριστοκρατικού κόμματος, ότι θα παρέδιδαν στο κόμμα τους την
εξουσία. Έτσι, οι πρόκριτοι του κόμματος των ευπατριδών άνοιξαν κρυφά τη
νύκτα τις πύλες της πόλης κι επέτρεψαν την είσοδο των πολιορκητών.
Μάλιστα, σκότωσαν ύπουλα όλους τους φρουρούς. Η σφαγή υπήρξε ανηλεής, η
πυρπόληση τρομακτική και ο εξανδραποδισμός απάνθρωπος. Δεν έμεινε τίποτε
στην κυριευθείσα πόλη.
Αλευάδες
Οι Αλευάδες,
θεσσαλικός αριστοκρατικός ηγεμονικός οίκος, οι οποίοι διατείνονταν, ότι
κατάγονταν απʼ ευθείας από τον Ηρακλή, προκαταβολικά και αυθόρμητα
έστειλαν πρέσβεις στα Σούσα και προσφέρθηκαν να βοηθήσουν για την
καθυπόταξη των ελληνικών πόλεων. Η δελεαστική αυτή προσφορά κατέθελξε
τον Ξέρξη, που θα κατακτούσε με αυτό τον τρόπο αμαχητί μεγάλο μέρος της
Ελλάδας.
Μαντείο των Δελφών
Οι
ιερείς των Δελφών, του «Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης» της αρχαίας
Ελλάδας, είχαν συνδέσει τις τύχες τους με τους θησαυρούς των Δελφών,
τους οποίους δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν. Προφανώς, είχαν συνεννοηθεί με
τον Ξέρξη κι αυτό το αποδεικνύουν οι διφορούμενοι και ηττοπαθείς
χρησμοί, που έδιναν στους αθηναίους και τους άλλους έλληνες,
σκορπίζοντας το δηλητήριο της αποθάρρυνσης, αλλά κυρίως το γεγονός, ότι
οι πέρσες δεν έθιξαν τους Δελφούς.
Ο Τίμων από τους
Δελφούς, σημαίνων παράγων στο Μαντείο, αλλά έμπιστος του Θεμιστοκλή,
επιχείρησε κάτι το πρωτάκουστο. Πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας,
συνέλαβε καθʼ οδόν τους απεσταλμένους στο Μαντείο, που επέστρεφαν στην
Αθήνα, και λογόκρινε τον ύπουλο χρησμό, που έστελνε το ιερατείο, με τον
οποίο πρόβλεπε την καταστροφή της Αθήνας, ώστε να αποκαρδιώσει τους
─θεοσεβούμενους και προληπτικούς─ αθηναίους
Κατόπιν, ανάγκασε
τους απεσταλμένους να επιστρέψουν στους Δελφούς και με απειλές απαίτησε
νέο χρησμό από την Πυθία. Η Πυθία μεταπείστηκε ή μάλλον προσποιήθηκε,
ότι μεταπείστηκε και εξέδωσε νέο χρησμό. Ούτε αυτός όμως έλεγε καθαρά να
πολεμήσουν τους πέρσες, αλλά περιλάμβανε διφορούμενες κι ακατανόητες
λέξεις. Κάπου συμβούλευε για άμυνα στο «ξύλινο τείχος» και δεν υπάρχει
αμφιβολία, ότι αναφερόταν στο ξύλινο τείχος της Ακρόπολης. Ο πολυμήχανος
Θεμιστοκλής όμως, βρήκε τρόπο να «ερμηνεύσει» το χρησμό
εκμεταλλευόμενος τη δεισιδαιμονία των αθηναίων πείθοντάς τους, ότι η
θεϊκή παραίνεση δεν εννοούσε τα ξύλινα τείχη, αλλά τα ξύλινα καράβια.
Έτσι, ο δωδεκαθεϊσμός και το θρησκευτικό ιερατείο, παρά τη θέλησή τους
βέβαια, τέθηκαν στην υπηρεσία της πολιτικής του Θεμιστοκλή.
Καταστροφή Φωκίδας πλην Μαντείου Δελφών
Όταν
η στρατιά των περσών πέρασε τα στενά της Υάμπολης και της Ελάτειας και
εισέλαυνε στη φωκική χώρα, οι φωκείς πήραν όσο μέρος της κινητής τους
περιουσίας μπορούσαν και κατέφυγαν στις βραχώδεις κορυφές και στα
απρόσιτα άντρα του Παρνασσού. Αλλά οι θεσσαλοί προσφέρθηκαν ως οδηγοί
των περσών κι έτσι λεηλατήθηκε και καταστράφηκε όλη η περιοχή παρά τον
Κηφισό.
Μοίρα της πολεμικής στρατιάς πήγε στους Δελφούς. Το
Μαντείο όμως, παρέμεινε περιέργως άθικτο, όπως και οι τεράστιοι θησαυροί
του. Η μόνη πραγματική διαφώτιση του «μυστηρίου», δηλαδή του σεβασμού
από μέρους των περσών, είναι, ότι το περσικό στρατηγείο έλαβε δρακόντεια
μέτρα, προκειμένου να αποτραπεί η παραμικρή ενόχληση των ιερέων και των
περιουσιών του ιερού.
