Cache-Control: no-cache, no-store, must-revalidate
Ειστε Αβαρικης Καταγωγης: 01/23/25

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2025

ΠΩΣ ΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

ΠΩΣ ΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ



 

 

Το παλαιότερο αυτοπροσδιοριστικό όνομα των Αρβανιτών Αρμπερόρ (Arbëror) έχει εγκαταλειφθεί και ξεχαστεί από τις κοινότητες. 

 

Σήμερα, ο όρος που χρησιμοποιείται, προέρχεται από τον ελληνικό ετεροπροσδιορισμό αρβανίτης, αρβανίτ (arvanitë) και για τη γλώσσα χρησιμοποιούνται οι όροι αρβανίτ, αρβανίτικα, και σπανιότερα αρμπερίστε (arvanít(e)/arbërishte).

 



Στις αρχές τού 19ου αιώνα, σε μια μεγάλη συμπαγή περιοχή, που ξεκινούσε από το νοτιοανατολικό τμήμα τού νομού Φθιώτιδας, περιλάμβανε το νομό Βοιωτίας (εκτός τού βορειοδυτικού τμήματος), τη νοτιότερη Εύβοια και την Βόρεια Άνδρο, όλη την Αττική, σημαντικό τμήμα των νομών Κορινθίας και Αργολίδας, την επαρχία Τροιζηνίας και τα νησιά τού Αργοσαρωνικού (εκτός τής Αίγινας) όλοι οι ντόπιοι οικισμοί ομιλούσαν αρβανίτικα.

 



Πέρα από αυτήν την περιοχή υπήρχε μια ακόμη σημαντική περιοχή, στο εσωτερικό τής οποίας μιλούνταν αρβανίτικα, στη δυτική Πελοπόννησο: ξεκινούσε από την βόρεια ορεινή Ηλεία και κατέληγε στην Τριφυλία τής Μεσσηνίας. Σήμερα, μόνο στην τελευταία επιζεί η γλώσσα.


Εκτός από μερικά διασπαρμένα χωριά στην Αρκαδία, στα οποία (εκτός τού Δάρα) η γλώσσα έχει εκλείψει, υπήρχαν δυο ακόμη σημαντικές οικιστικές συγκεντρώσεις. 

 


Η πρώτη στην ανατολικότερη Λακωνία, όπου σήμερα ελάχιστοι ηλικιωμένοι σε λίγα χωριά μιλούν τη γλώσσα, η δεύτερη περιλάμβανε το όρος Παναχαϊκό, στο οποίο όμως σήμερα η γλώσσα έχει σχεδόν εκλείψει, ενώ διατηρείται περισσότερο στους μετακινηθέντες από αυτό στη δυτική Αχαΐα και σε άλλα χωριά τού νομού.


Το λιγότερο το ένα πέμπτο (και με όχι εντελώς απίθανο το ένα τρίτο) τού πληθυσμού μιλούσε αρβανίτικα. Τα αλβανικά αυτά τής νοτιότερης Ελλάδας προέρχονται από μεσαιωνικά ιδιώματα. Οι γλωσσολόγοι συμφωνούν, ότι «προέρχονται» από νοτιοανατολικά τοσκικά ιδιώματα, δηλαδή σχετίζονται με την τσάμικη υποδιάλεκτο.

 

 


Οι όροι (χρήσεις, ιδεολογία)


Οι μεσαιωνικές ελληνόγλωσσες πηγές περιγράφουν τους πρωτοεμφανιζόμενους στα κείμενα βαλκανικούς αυτούς πληθυσμούς ως αλβανούς και αρβανίτες (ή αλβανίτες) στις λόγιες και δημώδεις γλωσσικές μορφές αντίστοιχα. 

 

Η διπλή αυτή χρήση αφορά συνολικά τους χριστιανικούς και μουσουλμανικούς αλβανόφωνους πληθυσμούς τής Ηπείρου και Αλβανίας όσο και τής νότιας Ελλάδας. 

 


Κατ' αυτόν τον τρόπο, στις ιστορικές μαρτυρίες δέν παρατηρείται διαφορά στον προσδιορισμό μεταξύ βορείων και νοτίων αλβανόφωνων, τουλάχιστον μέχρι τις πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα, αλλά και περίπου μέχρι και τη δεκαετία τού 1950.


Με έναυσμα ίσως το σημαντικό ιδεολογικά σύγγραμμα τού Κώστα Μπίρη (Αρβανίτες. Οι δωριείς τού νεώτερου ελληνισμού), που εκδίδεται το 1960, και σαν αποτέλεσμα τής απομόνωσης τής Αλβανίας, τής ανάγκης διαχωρισμού από τους αλβανούς πολίτες και το αλβανικό έθνος, καθώς και τής τυπικής λήξης τής γλωσσικής διμορφίας, ο μεν όρος αλβανός τείνει να σημαίνει τον αλβανό τής Αλβανίας ο δε όρος αρβανίτης τον αλβανόφωνο τής νότιας Ελλάδας και, κατ' επέκταση, το σύνολο των αλβανοφώνων τής Ελλάδας, διαχωρισμός πλήρως παγιωμένος πλέον.

 



Οι αρβανίτες συμμετέχουν ως ντόπιοι ορθόδοξοι χριστιανοί στην επανάσταση, ως έλληνες-ρωμιοί, και εξ αρχής συμβάλλουν στη δημιουργία τού εθνικού κράτους και εντάσσονται στο εθνικό φαντασιακό. 

 


Η γλωσσική τους ετερότητα δέν τους αποκλείει από την δημιουργούμενη φαντασιακή κοινότητα, αφού από την αρχή εντάσσονται στην εθνική γενεαλογία και αποτελούν συστατική ομάδα τού ελληνικού έθνους.


Ήδη το 1850, ο Κων/νος Παπαρρηγόπουλος θα γράψει: «Δυο φυλαί κατοικούσι την Ελλάδα, η ελληνική και η αλβανική. Αλλ’ η αλβανική φυλή αποτελεί άραγε έθνος ίδιον;». («Εισαγωγή εις την ιστορίαν τής αναγεννήσεως τού ελληνικού έθνους», Πανδώρα, τ. Α΄, φυλλ. 9, Ιούλιος 1850, σ. 201, βλ και Σκοπετέα σ. 188). Η «αφομοιωτική δύναμη τού ελληνισμού» επενεργούσε (και) στους αλβανούς, ειδικά σε αυτούς τού ελληνικού βασιλείου.

 

ΤΟ ΞΥΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΜΟΔΑΣ ΣΤΟΥΣ 'ΠΑΝΚ' ΣΤΟΥΣ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΗΤΑΝ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ.

-ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΗ ΠΑΣΑ ΠΟΥ ΠΗΓΕ ΝΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙ ΤΟ ΞΥΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΑΠΕΣΥΡΕ ΓΙΑΤΙ ΑΝΤΕΔΡΑΣΑΝ [ΣΧΕΔΟΝ ΕΠΑΝΑΣΤΗΣΑΝ] ΤΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑ ΤΟΥ.




Η «ανακάλυψη» των πελασγών (και των ιλλυριών) από τους ευρωπαίους προσφέρει τη φυλετική καθαρότητα και συγγένεια με τους αρχαίους έλληνες, αφού πλέον και οι αλβανοί ανήκουν στους αρχαίους και εντόπιους λαούς. 
 
Με την ευρωπαϊκή εγκυρότητα καθίστανται αδελφός λαός με καταγωγική σχέση με τους «υπόλοιπους» έλληνες. Διάφορες θεωρίες αναπτύσσονται, ώστε να στηρίξουν αυτό το σχήμα.
 
Η συγκρότηση τής ελληνικής εθνικής ταυτότητας των αρβανιτών σαφώς σχετίζεται και με την αργοπορημένη εθνοποιητική διαδικασία των αλβανών, αλλά και την παρουσία τους ως συνόλου στο νέο κράτος. Σχετικά διαφορετική είναι η στάση των αρβανίτικων κοινοτήτων τής νότιας Ιταλίας και Σικελίας (των ιταλοαλβανών), οι οποίες εμπλέκονται στην εμφάνιση και διαμόρφωση τού αλβανικού εθνικισμού.
 