Εννοείται,
ότι το ιερατείο κατόπιν διέδωσε, ότι με κεραυνούς ο Δίας έδιωξε τους
πέρσες και οι άλλοι θεοί κατακρήμνισαν ολόκληρους βράχους από τα γύρω
όρη εναντίον των περσών, που τράπηκαν σε φυγή προ του φαινομένου κι έτσι
σώθηκαν τα ιερά και το μαντείο.
Έλληνες ναυτικοί στον περσικό στόλο
Στον
περσικό στόλο υπηρετούσαν πολλοί έλληνες πεπειραμένοι ναυτικοί. Είναι
χαρακτηριστική η ιδέα του Θεμιστοκλή να γράψει όπου μπορούσε σε διάφορα
σημεία προτροπές προς τους έλληνες, που υπηρετούσαν στα περσικά καράβια.
Τους συνιστούσε να εγκαταλείψουν τους πέρσες ή να μην πολεμούν με πίστη
και θέληση στο πλευρό τους. Με αυτό επιχειρούσε ή να εμποδίσει τους
έλληνες να πολεμούν με ενδιαφέρον υπέρ των περσών ή να τους καταστήσει
ύποπτους στους πέρσες και συνεπώς άχρηστους σε αυτούς ως πολεμιστές.
Αλέξανδρος Αʼ
Ο
Μαρδόνιος, μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, διαχείμασε στη Θεσσαλία.
Κατάρτισε πρεσβείες και προσπάθησε να προσεταιρισθεί διάφορες ελληνικές
πόλεις, ιδίως δε ελληνικά ιερά. Εκτός από ικανός στρατιωτικός ήταν και
διπλωμάτης. Είχε πολύτιμο όργανο τον βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο
Α΄, ο οποίος απολάμβανε εξαιρετικών προνομίων αυτονομίας έναντι
καταβαλλόμενων φόρων και παρεχόμενης στρατιωτικής βοήθειας. Ο Αλέξανδρος
είχε βοηθήσει τον Ξέρξη εξασφαλίζοντάς του την ακίνδυνη διέλευση των
στρατευμάτων του από τον Ελλήσποντο μέχρι τη Θεσσαλία. Ο Μαρδόνιος
χρησιμοποίησε τον Αλέξανδρο ως πρέσβη, προκειμένου να προσεγγίσει τους
αθηναίους.
Μάχη των Πλαταιών
Κατά
τη μάχη των Πλαταιών, απέναντι των αθηναίων τοποθετήθηκαν από τον
Μαρδόνιο έλληνες σύμμαχοι των περσών (μακεδόνες, θράκες, θηβαίοι κ.ά.),
που υπολογίζονται σε 50.000.
Παυσανίας
Ο Ξέρξης
φεύγοντας από την Ελλάδα είχε αφήσει στον Μαρδόνιο όλη την αποσκευή
του, που περιείχε πολύ χρυσό, ασήμι και ακριβά υφάσματα. Όταν μετά τη
μάχη των Πλαταιών είδε ο Παυσανίας αυτά τα πλούτη στη σκηνή του
Μαρδόνιου, διέταξε τους μαγείρους του να του ετοιμάσουν ένα δείπνο, όπως
θα το ετοίμαζαν και στον Μαρδόνιο.
Βλέποντας το τραπέζι
στρωμένο με το μεγαλοπρεπές δείπνο μέσα στα ασήμια και τα χρυσάφια
διέταξε τους δικούς του, να του ετοιμάσουν ένα λακωνικό δείπνο. Κάλεσε
τότε τους έλληνες στρατηγούς, να δουν τη μεγάλη διαφορά και
περιφρονώντας τα πλούτη τους είπε γελώντας, ότι ο μήδος έδειξε αφροσύνη,
διότι ενώ είχε τόσο πλούσια δίαιτα, ήρθε να αφαιρέσει αυτή την ταπεινή
τροφή.
Η με έντονη συναισθηματική φόρτιση αυτή στιγμή, που
περιγράφεται από τον Ηρόδοτο, είναι προφανώς, για εσωτερική κατανάλωση. Ο
Παυσανίας στην πραγματικότητα θαμπώθηκε από τα ασιατικά πλούτη. Μετά
την κατάληψη του Βυζαντίου, αφού διευκόλυνε την απόδραση των εκεί
αιχμαλωτισθέντων περσών ευγενών, έγραψε προς τον Ξέρξη και του ζήτησε
την κόρη του σε γάμο αναλαμβάνοντας να καταστήσει υποχείριο των περσών
τη Σπάρτη και τις άλλες ελληνικές πόλεις.
Ο
Ξέρξης δέχτηκε κι έστειλε στον Παυσανία αντιπρόσωπους για τις σχετικές
διαπραγματεύσεις. Εν τω μεταξύ όμως, ο Παυσανίας άρχισε να ζει σαν
πέρσης μεγιστάνας, γεγονός, που προκάλεσε τη δυσφορία των συμμάχων. «Καταθέμενος τον πάτριον τρίβωνα», γράφει ο Δούρις ο Σάμιος, «την περσικήν ενεδύετο στολήν».
Ανακλήθηκε
από τους έφορους στη Σπάρτη, όπου κλήθηκε σε απολογία. Κατόρθωσε να
αθωωθεί, διότι παρέστησε τις συνεννοήσεις με τον Ξέρξη ως δήθεν με δόλο
για το καλό της Σπάρτης.