Στην απουσία διαμόρφωσης μιας ξεχωριστής αρβανίτικης-αλβανικής εθνικής ταυτότητας συνέβαλε και το γεγονός, ότι δέν μπορούν να εντοπιστούν συνολικά διαφορές στην κοινωνικοοικονομική συγκρότηση των ελληνόφωνων από τις αλβανόφωνες κοινότητες, κάτι, που ανιχνεύεται μερικούς αιώνες πριν.




Αρβανίτικες στρατιωτικές και πολιτικές ελίτ
 
 
Η ιδιόμορφη οικονομική ανάπτυξη τής Ύδρας και των Σπετσών, και κατά δεύτερο λόγο τού Πόρου και τού Κρανιδίου, που ενδεχομένως θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την θέση των αρβανιτών στο νέο ελληνικό κράτος, σταματά με την επανάσταση. 
 
Αφού αποτυγχάνουν να περάσουν από το ιστίο στον ατμό και αφαιμαγμένες οικονομικά από τον πόλεμο, οι παρακμάζουσες αυτές κοινότητες στρέφονται στην επάνδρωση τού κρατικού μηχανισμού, στον οποίο θα διατηρήσουν σημαντικές θέσεις μέχρι τις πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα.
 
Οι λίγες μαρτυρίες τού 19ου αιώνα καταδεικνύουν, ότι τουλάχιστον στο πρώτο μισό του, υπάρχει μια ιδιαίτερα σημαντική αίσθηση γλωσσικής και πολιτιστικής ενότητας των αρβανιτών μεταξύ τους. 
 
Τα αρβανίτικα παραμένουν γλώσσα προφορικής παράδοσης, παρά την περιορισμένη τους γραπτότητα στον 19ο αιώνα. Γνωρίζουμε, ότι τουλάχιστον τον 19ο αιώνα είχαν μια περιορισμένη παρουσία στο δημόσιο χώρο και σημαντική στη θρησκευτική ζωή. 
 
Οι συμπαγείς περιοχές αλβανοφωνίας, η άγνοια ή η περιορισμένη γνώση τής ελληνικής από το πιο μεγάλο τμήμα των κοινοτήτων καθιστούν τα αρβανίτικα σε μερικές περιοχές «langue vehiculaire», κάτι, που σε μερικές περιπτώσεις συνεχίζεται μέχρι τη δεκαετία τού 1950.

 

 


 

«Οι δυο αδελφοί λαοί»:

Θεωρίες περί συγγενών και αδελφών φυλών και γλωσσών

 

Οι αλβανοί, κυρίως οι χριστιανοί ορθόδοξοι, αλλά και οι μουσουλμάνοι και πολύ λιγότερο οι καθολικοί, θα αποτελέσουν μέχρι τη δημιουργία τού αλβανικού κράτους, αλλά και στη συνέχεια μέχρι τα τέλη τής δεκαετίας τού 1920, τους αδελφούς, που ανήκουν στην Ελλάδα και στο ελληνικό έθνος, αφού άλλωστε δέν συνιστούν έθνος. 
 

Κυρίως μετά την εμφάνιση τού αλβανικού εθνικισμού στη δεκαετία τού 1870, οι αρβανίτες τού ελληνικού κράτους χρησιμοποιούνται στην προσπάθεια τής Ελλάδας να προσελκύσει τους αλβανικούς πληθυσμούς. 
 
 
Μια σειρά επαφών αρχίζουν με σημαίνοντες αλβανούς, οι οποίες προσβλέπουν ακόμη και σε διάφορες μορφές συνομοσπονδίας ή δημιουργίας ελληνοαλβανικού κράτους.

 

 

 

 

 

Το 1878 αποτελεί ορόσημο για το αλβανικό ζήτημα ως μέρος τού ανατολικού ζητήματος. Η δημιουργία τού Συνδέσμου τής Πρισρένης (Λίγκας τού Πρίζρεν) και η άρνηση των αλβανών στην ενδεχόμενη προσάρτηση τής Ηπείρου στην Ελλάδα, εγκαινιάζει μια ενεργή πολιτική προσεταιρισμού, πέρα από τους ορθόδοξους, και των μουσουλμάνων αλβανών, η οποία βρίσκει σχετική ανταπόκριση στη βάση τού «κοινού σλαβικού κινδύνου». 
 
Είναι εμφανές όμως, και από τις ελληνικές αρχειακές πηγές, ότι η ελληνική πολιτική στόχευε στον εξελληνισμό των αλβανών μέσω αυτής τής πολιτικής «παγίδευσής» τους.
 
Η σφοδρή αντίθεση τού Πατριαρχείου στον εγγραμματισμό τής αλβανικής, ιδιαίτερα για τους ορθόδοξους, και η ανάλογη οθωμανική πολιτική για τους μουσουλμάνους, στάθηκαν αρωγοί σε αυτήν την πολιτική. Η οθωμανική διοίκηση δέν μπορούσε να δεχθεί τη διοικητική «εδαφοποίηση» των αλβανών.

 

 

 

 

 

 

Την ίδια περίοδο στην Ελλάδα μπορούμε να διακρίνουμε μια πικρία των διανοουμένων αρβανιτών για την αντιμετώπιση τής γλώσσας τους. Τα στοιχεία που έχουμε δέν είναι επαρκή, ώστε να θεμελιώσουμε την αρχή ενός κινήματος ή να καθορίσουμε τα χαρακτηριστικά του.
 

 
Οι μαρτυρίες είναι επαρκείς, όμως, σχετικά με την πολιτική γλωσσικού εξελληνισμού, που ασκήθηκε όλο τον 19ο αιώνα, γνωρίζουμε, ότι υπήρχε ήδη από την δημιουργία τού κράτους μια ιδιαίτερη εκπαιδευτική πολιτική για τις αρβανιτόφωνες περιοχές, ώστε να μειωθεί η χρήση τής γλώσσας και να εξαφανιστεί: Ίδρυση σχολείων ειδικά για κορίτσια, μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευση και στην επάνδρωση με δασκάλους κ.λπ.. 
 
 
 
Τα μέτρα «γλωσσικής καταστολής» τής μεταξικής περιόδου θα εφαρμοστούν, πιο χαλαρά βέβαια, σε σχέση με τους σλαβόφωνους, ακόμη και στους αρβανίτες τής Αττικής.

 

 

 

ΤΥΧΕΡΟ ΕΒΡΟΥ 11-7-2020 ΚΑΖΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ [K.Kotskas]

 

 

 

 https://www.facebook.com/ArvanitikiMelissa/posts/

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι Αρβανίτες στο Νεοελληνικό Κράτος

 

 

 

 

 

Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε: Kι η πατρίδα μια τοιχογραφία μ’ επιστρώσεις διαδοχικές φράγκικες ή σλαβικές που αν τύχει και βαλθείς για να την αποκαταστήσεις πας αμέσως φυλακή και δίνεις λόγο… 

 

Σίγουρα μέσα σ’ αυτές τις «επιστρώσεις» βρίσκεται και η αρβανίτικη, που μέχρι και σήμερα είναι ορατή σε πολλές ανθρώπινες εκφάνσεις αυτού του τόπου.

Το πότε εμφανίζονται και εγκαθίστανται οι Αρβανίτες στον Ελλαδικό χώρο είναι γνωστό. Ήδη στις αρχές του 14ου αιώνα πολλές οικογένειες «Αλβανών», όπως αναφέρουν οι πηγές της εποχής, μετακινούνται από την περιοχή της σημερινής Αλβανίας προς την ηπειρωτική Ελλάδα (Ήπειρο, Θεσσαλία, Πελοπόννησο, Αττική). 

 

 

Έκτοτε θα παρέχουν στρατιωτικές υπηρεσίες στους Βυζαντινούς άρχοντες του Μυστρά ως μισθοφόροι. Στη περιοχή της Αττικής γνωστές αρβανίτικες φάρες (= οικογένειες) που έφτασαν αυτή τη περίοδο είναι του Μπούα, του Σπάτα (τα σημερινά Σπάτα), του Λίωσα (τα σημερινά Λιόσια) και του Μαλακάση (σημερινή Μαλακάσα).

 

Οι Αρβανίτες γρήγορα προσαρμόστηκαν και εγκαταστάθηκαν ομαλά. Άλλωστε ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι, κάτι που τους βοήθησε να ενταχθούν ευκολότερα στους ελληνικούς πληθυσμούς και μάλιστα να αποκτήσουν ελληνική συνείδηση και γλώσσα. 

 

Στην ελληνική επανάσταση το 1821 πολλοί γνωστοί κλέφτες ήταν Αρβανίτες. Ο Μάρκος Μπότσαρης (ο οποίος ήταν από τους πρώτους που έγραψε αρβανίτικο λεξικό σε ηλικία μόλις 19 χρονών), ο Ανδρέας Μιαούλης, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κ.α. 

 

Τα αρβανίτικα, μάλιστα από την περίοδο της επανάστασης έως και τα τέλη του 19ου αιώνα αποτελούσαν τη γλώσσα των ελλήνων ναυτικών. 

 

Στα μετέπειτα χρόνια γνωστοί αρβανίτες είναι ο πολιτικός Δημήτριος Βούλγαρης  (Λέγεται ότι συνήθιζε να δίνει την απάντηση “άστε ντούα”= Έτσι θέλω στα αρβανίτικα, όταν του ζητούσαν να δικαιολογήσει τις αποφάσεις του), ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης (οι Κουντουριώτηδες ήταν αρβανίτικη φάρα της Ύδρας), ο Αλέξανδρος Κορυζής, ο στρατηγός και δικτάτορας Θ. Πάγκαλος κ.α.

 

 

 

Οι Αρβανίτες στην πλειοψηφία τους ασχολήθηκαν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Εξαίρεση αποτελούν τα νησιά του Αργοσαρωνικού γνωστά για τη ναυτική και εμπορική τους παράδοση. 

 

Διακρίνονταν για την ειλικρίνειά τους (ντρέτα και σταράτα σαν Αρβανίτες), (είναι αρβανίτης μπεσαλής), αλλά και για το πείσμα και την οξυθυμία τους (τον έπιασε το Αρβανίτικο), (Αρβανίτικο κεφάλι–ξεροκέφαλος). 

 

Από τον 19ο αιώνα έως σήμερα οι περιοχές με αρβανίτικους πληθυσμούς έχουν μειωθεί δραματικά, η γλώσσα όντας προφορική κινδυνεύει να εξαφανιστεί και η αστυφιλία έχει οδηγήσει πολλούς στην εγκατάλειψη της υπαίθρου.

 

 

Η αρβανίτικη διάλεκτος αποτελεί ένα αμάλγαμα από ελληνικά, λατινικά και αλβανικά γλωσσικά στοιχεία και τη συναντάμε μόνο σε προφορική μορφή. Έτσι, και λόγω της πλήρους πολιτιστικής ενσωμάτωσης των Αρβανιτών από το ελληνικό περιβάλλον ο κίνδυνος της οριστικής εξαφάνισης της διαλέκτου είναι πολύ μεγάλος. 

 

Η αρβανίτικη γλώσσα είναι βραχύφωνη και συμφωνική, δηλαδή οι λέξεις της περιέχουν πολλά σύμφωνα. Σε αρκετές περιπτώσεις μεταξύ των συμφώνων παρεμβάλλεται ένας ηχητικός φθόγγος, ένα ημίφωνο που δεν συναντάται στην ελληνική. Έτσι ο ημίφωνος αυτός ήχος, που εκφέρεται από το στέρνο και δε προφέρεται ως «ε» αποδίδεται γραπτά με το λατινικό  «ë», ενώ το ημίφωνο «ι» με το «j». 

 

Επίσης στα αρβανίτικα όταν η συλλαβή -ζα προστίθεται στην αρχή της λέξης, δηλώνει κάτι μεγάλο, όπως για παράδειγμα ζάλλογον, ζάμπλουτος. 

 

Αντίθετα, όταν η συλλαβή προστίθεται στο τέλος της λέξης, δηλώνεται κάτι το μικρό ή το υποκοριστικό του αντικειμένου. Παράδειγμα βάρκίζα (η βαρκούλα, από εκεί πήρε το όνομά της και η Βάρκιζα).

Μέχρι και σήμερα υπάρχουν αρκετές αρβανιτόφωνες περιοχές, όπως στην ΝΑ Στερεά Ελλάδα και ειδικότερα την Αττική (ιδίως το ανατολικό τμήμα), τη νότια Βοιωτία, το νότιο τμήμα της Εύβοιας και το βόρειο τμήμα της νήσου Άνδρου, ενώ στην Πελοπόννησο εντοπίζονται κυρίως στην Αργολιδοκορινθία, σε μια περιορισμένη μάλλον έκταση στα σύνορα Αχαΐας και Ηλείας, στην Τριφυλία, στην ανατολική Λακωνία, καθώς και στα περισσότερα νησιά του Αργοσαρωνικού (Ύδρα, Σπέτσες, Σαλαμίνα, Αγκίστρι και Πόρος). 

 

Ακόμα αρβανίτικος πληθυσμός βρέθηκε στη περιοχή της Λαμίας, αλλά και περιχώρων του Νομού Φθιώτιδας. Αρβανίτες κατοικούν και στην περιοχή της Πάργας και σε πολλά χωριά της Θεσπρωτίας.

 

 
Βιβλιογραφία
  • Αθανάσιος Σ. Τσίγκος, Κείμενα για τους Αρβανίτες, Αθήνα 1991
  • Μαρία Μιχαήλ-Δέδε, Οι Έλληνες Αρβανίτες, Ίδρυμα Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, Αθήνα 1994, Εκδόσεις Δωδώνη
  • Λεξικόν της Βυζαντινής Πελοποννήσου, Επιμέλεια έκδοσης Γ. Νικολούδης, Αθήνα 2010, Εκδόσεις Μυρμιδόνες
  • Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Αρβανίτικο Λεξικό (Γ΄ Έκδοση), Αθήνα 2014, Εκδόσεις Omni Publishing

 

 

 

 

 

 

 https://www.offlinepost.gr/

 

 

 


 

 

 

 ΡΩΜΙΕ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΤΕ!!

 


 

ΡΩΜΙΕ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΤΕ!!




 

 

 

 

 

 

Ρωμιός < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ρωμαῖος (πολίτης του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, του Βυζαντίου), < ελληνιστική κοινή Ῥωμαῖος (πολίτης του Ρωμαϊκού κράτους) < λατινική Romanus, Ῥώμη Roma[1]

 

 

 


 

 

Εγώ είμαι ρωμιός 

 


 

 

Αρβελέρ: Να σταματήσουμε να λέμε ότι είμαστε Έλληνες! 

 


 

 

 

 

 

GEORGE SOROS : ΧΡΕΙΑΖΕΣΤΕ 

ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΓΙΑ 

ΑΝΑΠΤΥΞΗ












 

 


 

 

Αλβανίδα ιστορικός: Οι Έλληνες είναι Αλβανοί 

 

 

 

 

Αλβανική προπαγάνδα στα σχολεία 

 

 

 

 

 

Γνωρίστε τους Ούντις - Ένα έθνος Αλβανων απο τον Καυκασο - life 

 

 

 

Το χωριό Νιτζ στο Αζερμπαϊτζάν, κατοικείται από τους απογόνους των Αλβανών του Καυκάσου. Οι Ούντις είναι ένα αρχαίο έθνος, με μεγάλη και πλούσια ιστορία.

Σήμερα υπάρχουν μερικές χιλιάδες Ούντις σε όλο τον κόσμο.

Περίπου 4.000 ζουν, στο Νιτζ. Το χωριό δεν βρίσκεται μακριά από την πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου των Αλβανών του Καυκάσου. Οι ντόπιοι πιστεύουν ότι αυτή η γη, ανήκε πάντα στους Ούντις.