Ο Παυσανίας επέστρεψε στη Θράκη, όπου
επιχείρησε πάλι να πραγματοποιήσει τα παλιά του σχέδια. Είχε κυριευθεί
από τέτοια έπαρση, ιστορεί ο Θουκυδίδης, που δεν ανεχόταν πια τις
σπαρτιάτικες συνήθειες στον καθημερινό βίο. Κυκλοφορούσε ντυμένος
περσική στολή με κουστωδία μήδων και αιγυπτίων και συμπεριφερόταν σαν
πέρσης άρχοντας. Τελικά, ανακλήθηκε και πάλι στη Σπάρτη, όπου μετά από
πολύμηνη δίκη δραπέτευσε και κατέφυγε ικέτης στο ναό της Χαλκιοίκου
Αθηνάς, εντός του οποίου δεν ήταν δυνατή η σύλληψή του, διότι θεωρείτο
ιεροσυλία. Εκεί, αφού σφραγίστηκαν πόρτες και παράθυρα κι αφαιρέθηκε η
στέγη, αφέθηκε να πεθάνει από ασιτία.
Θεμιστοκλής
Ο
Θεμιστοκλής, όταν μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας τα ελληνικά καράβια
είχαν φτάσει μέχρι την Άνδρο κυνηγώντας όσα περσικά είχαν καταφέρει να
διαφύγουν, έστειλε μυστικά με δικό του αγγελιαφόρο μήνυμα στον Ξέρξη,
ότι οι έλληνες σκέφτονται να διαλύσουν τις γέφυρες του Ελλήσποντου κι
ότι εκείνος θα προσπαθούσε να τους εμποδίσει. Προφανώς, ο Θεμιστοκλής το
έκανε αυτό, για να φανεί, ότι θέλει να εξυπηρετήσει τον Μεγάλο Βασιλιά,
ώστε ενδεχομένως στο μέλλον να μπορεί να προσφύγει σε αυτόν, όπως κι
έγινε.
Ο κομματικός αγώνας έφθειρε τον Θεμιστοκλή. Οι αντίπαλοί
του δεν σταματούσαν να τον παρουσιάζουν σαν κοινό τυχοδιώκτη. Το 470 ή
469 οστρακίστηκε και κατέφυγε στο Άργος. Κατηγορήθηκε, ότι συνέπραξε με
τον Παυσανία και συνεννοείτο με τον Μεγάλο Βασιλιά. Για να μην
επιστρέψει στην Αθήνα και καταδικασθεί πήγε στα Σούσα, όπου παρέμεινε
επί χρόνια υπό την προστασία του Αρταξέρξη.
Εκεί,
φόρεσε τη «βαρβαρική» ενδυμασία και έλαβε από τον πέρση βασιλιά ως δώρο
τη «ευάμπελο» Λάμψακο, για να προμηθεύεται το κράσι του, τη Μαγνησία
για το καθημερινό του ψωμί, τη Μυούντα για τα φαγητά του, την Περκώτη
και την Παλαίσκηψη για τα κρεβατοστρώσια και τα ενδύματά του.
Αλκιβιάδης
Ο
Αλκιβιάδης διέφυγε στη Σπάρτη, όταν καταδικάστηκε στην Αθήνα για
ιεροσυλία. Στη Σπάρτη, υπηρέτησε ως στρατηγικός σύμβουλος, προτείνοντας
μεγάλες εκστρατείες κατά της Αθήνας. Και στη Σπάρτη, ωστόσο, ο
Αλκιβιάδης απέκτησε ισχυρούς εχθρούς, οπότε αποστάτησε στην Περσία, όπου
υπηρέτησε ως σύμβουλος του Τισσαφέρνη. Κατάφερε και επέστρεψε στην
Αθήνα, όπου υπηρέτησε ως στρατηγός για αρκετά χρόνια.
Πούλημα Μικράς Ασίας
Μόλις
έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα της αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία στα
πλαίσια του πελοποννησιακού πολέμου, ο βασιλιάς της Περσίας Δαρείος ο
Βʼ (γιος του Αρταξέρξη), θεώρησε ως άριστη ευκαιρία να καθυποτάξει και
πάλι τη Μικρά Ασία, γιʼ αυτό απέστειλε στη Σπάρτη πρέσβεις, για να
αναμιχθεί στον προκείμενο μεγάλο αγώνα. Οι σπαρτιάτες, οι οποίοι άλλοτε
δεν είχαν διστάσει να ζητήσουν τη συμμαχία του Αρταξέρξη, που ματαιώθηκε
τότε λόγω του θανάτου του, έσπευσαν τώρα να δεχθούν τις προτάσεις του
Δαρείου Βʼ.
Το
έτος 412 π.Χ. συνομολόγησαν οι πελοποννήσιοι με τον Τισσαφέρνη, σατράπη
Ιωνίας και Καρίας, πληρεξούσιου του πέρση βασιλιά, δυο επανειλημμένες
συνθήκες, με τις οποίες οι μεν σπαρτιάτες αναγνώρισαν την επί των
μικρασιατικών πόλεων οριστική και νόμιμη περσική κυριαρχία, ο δε
Τισσαφέρνης ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει τον μισθό των πληρωμάτων
του πελοποννησιακού στόλου. Έτσι, από τις εσωτερικές διενέξεις των
ελλήνων έφτασε στο σημείο η Σπάρτη να πουλήσει τη Μικρά Ασία στον πέρση
βασιλιά.