 

 

 Γνωρίστε τους Ούντις - Ένα αρχαίο έθνος με μεγάλη ιστορία

 Γνωρίστε τους Ούντις - Ένα αρχαίο έθνος με μεγάλη ιστορία

Το χωριό Νιτζ στο Αζερμπαϊτζάν, κατοικείται από τους απογόνους των Αλβανών του Καυκάσου. Οι Ούντις είναι ένα αρχαίο έθνος, με μεγάλη και πλούσια ιστορία.

Σήμερα υπάρχουν μερικές χιλιάδες Ούντις σε όλο τον κόσμο.

Περίπου 4.000 ζουν, στο Νιτζ. Το χωριό δεν βρίσκεται μακριά από την πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου των Αλβανών του Καυκάσου. Οι ντόπιοι πιστεύουν ότι αυτή η γη, ανήκε πάντα στους Ούντις.

«Στο αλβανικό κράτος του Καυκάσου υπήρχαν 26 φυλές. Οι Ούντις ήταν μία απο τις πιο ισχυρές. Ξεχώριζαν για την πίστη τους, τη Βίβλο, τη γλώσσα τους και τα γραπτά τους κείμενα»
υποστηρίζει μιλώντας στο euponews, o Όλεγκ Ντανακίρι, διευθυντής του πολιτιστικού κέντρου των Ούντις.

Ο Χριστιανισμός ήταν η επίσημη θρησκεία της Αλβανίας του Καυκάσου. Οι Ούντοι της Νίτζ διατήρησαν την πίστη τους, ακόμα και στη σοβιετική εποχή, όταν δεν υπήρχε χώρος προσευχής. Μία αρχαία εκκλησία αναστηλώθηκε το 2007. Ο ιερέας που θα λειτουργεί εδώ, αυτή την περίοδο σπουδάζει σε θεολογική σχολή στο εξωτερικό.

«Οι Ούντις είναι πολύ ιδιαίτεροι άνθρωποι. Η γλώσσα τους είναι μια σπάνιας ομάδας γλωσσών του Καυκάσου. Ανήκουμε στην χριστιανική εκκλησία της Ανατολής. Τώρα στόχος μας είναι να αποκαταστήσουμε την ανεξαρτησία της αλβανικής εκκλησίας στο Αζερμπαϊτζάν» δήλωσε ο Ρόμπετρτ Μομπίλι, επικεφαλής του χριστιανικού κέντρου της πόλης.

Τα χριστιανικά σύμβολα πάντα ήταν κομμάτι της καθημερινότητας των Ούντις. Τα κοστούμια των μουσικών παραμένουν ίδια εδώ και αιώνες, και έτσι διηγούνται την ιστορία μιας πίστης.

«Εδώ μπορείτε να δείτε έναν αρχαίο σταυρό της Αλβανίας του Καυκάσου. Στην πίσω πλευρά υπάρχει ένας ήλιος με οκτώ βέλη. Συμβολίζει το προσκύνημα στο Ισραήλ. Όποιος φοράει αυτό τον σταυρό, σημαίνει πως βαφτίστηκε εκεί» υποστηρίζει ο μουσικός, Κάρλεν Σχιρβάνι

Οι Ούντις ξεκινούν να μαγειρεύουν, μόνο όταν η ζύμη έχει την ευλογία του θεού. Η τσουκνίδα είναι το κύριο συστατικό του Αφάρ. Αυτό το άγριο φυτό είναι πλούσιο σε βιταμίνη C και στην αρχαιότητα αποτελούσε πηγή δύναμης για τους φτωχούς

Σύντομα η κοινότητα του Νίτζ θα εκδώσει βιβλίο με 100 σπάνιες συνταγές των Ούντις.

«Έμαθα να το μαγειρεύω από τη μητέρα μου. Εκείνη είχε διδαχθεί από τη γιαγιά μου. Τώρα εγώ μαθαίνω την κόρη μου να μαγειρεύει. Το Αφάρ είναι δύσκολο φαγητό, δεν είναι εύκολο να γίνει. Αυτό το πιάτο θα υπάρχει όσο εμείς, οι Ούντις βρισκόμαστε σε αυτόν τον κόσμο. Θα είναι πάντα ένα μέρος της ζωής μας» λέει η Ρίτα Ντανακίρι.

Οι Ούντις μιλούν την γλώσσα των Αζέρων, όμως κυρίως χρησιμοποιούν την δική τους, γλώσσα. Το αρχαίο αλφάβητο έχει αντικατασταθεί από λατινικά γράμματα, που είναι πιο εύκολα για τα μικρά παιδιά.

Νέα σχολικά βιβλία δημοσιεύονται κάθε χρόνο. Η δημιουργός τους και δάσκαλος , Βενέρα Αντόνοβα, ετοιμάζει τα ηλεκτρονικά λεξικά από Ούντι στα αγγλικά και από Ούντι σε Αζέρικα.

Ο Γκριγκόρι άρχισε να γράφει ποιήματα στην γλώσσα των Ούντις, όταν ήταν μικρό αγόρι.
Υποστηρίζει πως αυτή είναι η γλώσσα του Θεού.

Το βράδυ που συνάντησε την δημοσιογράφο του euronews, δούλευε ένα ποίημα που πρόσφερε ως δώρο γενεθλίων στη μητέρα του.

«Η μητρική μου γλώσσα είναι η μούσα μου. Οι ήχοι της είναι τόσο τέλειοι. Μου επιτρέπει να μεταφράζω την ομορφιά του κόσμου σε λέξεις» υποστηρίζει ο ποιητής Γκριγκόρι Μεσάρι.

Όταν φτάσαμε στο Νίτζ, το χωριό ετοιμαζόταν για μια μεγάλη γιορτή. Δύο νέοι άνθρωποι παντρεύονται, όμως οι παραδόσεις τηρούνται. Γι’ αυτό και νεαρά κορίτσια βοηθούν τη νύφη να ετοιμαστεί.

Το ψωμί κόβεται πάνω από το κεφάλι της. Αυτό σημαίνει πως από εδώ και μπρος, εκείνη είναι υπεύθυνη για την οικογενειακή εστία.

Την ίδια ώρα, ο γαμπρός ξυρίζεται. Οι επισκέπτες δίνουν χρήματα για τον επαγγελματία κουρέα. Η αποστολή του είναι πολύ σημαντική.

«Όταν ένα παιδί γεννιέται είναι μωρό, μετά γίνεται παιδί και μετά έφηβος. Όμως για να γίνει άνδρας πρέπει να παντρευτεί. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος.
Αυτό το ξύρισμα συμβολίζει το μεγάλο βήμα προς την ενήλικη ζωή. Δείχνει ότι γίνεται άνδρας» υποστηρίζει ο Αλεξάντρ Κανκάλοβ.

Το τελετουργικό του γάμου, έχει τις ρίζες του στην εποχή που οι άνδρες έφευγαν για κυνήγι, ώστε να θρέψουν τις οικογένειές τους.

Κάποιος πυροβολεί ένα στόχο. Αυτή τη φορά πρόκειται για ένα κρεμμύδι που κρέμεται από το δέντρο.

Αυτός που θα πετύχει τον στόχο έχει την τιμή να παραδώσει το όπλο στο γαμπρό.

«Από το Νίτζ φεύγουμε για τα Γκομπουστάν, γνωστά και ως «φλεγόμενα βουνά».Έτσι αποκαλούν οι ντόπιοι τα περίφημα ηφαίστεια λάσπης. Θα γνωρίσουμε την μαγική τους δύναμη στο επόμενο επεισόδιο του προγράμματος «Η ζωή των Αζέρων» μεταδίδει η απεσταλμένη του euronews, Γκαλίνα Πολόνσκαγια.

 

 

 

 

 

 



theologos vasiliadis

 

 

Χριστιανοί: Αλλοίωσαν τα Αρχαία Ελληνικά

Χριστιανοί: Αλλοίωσαν τα Αρχαία Ελληνικά

 


 

Η σκόπιμη Αλλοίωση και ολοκληρωτική Διαστρέβλωση των αρχαίων ελληνικών εννοιών

 

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στο έργο του «Statistik des neutestamenlichen Wortschatzes» (Zurich 1958), ο Robert Morgenthaler, περί στατιστικών στοιχείων αναφορικά με τη γλώσσα της Καινής Διαθήκης, η τελευταία αριθμεί 5.436 λέξεις, από τις όποιες οι 3.000 προέρχονται από το λεξιλόγιο της Αρχαίας Ελληνικής. Από τις υπόλοιπες, οι 1.900 διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους εβδομήκοντα δύο (72) συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, οι 491 είναι δημιουργήματα της μετακλασικής γραμματείας, ενώ οι 45 είναι ξένες.

 

Η κατηγοριοποίηση αυτή, βέβαια, είναι εντελώς συμβατική, αφού μία εις βάθος γλωσσολογική εξέταση δύναται ν’ αποδείξει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των λέξεων (τόσο της Καινής Διαθήκης, όσο και της μεταγενέστερης εκκλησιαστικής και πατερικής γραμματείας), όπως αναφέρει και ο διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Λουκάς X. Φίλης από το βιβλίο του «Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης» (Αθήνα, 1984) «προέρχεται γλωσσικά και εννοιολογικά από τον χώρο της ελληνικής σκέψεως και διανοήσεως και συντίθεται για να αποτελέσει ολοκληρωμένη έννοια, με τον καθαρά ελληνικό τρόπο διατυπώσεως». Ωστόσο, το θρησκευτικό πνεύμα της χριστιανικής γραμματείας σε συνδυασμό με την αναμφισβήτητη επιρροή της γλώσσας στον ψυχισμό του ανθρώπου, οδηγεί στην αλλοίωση, ή ολοκληρωτική διαστρέβλωση του εννοιολογικού τους περιεχομένου, καθώς άνευ αναφοράς στον Θεό τους, καταντούν κενές νοήματος στη συνήθη χρήση τους έως σήμερα.

 

Ακολουθούν ως παραδείγματα, ορισμένες από τις λέξεις αυτές με αντιπαραβολή της προτέρας Αρχαιοελληνικής και νεώτερης χριστιανικής-εβραϊκής σημασίας τους.

 

Αγάπη: Στα αρχαία ελληνικά, εκ του «άγαμαι» και του ποιητικού τύπου του «αγάζομαι» (=θαυμάζω, παραξενεύομαι). Στη χριστιανική-εβραϊκή γραμματεία έλαβε την έννοια, όχι μόνον της αντιθέσεως προς το μίσος, αλλά και της φιλότητος, υπό την σκέπη όμως του Θεού, κατά τους βιβλικούς συγγραφείς.

 

Άγγελος: Στα αρχαία ελληνικά, αυτός που κομίζει μήνυμα, ο αγγελιαφόρος. Στον Χριστιανισμό (αλλά και στον Ιουδαϊσμό και στο Ισλάμ), οι άγγελοι είναι υπερκόσμια όντα, μέσω των οποίων ο Γιαχβέ κάνει γνωστή την βουλή του στους θνητούς.

 

Αγιότητα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αγνότητα, ενίοτε όμως σήμαινε και τη μιαρότητα. Περαιτέρω έλαβε τη σημασία της αφιερώσεως στον Θεό.

 

Αδελφοσύνη: Παράγεται εκ του «αδελφός» (ο προερχόμενος από την ίδια μήτρα -δελφύς=μήτρα). Έφθασε να σημαίνει την «εν Πνεύματι Αγίω» αποκλειστικά αδελφική σχέση όλων των θνητών εχόντων ως πατέρα τον Θεό.

 

Αιωνιότητα: Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη ήταν δηλωτική του μεγάλου χρονικού διαστήματος, της εποχής ή της ηλικίας, ανάλογα με την περίπτωση χρήσεώς της. Η σημασία της στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο είναι αυτή της ατελεύτητης ζωής στην υπερκόσμια διάσταση του Γιαχβέ.

 

Αλήθεια: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε το μη αποκεκρυμμένο, την πραγματικότητα. Και μόνο η θεολογική αναφορά στον Θεό ως απόλυτη «Αλήθεια» υστερεί ως προς την αποδεικτική πλευρά, καθώς η υφή της έννοιας «αλήθεια» {α-λήθω=λανθάνω} προϋποθέτει τη σαφή και αντικειμενική απόδειξη.

 

Αμαρτία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αποτυχία, την αστοχία. Ο όρος σημαίνει πλέον την κακοπραγία που αντιβαίνει στην όποια Θεία Βούληση του Γιαχβέ.

 

Αρετή: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την παλικαριά, την γενναιότητα. Η χριστιανική-εβραϊκή της έννοια, είναι η συμμόρφωση με όσα εντέλλεται ο Θεός.

 

Δαίμονας: Στα αρχαία ελληνικά, η Θεότητα. Η αρνητική σημασία της λέξεως σήμερα, συνίσταται στην ταύτισή της με το κακό πνεύμα. Δαίμονες επίσης ονομάζονταν και οι ψυχές των ανθρώπων, που αποτελούσαν τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Θεών και θνητών.

 

Διάβολος: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τον συκοφάντη, τον ψευδώς κατηγορών. Η προσωποποίησή του και η σημασία που έλαβε έκτοτε, δεν χρήζουν σχολιασμού.

 

Δόγμα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη γνώμη, την απόφαση, το ψήφισμα. Στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο η λέξη σημαίνει την μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση της αυθεντικής θεωρίας περί Θεού.

 

Εκκλησία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη συνέλευση του δήμου. Έχει πλέον την έννοια του συνόλου των πιστών στον χριστιανικό Θεό Γιαχβέ-Χριστό

 

Ελπίδα: Στα αρχαία ελληνικά, η προσδοκία, η αναμονή. Η αναφορά της ελπίδας στον Θεό, την κατατάσσει μεταξύ των τριών βασικών χριστιανικών- εβραϊκών αρετών (πίστη, ελπίδα, αγάπη).

 

Ευλογία: Στα αρχαία ελληνικά, ο έπαινος, το εγκώμιο. Σήμερα έφθασε να σημαίνει την ιερατική ευχή και την θεϊκή τύχη, έγκριση, βοήθεια ή ανταμοιβή από τον Γιαχβέ-Χριστό.

 

Εωσφόρος: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τον φωτοδότη, αυτόν που φέρει την αυγή της ημέρας.  

 

Ήταν προσωνύμιο του θεού Απόλλωνα. 

 

Το μίσος κατά του Ελληνισμού υπήρξε η αίτια ταυτίσεώς του με τον Σατανά. Δες [1] [2]

 

Θεός: Στα αρχαία ελληνικά, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η λέξη προκύπτει εκ του ρήματος «Θέω»* (δράμω, σπεύδω, τρέχω). Η ετυμολογία της λέξεως, φανερώνει την ανθρωπομορφική, περί Θεών, αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων. Κατόπιν, «Θεός» εκλήθη το εξωσυμπαντικό-υπερκόσμιο ον (Γιαχβέ), που κατά τη σημιτική αντίληψη εξουσιάζει τον κόσμο. * Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο («Ευτέρπη», 52) η λέξη προκύπτει από το ρήμα «τίθημι» «θεοὺς δὲ προσωνόμασαν σφέας ἀπὸ τοῦ τοιούτου, ὅτι κόσμῳ θέντες τὰ πάντα πρήγματα καὶ πάσας νομὰς εἶχον»

 

Κοινωνία: Στα αρχαία ελληνικά, η συναναστροφή, η επικοινωνία. Οι συγγραφείς της εβραϊκής εκκλησίας περιορίζουν την αρχική ευρύτητα αυτής της έννοιας στη σχέση μεταξύ πιστού-Θεού και πιστών μεταξύ των.