Λύσανδρος
Το Δεκέμβριο του 408 ή τον
Ιανουάριο του 407, έφτασε στα παράλια της Μικράς Ασίας ο νέος ναύαρχος
των λακεδαιμονίων, Λύσανδρος. Αυτός, έπεισε τον Κύρο τον νεότερο, γιο
του Δαρείου, που διαδέχθηκε τον Τισσαφέρνη, όπως τον ημερήσιο μισθό των 3
οβολών των ναυτών του στόλου, τον αυξήσει στους 4 οβολούς. Η έμπνευση
αυτή ήταν πολύ έξυπνη και έπληξε καίρια τις αθηναϊκές δυνάμεις. Διότι οι
αθηναίοι ναύτες, που έπαιρναν μόνο 3 οβολούς, μακάριζαν την τύχη των
αντιπάλων τους. Πολλοί δε από αυτούς, άρχισαν να αυτομολούν και
προσέρχονταν στις τάξεις των αντιπάλων πωλώντας έτσι την πατρίδα τους
χάρη της διαφοράς του ενός οβολού.
Η όλη οικονομική πλευρά των
επιχειρήσεων, η χρηματοδότηση δηλαδή των πελοποννησίων από μέρους των
περσών, αλλά και η φιλοχρηματία των μαχητών, είναι ενδεικτικές του
κλίματος της εποχής και καταρρίπτουν τους μετέπειτα κατασκευασμένους
εθνικούς μύθους, που εξωραΐζουν την αρχαία Ελλάδα.
Δυο χρόνια
μετά, ο Λύσανδρος πήγε στις Σάρδεις, στον Κύρο, από τον οποίο έλαβε
άφθονα χρήματα, με τα οποία κατασκεύασε κι εξόπλισε νέες τριήρεις.
Στη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς (405 π.Χ.) ο Λύσανδρος με τη βοήθεια του Κύρου κατέλαβε όλο σχεδόν τον αθηναϊκό στόλο.
Κάθοδος των μυρίων
Ο
Κύρος δεν είχε προσφέρει ανιδιοτελώς τα χρήματα στους σπαρτιάτες.
Αμέσως μόλις ο Λύσανδρος, μετά την υποδούλωση της Σάμου, επέστρεψε στη
Σπάρτη με 407 τάλαντα, περισσεύματα της περσικής βοήθειας, ο Κύρος
ζήτησε τη βοήθεια των σπαρτιατών, για να ρίξει από το θρόνο τον αδελφό
του, Αρταξέρξη τον Μνήμονα. Στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν πολλοί, οι οποίοι
λόγω των ταραχών και των πολέμων είχαν μείνει χωρίς δουλειά. Γιʼ αυτό ο
Κύρος εύκολα συνάθροισε 13.000 οπλίτες μισθοφόρους υπό την αρχηγία του
σπαρτιάτη Κλέαρχου, οι οποίοι προσδοκούσαν να αποκτήσουν περιουσία
υπηρετώντας το κίνημά του.
Μερικές δεκαετίες μετά τους μηδικούς πολέμους, οπότε οι «βάρβαροι»
αποκρούστηκαν από τους έλληνες, για τη γενναιότητα και την ανδρεία
των οποίων και τι δεν έχουμε ακούσει σε σχολικές γιορτές και σε λόγους
σύγχρονων ρωμιών πατριωτών, έλληνες οπλίτες, οι «μύριοι»,
πολέμησαν στο πλευρό των περσών και υπό τις διαταγές τους.
Ο Κύρος όμως ηττήθηκε στη μάχη στα Κούναξα το 401 π.Χ. κι ο Τισσαφέρνης κατέσφαξε τους έλληνες στρατηγούς. Από τη στιγμή εκείνη, οι έλληνες, που αποκλήθηκαν «μύριοι» (10.000), έμειναν χωρίς αρχηγούς και υπέφεραν πολλές στερήσεις μέχρι να καταφέρουν τελικά να επιστρέψουν πίσω. Οι «μύριοι» όμως, ανέρχονταν ήδη μόνο σε 7.000.
Φαρνάβαζος
Ο
Φαρνάβαζος ήταν πέρσης σατράπης, που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο κατά
τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου υποστήριξε τις
σπαρτιατικές επιχειρήσεις, που διεξάγονταν στην περιοχή του Ελλήσποντου.
Το 411 π.Χ., μαζί με τον αρχηγό του στόλου των λακεδαιμονίων Μίνδαρο,
απέσπασε την Κύζικο και άλλες πόλεις του Ελλήσποντου από τους αθηναίους.
Το 410 και το 409 π.Χ. όμως, μετέβαλε πολιτική και προσέγγισε
τους αθηναίους. Περιέθαλψε τον φυγάδα Αλκιβιάδη, τον οποίο αργότερα
φόνευσε κατά προτροπή του Κύρου και του Λύσανδρου. Ναυπήγησε στόλο και
ανέθεσε την αρχηγία του στον Κόνωνα.
Κόνων
Ο Κόνων
ήταν αθηναίος στρατηγός, που μετά την ήττα της Αθήνας στον
Πελοποννησιακό Πόλεμο κατέφυγε στην περσική Αυλή, η οποία του έδωσε την
αρχηγία του περσικού στόλου. Έλαβε από τον περσικό θησαυρό πεντακόσια
τάλαντα προς συγκρότηση στόλου, με τον οποίο, υπό την αρχηγία του
Κόνωνα, θα θαλασσοκρατούσουν οι πέρσες στο Αιγαίο.