 

Κόλαση: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την τιμωρία. Ο αρχαίος αυτός δικανικός όρος, έφθασε να σημαίνει τον τόπο ή την μέθοδο τιμωρίας των μη υπάκουων στον Γιαχβέ-Χριστό, μετά τον θάνατό τους.

 

Λόγος: Η λέξη ήταν πολυσήμαντη. Η κύρια έννοιά της, ωστόσο, είναι αυτή του νόμου λειτουργίας του σύμπαντος. Στη χριστιανική-εβραϊκή θεολογία σημαίνει αφ’ ενός τον νόμο δημιουργίας του σύμπαντος (τον Λόγο του Θεού ως ενσάρκωση του οποίου φέρεται ο Χριστός-Γιαχβέ, ως ενδιάθετος Λόγος) κι αφ’ ετέρου τον προφορικό ή γραπτό λόγο των βιβλικών προσώπων και συγγραμμάτων.

 

Πίστη: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αξιοπιστία, την εμπιστοσύνη. Στη θρησκευτική Χριστιανική-Εβραϊκή της χρήση, η έννοια επιτείνεται με την αποδοχή του Θεού ως απολύτου κυρίου και την υποταγή σ’ αυτόν.

 

Πνεύμα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε το φύσημα, την πνοή, την αναπνοή. Στη φιλοσοφία εφέρετο ενίστε και ως το ανώτερο μέρος της ψυχής ως κάτι κεχωρισμένο απ’ αυτήν. Στην θρησκευτική Χριστιανική-Εβραϊκή χρήση, σημαίνει το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ως ομοούσιο με τα δύο άλλα και ουσιαστικά την ψυχή του κάθε ανθρώπου. Ασχολίαστο κι αυτό !!

 

Σωτηρία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη διάσωση από κίνδυνο. Στο Χριστιανικό-Εβραϊκό λεξιλόγιο σημαίνει τη λύτρωση από τα διαβολικά δεσμά του κόσμου και την διά της υπακοής στον Θεό αποφυγή της Κολάσεως.

 

Χάρη: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την εύνοια, τη γοητεία, το θέλγητρο, την αίγλη. Στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο ως γνώρισμα του Θεού και των αγίων, απαντά με την πρώτη σημασία, καθώς οι υπόλοιπες απαγορεύονται.

 

Οι αλλαγές των νοημάτων στα παραπάνω λήμματα είναι έκδηλες και αναμφισβήτητες. Η βασικότερη συνέπεια αυτών, δεν είναι μόνο οι παρανοήσεις στη χρήση λέξεων σαν αυτές, αλλά κυρίως η αποκοπή των χρηστών της ελληνικής γλώσσας από τις γενετικές απαρχές της. Συνεπώς το επιχείρημα ότι η συγγραφή της Βίβλου (από τους 72 Εβραίους) και της πατερικής γραμματείας στα ελληνικά, έσωσε και τη γλώσσα μας από αφανισμό είναι μάλλον αδόκιμο. Ακριβέστερο θα ήταν, εάν ελέγετο ότι ο Χριστιανισμός-Εβραϊσμός της Ανατολής έσωσε ένα ελληνικό λεξιλόγιο, αλλά ταυτόχρονα παρήλλαξε ή διαστρέβλωσε εσκεμμένα το νόημα των λέξεων, δίδοντας σ’ αυτές άλλο περιεχόμενο, αυτό που συνέφερε στο δόγμα, με σκοπό την ηλιθιοποίηση των πιστών προβάτων του και ταυτόχρονη καταστροφή της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας.

@Μάριος Μαμανέας «Δαυλός»

Αναζήτησε τα άρθρα: 

[1] Μελεκ Ταους – Η Επανάσταση του Παλιμπαιδισμού / 

[2] Μελέκ Ταούς – Γεζίντι: Ταξίδι Στον Παράδεισο του Σατανά

terrapapers.com__arxaia ellinika vs xristianiki apati 1

Φωτογραφία εδωλίων Προ-Νεολιθικής εποχής που το φορούσε κρεμασμένο στο λαιμό του
το ανθρώπινο κοπάδι και δήλωνε σε ποιόν άρχοντα ανήκε.
Αρχαιολογικό μουσείο Βόλου/ Φωτογραφίες: Eos Aurora 2000

 

Γραφή: Ένα Μέσο Καταπίεσης

 

Η έλευση της γραφής θεωρείται γενικότερα σαν ένα σημαντικό βήμα πολιτισμικής εξέλιξης, ενώ έχει δοθεί πολύ λιγότερο σημασία στις πολιτικές προεκτάσεις του. Ωστόσο φαίνεται ότι η πιο σημαντική λειτουργία της γραφής είχε σχέση με θέματα διαχείρισης που αφορούσαν τη δουλεία και τους κανονισμούς της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο εκφράζεται και στην προσπάθεια να γίνει κατανοητή η πρωτο-Ελαμιτική γραφή, ένα από τα αρχαιότερα μη αποκρυπτογραφημένα συστήματα γραφής στον κόσμο που εμφανίστηκε στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το ΝΔ Ιράν, πριν από 5,000 χρόνια πριν. Πρόκειται για γραφή που σώθηκε πάνω σε πήλινες πλάκες και αποτελεί μία από τις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να κρατήσει μόνιμα αρχεία καταγραφής του περιβάλλοντός του.

 

Ακόμα και αν τα σύμβολα δεν τους είναι όλα κατανοητά, οι αρχαιολόγοι μπορούν να προσδιορίσουν το περιεχόμενο των μηνυμάτων στις πλάκες αυτές. Το σύστημα αρίθμησης είναι επίσης κάτι που μπορεί να προσδιοριστεί και μάλιστα δείχνει ότι το περιεχόμενο αυτής της γραφής αφορά κατ’ εξοχήν λογαριασμούς ιδιοκτησίας και κατοχής γης και ανθρώπων. Μιλούν και ιδιοκτησία και κοινωνική θέση και δεν καταγράφουν κείμενα λογοτεχνίας, όπως ποίηση κάτι που είναι αρκετά συνηθισμένο και σε άλλα αντίστοιχα συστήματα γραφής.

 

Πρόκειται για μία απλή κοινωνία με μία άρχουσα τάξη να δεσπόζει. Κάτω από αυτήν υπάρχει μία σειρά δυνατών μεσαίων θα λέγαμε στρωμάτων, κάτω από αυτούς εργάτες οι οποίοι αντιμετωπίζονται σαν «κοπάδια ζώων» Οι άρχοντες έχουν τίτλους και ονόματα που έχουν σχέση με την κοινωνική επιφάνειά τους και επιρροή τους. Αν κάποιος για παράδειγμα λέγεται «Κος Εκατό» δείχνει τον αριθμό των ανθρώπων που βρίσκονται κάποιον από αυτόν.

 

Από τις πήλινες αυτές πινακίδες δεν είναι δυνατόν να υπολογίσουμε το μερίδιο τροφής που έπαιρναν οι εργάτες στα χωράφια, αν και η διατροφή τους βασιζόταν στο κριθάρι το οποίο το έσπαγαν, το έκαναν χυλό και το έπιναν με μπύρα. Ωστόσο, όσοι άνηκαν σε πιο ψηλές τάξεις ίσως να έτρωγαν και γιαούρτι, τυρί και μέλι και συντηρούσαν επίσης κατσίκες, πρόβατα και μοσχάρια. Όπως λοιπόν ήταν αναμενόμενο όσοι βρίσκονταν ψηλότερα στην κοινωνική πυραμίδα είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, ενώ για όσους ήταν στα κατώτερα, μπορούμε να υποθέσουμε, ότι ο μέσος όρος ζωής τους, ήταν ο ίδιος με αυτόν που υπάρχει σήμερα στις φτωχότερες χώρες του κόσμου.

 

Αν θεωρήσουμε τη γραφή σαν ένα μέσο καταγραφής των εντυπώσεων ενός παρατηρητή μπορούμε να θεωρήσουμε ότι υπήρχε ένα είδος πρωτο-ιστορικού που είχε το καθήκον να δημιουργήσει αυτές τις πρώτες πινακίδες, ωστόσο το περιεχόμενό τους όπως περιγράψαμε παραπάνω έχει να κάνει με κείμενα καθαρά χρηστικό περιεχόμενο και λειτουργία: ήταν αρχεία της άρχουσας τάξης.

 

Πραγματικά η δημιουργία της γραφής προήλθε για να εξυπηρετήσει την εξέλιξη και τη διάδοση της ιδιοκτησίας.

 

Πριν τη Νεολιθική Επανάσταση και την εμφάνιση της γεωργίας, όντας κυνηγοί-καρποσυλλέκτες, οι πρόγονοί μας δεν είχαν θεωρητικά ιδιοκτησία. Χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να συγκεντρώσουν δύναμη από την αντίστοιχη συγκέντρωση πόρων και τροφής λειτουργούσαν με έναν φυσικό τρόπο ισότητας και συνεργασίας. Για να δημιουργηθούν πάσης φύσεως ανισότητες πρέπει να σταματήσουμε τις μετακινήσεις και να ξεκινάμε να αποκτούμε ιδιοκτησία καθώς και να τη διατηρήσουμε, χρειάζεται κάποιο είδος γραφής: ένα είδος συστήματος γραφής λειτουργούσε σαν μία απόδειξη ότι κάτι ανήκει κάπου. Η δύναμη της γραφής να καταγράφει αυτές τις ανισότητες στην ιδιοκτησία χωρίς αμφιβολία ενίσχυσε το διαχωρισμό μεταξύ των εγγράμματων και αγράμματων, αυτών που χρησιμοποιούσαν τη γραφή και αυτών που χρησιμοποιούνταν από τη γραφή.

 

Όπως είδαμε παραπάνω λοιπόν, η γεωργία «λειτούργησε» με έναν τρόπο διατηρώντας μία ομάδα που εργαζόταν καταναλώνοντας μόνο την απαραίτητη ποσότητα τροφής για να αποδώσει, αλλά ήταν και αρκετά αδύναμη για να αντιδράσει εναντίον αυτών που πρόσφερε υπηρεσίες. Και εκείνοι πια που μπορούσαν να δίνουν οποιουδήποτε είδους ανταμοιβές είχαν στα χέρια τους το μέσο της γραφής, αυτό που πλέον αντιπροσώπευε σε ποιον άνηκε τι.

 

Οτιδήποτε καταγραφόταν σε πέτρα ή αλλού από τότε και στο εξής θεωρούταν ένα σταθερό δεδομένο που δεν μπορούσε να αλλάξει, ούτε να γίνει θέμα διαπραγμάτευσης ή εύκολης τροποποίησης. Μπορεί λοιπόν ακόμα και σήμερα η γραφή να «μονιμοποιεί» τη γλώσσα μας, αλλά η δύναμη της ίδιας της γλώσσας βρίσκεται στη συνεχή πλαστικότητά της και η εξέλιξη των συστημάτων γραφής πιστοποιεί αυτό ακριβώς.

@Ηω Αναγνώστου /25-12-2014 /Φωτογραφίες: Eos Aurora /1992

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (1)

«Γράμματα από το Υπόγειο. Γραφή στη Μεθώνη της Πιερίας» ύστερος 8ος – πρώιμος 7ος αι. π.κ.ε.

 

Η αρχαία Μεθώνη είναι μία από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές θέσεις της Μακεδονίας. Βρίσκεται στη βόρεια Πιερία, στη δυτική ακτή του Θερμαϊκού Κόλπου κοντά στις νότιες εκβολές του Αλιάκμονα.  Οι ανασκαφές που διενεργούνται από την ΚΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων από το 2003 μέχρι σήμερα έχουν φέρει στο φως σημαντικότατα ευρήματα, τα οποία «ξεδιπλώνουν» πτυχές της ιστορίας αυτής της ακμαίας πόλης. Ένα από τα ευρήματα με μεγάλη ιστορική και αρχαιολογική σημασία προέρχεται από το «Υπόγειο», μια υπόσκαφη κατασκευή, όπου βρέθηκαν 191 ενεπίγραφα αγγεία, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται τον ύστερο 8ο και τον πρώιμο 7ο αι. π.κ.ε.

 

Πρόκειται για μια δυσερμήνευτη κατασκευή, πιθανόν αποθηκευτικού χαρακτήρα, η οποία λόγω στατικών προβλημάτων δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και επιχώθηκε βιαστικά λίγο μετά το 700 π.κ.ε. με κάθε είδους υλικά (δηλαδή όστρακα, ξύλα, τμήματα λίθινων μητρών από μεταλλουργικές δραστηριότητες, σκωρίες χαλκού και σιδήρου, πήλινες χοάνες κατεργασίας χαλκού και χρυσού κ.ά.). Στο εσωτερικό του «Υπογείου» βρέθηκαν αγγεία όλων των τύπων: αποθηκευτικά, μαγειρικά, εμπορικοί αμφορείς, αγγεία για το σερβίρισμα και την κατανάλωση υγρών και τροφής. Η προέλευσή τους ποικίλλει: τοπικά, κορινθιακά, αττικά, ευβοϊκά, κυκλαδικά, ιωνικά, αιολικά, αλλά και φοινικικά.

 

Η σπουδαιότητα του ευρήματος έγκειται στο γεγονός ότι από τον 8ο αι. π.κ.ε. όταν άρχισε να χρησιμοποιείται η αλφαβητική γραφή στον ελλαδικό χώρο, υπάρχουν ελάχιστες επιγραφές και επιγραφικά τεκμήρια, και συνεπώς τα ενεπίγραφα αγγεία της Μεθώνης είναι πραγματικά πολύτιμα. Ειδικότερα για τη Μακεδονία πρόκειται για τα πρωιμότερα μέχρι σήμερα επιγραφικά ευρήματα. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε με ενθουσιασμό να εντάξει το εύρημα της Μεθώνης στο πρόγραμμα των περιοδικών του εκθέσεων αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα και τη μοναδικότητά του.

 

Η έκθεση έχει δύο στόχους. Πρώτον, να αναδείξει ένα σημαντικό εύρημα, το οποίο αφορά τόσο την επιστημονική κοινότητα όσο και το ευρύ κοινό, δίνοντας την ευκαιρία να συζητηθούν σημαντικά ιστορικά και αρχαιολογικά ζητήματα που σχετίζονται με τον ελληνικό αποικισμό, τη χρήση του αλφαβήτου, τις διαλέκτους, τις απαρχές της ποίησης, το συμπόσιο, αλλά και τα εμπορικά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου κατά τους κρίσιμους αιώνες, τον 8ο και 7ο αι. π.κ.ε.

 

Και δεύτερον, να παρακινήσει τους επισκέπτες να συνδέσουν το παρελθόν με το παρόν, και μάλιστα οι νεότεροι από αυτούς να αντιληφθούν το μακραίωνο ταξίδι της ελληνικής γλώσσας από τότε ώς τις μέρες μας, από την καθημερινότητα μιας αρχαίας πόλης στα παράλια της Πιερίας στη δική μας πολυκύμαντη καθημερινότητα. Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με την ΚΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, την Επιτροπή Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης -από 12 Σεπτεμβρίου 2013 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014. Ο κατάλογος της έκθεσης διατίθεται στο πωλητήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.

 

Ο τίτλος της Έκθεσης «Γράμματα από το Υπόγειο. Γραφή στη Μεθώνη της Πιερίας».

 

«Τα νέα ευρήματα αλλάζουν την Ιστορία, τη φιλολογία, τη γλωσσολογία. Η ελληνική γλώσσα, όπως φαίνεται στα ενεπίγραφα αγγεία του ύστερου 8ου και του πρώιμου 7ου αιώνα π.κ.ε. όχι μόνον υπάρχει, αλλά εμφανίζεται με παγιωμένη γραμματική και συντακτική δομή». Αυτά λέει στη Γιώτα Μυρτσιώτη της Καθημερινής ο καθηγητής ΑΠΘ Γιάννης Τζιφόπουλος, αναφερόμενος στις αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μεθώνη της Πιερίας. Τα νέα ευρήματα πρέπει να εκτίθενται με κάποιον τρόπο ειδικότερης προβολής, για να πληροφορείται περί αυτών και το ευρύτερο κοινό, πέραν της αντίστοιχης επιστημονικής κοινότητας.