Αργότερα, πέτυχε αύξηση της ναυτικής δύναμής του από τον Μεγάλο Βασιλιά σε 168 τριήρεις.
Μετά
τη νίκη του στη ναυμαχία της Κνίδου ενέταξε στο στόλο του άλλες πενήντα
αιχμαλωτισθείσες τριήρεις. Η σπαρτιατική κυριαρχία στη μικρασιατική
παραλία κατέρρευσε. Ο Κόνων έδωσε στις μικρασιατικές πόλεις αυτονομία
και οι περισσότερες από αυτές προσχώρησαν στους πέρσες.
Το 393
π.Χ. ο Κόνων και ο Φαρνάβαζος πλέουν στο Αιγαίο και υποτάσσουν χωρίς να
συναντήσουν καμία αντίσταση τις Κυκλάδες. Λεηλατούν τα παράλια της
Λακωνικής και καταλαμβάνουν τα Κύθηρα. Αργότερα, καταπλέουν στον Ισθμό,
χρηματοδοτούν τις ελληνικές πόλεις, που ακολουθούσαν αντιλακωνική
πολιτική και τους παρακινούν να εξακολουθήσουν τον πόλεμο κατά της
Σπάρτης.
Κατόπιν,
ο Φαρνάβαζος επιστρέφει στην Ασία αφήνοντας στον Κόνωνα ογδόντα
τριήρεις και άφθονα χρήματα. Και τότε, δώδεκα χρόνια μετά την πανωλεθρία
των αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς, καταπλέει στον Πειραιά ο Κόνων ως
ναύαρχος του περσικού στόλου και με την εντολή να ξαναστήσει με περσικά
χρήματα τα τείχη της Αθήνας.
Το Κονώνειο Τείχος στον Πειραιά κατασκευάστηκε με περσικά χρήματα.
Τιμοκράτης
Ο
Τιμοκράτης ο Ρόδιος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους διαφθορείς του
πολιτικού βίου πολλών αρχαίων ελληνικών πόλεων δωροδοκώντας πλείστους
πολιτικούς για λογαριασμό των περσών. Ο σατράπης Τιθραύστης τον έστειλε
στην Ελλάδα με πενήντα τάλαντα, για να τα μοιράσει στους θηβαίους,
αργείους και κορινθίους, προκειμένου να ενδυναμώσουν την μετά τον
Πολεποννησιακό Πόλεμο αντιλακωνική πολιτική τους.
Ο Τιμοκράτης εκπλήρωσε με πολλή διπλωματικότητα την αποστολή του και φυσικά, η εναντίον της Σπάρτης εχθρότητα κορυφώθηκε.
Ανταλκίδειος Ειρήνη
Οι
σπαρτιάτες ανησύχησαν πολύ από την ίδρυση της Δεύτερης Αθηναϊκής
Συμμαχίας, όταν πολλές παράλιες πόλεις έγιναν σύμμαχοι των αθηναίων. Τα
γεγονότα ανησύχησαν και τους πέρσες, που είχαν υποστηρίξει νωρίτερα τους
αθηναίους.
Οι σπαρτιάτες έστειλαν επανειλημμένως ανθρώπους στην
Αυλή της Περσίας, για να πετύχουν συνεννόηση με τον Μεγάλο Βασιλιά. Οι
υποχωρήσεις τους έφτασαν μέχρι τέτοιου σημείου, ώστε ο απεσταλμένος τους
Ανταλκίδας κομίζει στα Σούσα το κείμενο νέας συνθήκης, όπου ο Μεγάλος
Βασιλιάς φέρεται ως ο ανώτερος ρυθμιστής της κατάστασης στον ελλαδικό
χώρο.
«Θα πολεμήσω ─διακηρύσσει ο Μεγάλος Βασιλιάς στη συνθήκη─ τα
κράτη, τα οποία δεν θα παραδεχθούν την ειρήνη αυτή και θα πολεμήσω από
κοινού με εκείνους, οι οποίοι δέχονται την ειρήνη. Θα πολεμήσω και κατά
ξηρά και κατά θάλασσα, δίχως να φεισθώ ούτε πλοίων ούτε χρημάτων». (Ξενοφώντος «Ελληνικά», βιβλ. Εʼ).
Η
ειρήνη αυτή αποκλήθηκε «Ανταλκίδειος Ειρήνη». Με αυτήν οι σπαρτιάτες
παρέδιδαν τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας στους πέρσες με
αντάλλαγμα την κυριαρχία τους επί των πόλεων του ελλαδικού χώρου. Γιατί
με τη δήθεν «αυτονομία» υπονοείτο ο έλεγχος των κυρίαρχων, εξ άλλου δε,
συνέπεια της Ανταλκίδειας Ειρήνης θα ήταν η διάλυση όλων των
συνασπισμών, πλην της Σπαρτιατικής Συμμαχίας. Ιδίως έπρεπε να διαλυθεί η
Βοιωτική Ομοσπονδία, όπως και το νεοσύστατο ναυτικό κράτος της Αθήνας.
Βάσει
της συνθήκης αυτής οι σπαρτιάτες άσκησαν βαρύ δεσποτισμό παντού όπου
μπόρεσαν και εξανάγκαζαν τις διάφορες πόλεις να προσχωρήσουν στη
«Συμμαχία» τους, η οποία ουσιαστικά ήταν κάτι ανάλογο με αυτό, που
σήμερα ονομάζουμε προτεκτοράτο.
Πιο χαλαροί αφέθηκαν μόνον οι
αθηναίοι, στους οποίους δόθηκε η ελευθερία να στρατολογούν συμμάχους από
τον ηπειρωτικό χώρο. Την ελαστικότητα αυτή στην άφησε σκόπιμα ο πέρσης
βασιλιάς, προκειμένου να αποτρέψει την υπερβολική ισχύ της Σπάρτης.
Θηβαίοι
Μετά
τη μάχη των Λεύκτρων, την εποχή της ηγεμονίας των Θηβών, ο θηβαίος
στρατηγός Πελοπίδας ανέλαβε ταξίδι στα Σούσα, απʼ όπου απαίτησε από το
Ανακτοβούλιο του Μεγάλου Βασιλιά χρήματα, προκειμένου να υποδουλώσει τις
άλλες πόλεις. Ο Επαμεινώνδας με περσικά χρήματα κατασκεύασε στόλο
αποβλέποντας να εξουσιάσει στον ελλαδικό χώρο.
Μέντωρ ο Ρόδιος
Ήταν
στρατηγός του 4ου π.Χ. αιώνα. Είχε έναν αδελφό, τον Μέμνωνα και μια
αδελφή, της οποίας το όνομα δεν είναι γνωστό. Η αδελφή του παντρεύτηκε
τον σατράπη της Μικράς Ασίας Αρτάβαζο.
Ο Μέντωρ μαζί με τον
αδελφό του συμπαρατάχτηκαν με τον Αρτάβαζο και πολέμησαν μαζί εναντίον
του Αρταξέρξη του Ώχου. Με τον Αρτάβαζο συντάχθηκε και ο αθηναίος
στρατηγός Χάρης.
Μετά τη νίκη του Αρταξέρξη, ο Μέντωρ κατέφυγε
στην Αίγυπτο υπό την υπηρεσία του βασιλιά Νεκτανεβώ. Όταν στάλθηκε από
τον βασιλιά επικεφαλής 3.000 ελλήνων μισθοφόρων στη Σιδώνα κατά του
Δαρείου, προσχώρησε στους πέρσες και βάδισε εναντίον της Αιγύπτου.
Αμείφθηκε για τη δράση του με τη σατραπεία της Ιωνίας (336 π.Χ.), την οποία πεθαίνοντας άφησε στον αδελφό του.
Μέμνων
Όταν
ο Μέγας Αλέξανδρος περνούσε με το στρατό του στην Ασία, με την πλευρά
των περσών μάχονταν πολλοί έλληνες μισθοφόροι, αρκετοί από αυτούς
αθηναίοι. Στο συμβούλιο των περσών αρχηγών πήρε μέρος και ο Μέμνων,
αδελφός του Μέντορα (βλ. παραπάνω).
Ο Μέμνων ήταν ο κατάλληλος
άνθρωπος, για να συμβουλεύσει τους πέρσες. Κατείχε υψηλό αξίωμα στην
αυτοκρατορία και ήταν αφοσιωμένος στον Δαρείο, ο οποίος τον διόρισε
γενικό στρατηγό του πολέμου. Επιπλέον, ήταν παντρεμένος με τη Βαρσίνη,
κόρη του σατράπη Αρτάβαζου. Γνώριζε καλά τους μακεδόνες έχοντας θητεύσει
στην Αυλή του Φιλίππου.
Όταν πέθανε ο Μέμνων, η γυναίκα του
Βαρσίνη έπεσε στα χέρια των μακεδόνων. Ο Αλέξανδρος την επέλεξε ως
ερωμένη. Με την πρώην σύζυγο του μεγάλου του αντίπαλου απέκτησε έναν
γιο, τον μοναδικό, που πρόλαβε να γνωρίσει στη διάρκεια της ζωής του.
Μάχη του Γρανικού
Κατά
τη μάχη του Γρανικού οι έλληνες του περσικού στρατού πολέμησαν τον
Αλέξανδρο με γενναιότητα. Ο Αλέξανδρος σκότωσε τους περισσότερους και
όσους αιχμαλώτισε τους έστειλε στη Μακεδονία, για να εργασθούν ως δούλοι
στις σκληρότερες συνθήκες.
Μακεδόνες και πέρσες εναντίον ελλήνων
Όταν
έγινε γνωστή η είδηση του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι ρόδιοι
έδιωξαν τη μακεδονική φρουρά, ενώ πολλοί αθηναίοι εκδήλωσαν τον τρομερό
τους ενθουσιασμό, ιδιαίτερα οι μεγάλες μάζες των φτωχότερων πολιτών.
Από
την πρώτη στιγμή ήταν φάνερό, ότι η αντίδραση στη μακεδονική κυριαρχία
θα ήταν δυναμική. Εκτός των άλλων, ο Μέγας Αλέξανδρος υποδείκνυε στους
έλληνες να του αποδίδουν θεϊκές τιμές. Μέσα στη γενική αναταραχή συνέβη
και ένα τελείως απροσδόκητο γεγονός. Ο θησαυροφύλακάς του, ο Άρπαλος,
είχε εγκαταλείψει τον βασιλιά του και με έναν μεγάλο θησαυρό ζητούσε
καταφύγιο από τη Βαβυλώνα στην Αθήνα.