 

«Είμαι του Ακεσάνδρου. Όποιος μου το στερήσει, τα μάτια του ή τα χρήματά του θα στερηθεί», διαβάζουν οι επιγραφολόγοι της εποχής μας πάνω στο ευβοϊκό αγγείο του Ακεσάνδρου που, όπως φαίνεται, μόνο τα χείλη του ήθελε να αγγίζουν στα συμπόσια της αρχαίας Μεθώνης. Μεγάλη η κοινωνιολογική, η ανθρωπολογική και η ιστορική διάσταση της περιπαιχτικής εντολής του Ακεσάνδρου για τα συμποσιακά γλέντια.

 

Πιο πολύτιμο, ωστόσο, αναδεικνύεται το αρχαιότερο συμποτικό επίγραμμα σε ιαμβικό τρίμετρο που φέρει εγχάρακτα το αγγείο του, αποκαλύπτοντας μια από τις πρωιμότερες επιγραφές του ελλαδικού χώρου και τη μοναδική στον βορειοελλαδικό και τη Μακεδονία. Χρονολογείται γύρω στο 730 με 720 π.κ.ε., εποχή κατά την οποία ελάχιστες επιγραφές και επιγραφικά τεκμήρια διασώζονται εκτός από το «Κύπελλο του Νέστορα» από τις Πιθηκούσσες (ελληνική αποικία) της Ιταλίας και την οινοχόη του Δίπυλου Αττικής, που μέχρι σήμερα θεωρούνται από τα παλιότερα γνωστά δείγματα γραφής του ελληνικού αλφαβήτου.

 

«Μέχρι πρότινος πιστεύαμε ότι την περίοδο αυτή η περιοχή πάνω από τη Θεσσαλία ήταν tabula rasa. Και να που τα «Γράμματα από το Υπόγειο» της Μεθώνης μάς έστειλαν αδιάβαστους. Τα νέα ευρήματα αλλάζουν την ιστορία, τη φιλολογία, τη γλωσσολογία», αναφέρει στην «Κ» ο καθηγητής στο ΑΠΘ Γιάννης Τζιφόπουλος. «Η ελληνική γλώσσα, όπως φαίνεται στα ενεπίγραφα αγγεία του ύστερου 8ου και του πρώιμου 7ου αιώνα π.κ.ε., όχι μόνο υπάρχει, αλλά εμφανίζεται με παγιωμένη γραμματική και συντακτική δομή. (…κάποιος να ενημερώσει και την Ρεπούση)

 

«Από Ομήρου άρξασθαι» διδάσκουμε ως τώρα, αλλά φαίνεται ότι ταυτόχρονα με τον Ομηρο και τον Ησίοδο εμφανίζεται κι αυτή η ποίηση, μια προχωρημένη μορφή της ελληνικής γραφής με την οποία συνθέτουν αυτά τα αστεία επιγράμματα. Οι άνθρωποι δεν γλεντούσαν μόνο με τις επιγραφές επικών ηρώων αλλά με μια δική τους λυρική ποίηση, περιπαιχτική, σαρκαστική για γλέντια και επίδειξη γνώσης του αλφαβήτου».

 

Ο σκύφος του Ακεσάνδρου, το αιολικό αγγείο του Φιλίωνα «Είμαι του Φιλίωνα» με τις αρχαιότερες γραφές, εκατοντάδες άλλα με graffiti, dipinti και σύμβολα για εμπορικές συναλλαγές, ανασύρθηκαν από το «Υπόγειο» στην αρχαϊκή αγορά της αρχαίας Μεθώνης κατά τη διάρκεια ανασκαφής από τον Μάνθο Μπέσιο. Ηταν μια υπόσκαφη κατασκευή, λάκκος βάθους 11 περίπου μέτρων, πιθανότατα αποθηκευτικού χαρακτήρα.

 

Κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της αγοράς, αλλά λόγω στατικών προβλημάτων δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Επιχώθηκε βιαστικά λίγο μετά το 700 π.κ.ε. με κάθε είδους υλικά (όστρακα, ξύλα, λίθινες μήτρες, πήλινες χοάνες κατεργασίας χαλκού και χρυσού) αφήνοντας ανέπαφα επί 28 αιώνες δείγματα στη Μεθώνη Πιερίας, όταν άρχισε να χρησιμοποιείται η αλφαβητική γραφή στον ελλαδικό χώρο. Από τα χιλιάδες θραύσματα ξεχωρίζουν 191 ενεπίγραφα αγγεία, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται τον ύστερο 8ο και τον πρώιμο 7ο αιώνα π.κ.ε. Εντυπωσιακά αγγεία όλων των τύπων, κύπελλα, κάνθαροι, αποθηκευτικά, μαγειρικά, εμπορικοί αμφορείς, σερβιρίσματος, πόσης και φαγητού, αγγεία για συμπόσια πάνω στα οποία οι κάτοχοι έγραφαν περιπαικτικούς στίχους,

«Αλλάζουν την εικόνα για τη διασπορά της ελληνικής γραφής στις πρώιμες φάσεις του αλφαβήτου αλλά ταυτόχρονα μας δίνουν ποικίλες πληροφορίες. Η διαφορετική τους προέλευση (τοπικά, κορινθιακά, αττικά, ευβοϊκά, κυκλαδικά, ιωνικά, αιολικά και φοινικικά) δείχνει ότι η Μεθώνη -αποικία της Εύβοιας που ιδρύθηκε από Ερετριείς το 733-732 π.κ.ε. στη δυτική ακτή του Θερμαϊκού Κόλπου κοντά στις νότιες εκβολές του Αλιάκμονα- ήταν όχι μόνο ένα σημαντικό κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου αλλά και μια πολυπολιτισμική αποικία. Μας χάρισε ένα πανόραμα της κεραμικής τέχνης από όλα τα μέρη του κόσμου που ανοίγει νέα πεδία έρευνας σχετικά με τον ελληνικό αποικισμό, τη χρήση της αλφαβήτου, τις διαλέκτους, τις απαρχές της ποίησης, το συμπόσια αλλά και τα εμπορικά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου κατά τους κρίσιμους αιώνες, τον 8ο και 7ο π.κ.ε.» εξηγεί η αρχαιολόγος του ΑΜΘ, Λιάνα Στεφανή.

 

Από τα θραύσματα του «υπογείου», δείγματα 60 περίπου ενεπίγραφων αγγείων παρουσιάζει το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης σε μια έκθεση που πραγματοποιείται χάρη στη χρηματοδότηση της Επιτροπής Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων.

 

Αποτελεί προϊόν συνεργασίας ΑΜΘ, ΚΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και μιας επιστημονικής ομάδας (Τζένη Βελένη, διευθύντρια ΑΜΘ, Μάνθος Μπέσιος, Λιάνα Στεφανή, Αγγελική Κουκουβού, Ράνια Πάλη, Αθηνά Αθανασιάδου). Τις επιγραφές επιμελήθηκαν οι Γιάννης Τζιφόπουλος, καθηγητής στο ΑΠΘ, Ανδρονίκη Οικονομάκου και τη μελέτη της κεραμικής ο Αντώνης Κοτσώνας, λέκτορας στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Οι επισκέπτες, όπως επισημαίνουν στον κατάλογο, μπορούν να αντιληφθούν το μακραίωνο ταξίδι της ελληνικής γλώσσας από τότε ως τις μέρες μας αλλά και την καθημερινότητας μιας αρχαίας πόλης στα παραλία της Πιερίας. @Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (5)

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (6)

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (7)

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (2)

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (3)

terrapapers.com_LETTERS-FROM-THE-UNDERGROUND-1 (4)

 

 


theologos vasiliadis