Ο αθηναίος στρατηγός
Λεωσθένης άρχισε να συγκροτεί έναν αντιμακεδονικό συνασπισμό, έχοντας τη
συνδρομή των αιτωλών και πολλών άλλων ελλήνων, εκτός από των
λακεδαιμονίων, που δεν ήταν πλέον σε θέση ούτε να σκεφτούν για νέο
εγχείρημα. Υπήρχαν όμως, διαθέσιμες αρκετές χιλιάδες έμπειρων
μισθοφόρων, από αυτούς, που είχαν πολεμήσει με τον στρατό του Αλέξανδρου
στην Ασία και βρίσκονταν σε αποστρατεία. Όλοι οι αθηναίοι έως 40 ετών
στρατεύτηκαν, και ένας στόλος διακοσίων σαράντα πλοίων (στα οποία έμελλε
να προστεθούν περισσότερα) ετοιμάστηκε.
Ο Ελληνικός Πόλεμος,
όπως τον αποκάλεσαν οι εξεγερμένοι, ξεκίνησε το 323 π.Χ. με σημαντικές
επιτυχίες και ο Αντίπατρος βρέθηκε πολιορκημένος στη Λαμία. (Οι
μεταγενέστεροι ιστορικοί τον αποκάλεσαν, για τον λόγο αυτό, Λαμιακό).
Σκοτώθηκε ωστόσο, ο ικανός στρατηγός Λεωσθένης, ενώ οι μακεδόνες έλαβαν
ισχυρές ενισχύσεις από την Ασία, στις οποίες περιλαμβάνονταν πολλοί
πέρσες στρατιώτες.
Το 322, σε δύο ναυμαχίες και σε μία
αποφασιστική μάχη, ηττήθηκαν όσοι είχαν απομείνει από τους
συνασπισμένους έλληνες, και οι αθηναίοι αναγκάστηκαν να δεχθούν τους
ταπεινωτικούς όρους της συνθηκολόγησης.
Οι
ίδιοι οι μακεδόνες λοιπόν, έφεραν πέρσες στον ελλαδικό χώρο,
προκειμένου να πολεμήσουν τους αθηναίους και άλλους έλληνες, οι οποίοι
μερικές δεκαετίες πριν, κατά τους Μηδικούς Πολέμους, είχαν πολεμήσει,
για να μην έρθουν οι πέρσες. Αυτή ήταν η αρχαία Ελλάδα...
Ούτε κατά την αρχαιότητα ο πληθυσμός ήταν καθαρόαιμος.
Κατʼ αρχήν, τα διάφορα φύλα είχαν αναμιχθεί με τους προηγούμενους κατοίκους του ελλαδικού χώρου.
Αργότερα, έγιναν χιλιάδες απελευθερώσεις δούλων, που προέρχονταν από την Ανατολή και Μεσόγειο, που ήταν «βάρβαροι», καθώς και πολλές επιγαμίες με ξένους.
Στα χρόνια της περσικής αυτοκρατορίας έγιναν σημαντικές μετατοπίσεις πληθυσμών και ανακάτεμα λαών.
Τα
χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου κι ύστερα, πολλοί έλληνες μετανάστευσαν στην
Ανατολή κι ανακατώθηκαν με τους ντόπιους, ενώ στον ελλαδικό
χώρο εγκαταστάθηκαν πολλοί ξένοι (ρωμαίοι, ανατολίτες κ.ά.).
Ποιοι ήταν έλληνες;
Όχι βέβαια αυτοί, που περιγράφονται στην υποκριτική και πολυδιαφημισμένη ρήση του Ισοκράτη (γεννήθηκε το 436 π.Χ.): «Μάλλον έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας». (Πανηγυρικός, παρ. 50).
Εκτός
από τους εγκαταστημένους ξένους στην Αθήνα, που τους λέγανε μετοίκους,
υπήρχανε και πολλοί, που από πατέρα ή μάνα δεν ήταν γνήσιοι αθηναίοι και
για αυτό δεν είχαν όλα τα πολιτικά δικαιώματα, όπως οι άλλοι αθηναίοι.
Ένας
από αυτούς ήταν και ο Αντισθένης, που γεννήθηκε το 444 π.Χ. (σύγχρονος
του Ισοκράτη). Πολέμησε στη μάχη της Τανάγρας, αλλά δεν είχε τα πολιτικά
δικαιώματα των άλλων αθηναίων, επειδή η μητέρα του ήταν θρακιώτισσα.
Από την αιτία αυτή δίδασκε στο παράμερο Γυμνάσιο, που λέγονταν
Κυνόσαργες, γιατί όσοι δεν ήταν γνήσιοι πολίτες αθηναίοι δεν μπορούσαν
να διδάξουν στις άλλες, σα να πούμε τις δημόσιες Σχολές της Αθηναϊκής
Πολιτείας.
Αντισθένης.
Είχε πολεμήσει για την Αθήνα και μετείχε της «ημετέρας παιδείας» και με το παραπάνω, αφού είχε ιδρύσει δική του Σχολή.
Παρά
τους πολυδιαφημισμένους λόγους του Ισοκράτη, δεν αναγνωριζόταν ως
ισότιμος αθηναίος πολίτης, επειδή η μητέρα του ήταν θρακιώτισσα.
Οι
αθηναίοι, που ανήκανε στη θέση του Αντισθένη, ήταν πολλοί και
δυσφορούσαν και αγανακτούσαν γιατί η Πολιτεία, ύστερα από τον
Πελοποννησιακό Πόλεμο, δεν τους αναγνώρισε ισότιμους πολίτες με τους
άλλους αθηναίους.
Με
όσα έλεγε και δίδασκε ο Αντισθένης διαμαρτυρόταν για τις κοινωνικές
διακρίσεις και κυρίως εξεγείρονταν η συνείδησή του, γιατί ενώ είχαν
πολιτικά δικαιώματα οι πρώτοι τυχόντες, που από σύμπτωση γεννήθηκαν από
πατέρα και μητέρα αθηναίους, αυτός, ένας πνευματικός άνθρωπος, δεν είχε,
ούτε το δικαίωμα να διδάξει στις επίσημες Σχολές της Πολιτείας, ούτε
και να πάρει μέρος στη διοίκηση των κοινών.
Βυζαντινή και οθωμανική περίοδοι
Στον
ελλαδικό χώρο, εξ αιτίας των των επιδημιών, των ανεπάλληλων
κατακτήσεων, των πολέμων, της ληστείας και της πειρατείας, ο αριθμός των
ανθρώπων ελαττώθηκε σημαντικά. Έτσι, ο αριθμός τους ενισχύθηκε
επανειλημμένα στο πέρασμα της Ιστορίας από άλλους λαούς, στους οποίους
τις περισσότερες φορές δόθηκαν από τις εκάστοτε αρχές επιπλέον κίνητρα,
προκειμένου να εγκατασταθούν στην περιοχή και να καλύψουν τα πληθυσμιακά
κενά.
Έλληνες δεν υπήρχαν πλέον ούτε ως όνομα. Ούτε κατά
την οθωμανική περίοδο υπήρχαν έλληνες, βέβαια. Οι κάτοικοι του
ελλαδικού χώρου ήταν υπήκοοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ρωμιοί,
δηλαδή χριστιανοί, που ορισμένοι από αυτούς μιλούσαν ρωμέικα (τα οποία
καταχρηστικώς σήμερα ονομάζουμε ελληνικά) και πολλοί άλλοι αρβανίτικα,
βλάχικα, τούρκικα κ.λπ.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά είναι τα όσα
αναφέρονται, σχετικά με το θέμα της ονομασίας όσων βρέθηκαν ή
εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο, από τον Λάζαρο Αρσενίου: «Μεγάλες
μάζες αγνοούν, επί αιώνες, ακόμα και τη σημασία των λέξεων “έλλην” και
“Ελλάς”. Η Ελλάδα, για ένα διάστημα, δεν ονομάζεται “Ελλάς”, αλλά
“Σκλαβουνία” και οι κάτοικοί της δεν ονομάζονται έλληνες, αλλά “ρωμαίοι”
και “ρωμιοί”». («Η Θεσσαλία κατά την Τουρκοκρατία», σελ. 13-14).
Μερικές
δεκαετίες πριν από το ʽ21, ο Αδαμάντιος Κοραής ξέθαψε αυθαίρετα και
επέβαλε σιγά ̶ σιγά την ξεχασμένη για αιώνες λέξη «έλληνας» χωρίς να
απορρίψει βέβαια, το χριστιανισμό. Είχε την πεποίθηση, ότι έτσι θα μας
έφερνε πιο γρήγορα κοντά στα κείμενα των αρχαίων ελλήνων και θα γινόταν
μια ταύτιση, συγκλονιστική για τον μέσο κάτοικο του ελλαδικού χώρου
(αρβανίτη, βλάχο, βορειοαφρικανό, ανατολίτη κ.λπ.), ότι είναι δήθεν
απόγονος αυτού, που έφτιαξε τον Παρθενώνα και όλα τα λαμπρά μνημεία.
[Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Πώς οι ρωμιοί μεταλλάχτηκαν σε «έλληνες»].
Η
ιδέα έπιασε γρήγορα. Από τότε, όλο και περισσότεροι ρωμιοί άρχισαν να
συνδέουν τους εαυτούς τους με κάποιο φανταστικό παρελθόν και να
ανακαλύπτουν τους «αρχαίους προγόνους». Κολακεύονταν να έχουν την
ψευδαίσθηση, πως ήταν τάχα απόγονοι των αρχαίων ελλήνων.
Κατά τη
σύντομη εκείνη περίοδο, οι ρωμιοί υπήκοοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας
με την καθοδήγηση του Κοραή και των άλλων εκπροσώπων του λεγόμενου
«νεοελληνικού διαφωτισμού» μεταλλάχτηκαν σε «έλληνες».
Οι
συνέπειες όλων αυτών των υπερφίαλων ιδεοληψιών ήταν ολέθριες κι έκτοτε
ταλανίζουν διαχρονικά το ─πολλάκις χρεωκοπημένο, προτεκτοράτο των
μεγάλων δυνάμεων─ κρατίδιο της Ρωμιοσύνης.
1. «Ιστορία του ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1975.
2. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου: «Ιστορία του ελληνικού έθνους»,
έκδ. Ν. Δ. Νίκας Α.Ε.», Αθήνα, 1930.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου