ΤΥΜΒΩΡΥΧΩΝΤΑΣ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟ ΞΕΝΟ
ΑΡΧΑΙΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
ελλήνων το καμάρι...»
Φαντασίωση της Ρωμιοσύνης
από το εμβατήριο «Μακεδονία ξακουστή»
Περί της μη ελληνικής καταγωγής των μακεδόνων
Η
εικόνα, που έχει διαμορφώσει ο σύγχρονος ρωμιός από την κρατική
παιδεία, την Εκκλησία, από πανεπιστημιακούς και άλλους θεσμικούς και
εξωθεσμικούς φορείς είναι, ότι η Μακεδονία αποτελεί έναν ακόμα κρίκο στη
φυσική και αδιατάραχτη συνέχεια από την προϊστορία μέχρι τις μέρες μας.
Είναι αυτονόητο, ότι τα μνημεία της μακεδονικής γης αποτελούν «μοναδικό μωσαϊκό της ελληνικής μας ιστορίας», όπως δήλωσε στα ΜΜΕ στον αρχαιολογικό χώρο της Αμφίπολης κατά τη διάρκεια των ανασκαφών ο τότε πρωθυπουργός της χώρας.
Η
Μακεδονία όμως, ήταν ανέκαθεν πολυεθνική, ένα κράμα λαών. Δεν υπήρξε
ποτέ ελληνική κι ας το τραγουδούν περήφανα στις σχολικές γιορτές και
στους στρατώνες της Ρωμιοσύνης.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι
άνθρωποι, που μιλούσαν ρωμέικα στην περιοχή, αποτελούσαν μια μικρή μόλις
μειοψηφία. Με την έλευση των εκατοντάδων χιλιάδων μικρασιατών και τις
ανταλλαγές πληθυσμών, οι άνθρωποι άλλαξαν. Πάλι πολυφυλετική παρέμεινε
όμως η Μακεδονία, καθότι οι περισσότεροι σημερινοί κάτοικοί της αν κι
έχουν την ψευδαίσθηση, ότι είναι φυλετικοί απόγονοι των αρχαίων ελλήνων
προέρχονται από τη Μικρά Ασία, από μια περιοχή, η οποία πάντα
κατοικούνταν από πανσπερμίες λαών
(βλ. Περί της μη ελληνικής καταγωγής των μικρασιατών).
Στο
άρθρο αυτό θα δείξουμε, ότι ούτε και στα αρχαία χρόνια η Μακεδονία ήταν
ελληνική. Οι αρχαίοι μακεδόνες δεν αποτελούσαν τα προϊστορικά χρόνια
ξεχωριστή φυλή. Γύρω στον 7ο π.Χ. αιώνα κάποια απʼ τις πατριές της
Δυτικής ή Κεντρικής Μακεδονίας, που αποτελέστηκε από δωριείς, καθώς και
από θρακοφρύγες, ιλλυριούς και παίονες, επιβλήθηκε και επικράτησε στην
Ημαθία κι από εκεί απλώθηκε στις γύρω περιοχές. Συνακόλουθα, οι αρχαίοι
μακεδόνες είναι μιγάδες και η γλώσσα τους κράμα από προελληνικές,
ελληνικές, ιλλυρικές, θεσσαλικές, φρυγικές και παιονικές λέξεις.
Από
τον 5ο π.Χ. όμως αιώνα και μετά, οι μακεδόνες άρχισαν να αυταπατώνται
σχετικά με την καταγωγή τους. Αρέσκονταν να πιστεύουν και να διαδίδουν,
ότι ήταν αρχαιελληνικής καταγωγής, απʼ ευθείας απόγονοι του Ηρακλή. Τα
ελληνικά έγιναν η γλώσσα της Αυλής και της αριστοκρατίας τους. Πολλοί
από τους μακεδόνες αριστοκράτες και αυλικούς μιλούσαν ελληνικά και
καλούσαν έλληνες ποιητές, ζωγράφους και άλλους διανοούμενους στις πόλεις
τους. Παρ' όλα αυτά, οι αρχαίοι έλληνες αποκαλούσαν τους μακεδόνες
βάρβαρους και αλλόφυλους.
Οι άλλοι μακεδόνες (οι αγρότες και οι
βουνήσιοι), που βρίσκονταν μακριά από τα αστικά κεντρα, δεν ήξεραν
ελληνικά, αλλά μιλούσαν μόνο μακεδονικά. Αυτοί και αργότερα
εξακολουθούσαν να κρατούν τις παλιές λατρευτικές και κοινωνικές τους
παραδόσεις και δεν συμπαθούσαν τους εξελληνισμένους μακεδόνες. Αργότερα,
από τα χρόνια του Αλέξανδρου και πέρα, έγιναν μεγάλες περαιτέρω
οικονομικοκοινωνικές αλλαγές. Έτσι, η Μακεδονία από την περίοδο αυτή και
μετά, σε μεγάλο βαθμό έχασε τον παλιό και ιδιόμορφο χαρακτήρα της.
Κατά
τα πρώτα χρόνια του κράτους μας εξ άλλου, η συντριπτική πλειοψηφία των
διανοούμενων, ιστορικών και αρχαιολόγων, είχε άλλες απόψεις σχετικά με
την «αυτονόητη» σήμερα ελληνικότητα των αρχαίων μακεδόνων. Οι αρχαίοι
μακεδόνες παρουσιάζονταν σαν κατακτητές, όπως οι ρωμαίοι, οι γότθοι
κ.λπ., περίπου σαν πρόδρομοι των οθωμανών.
Ιστορικά στοιχεία
Οι
αρχαίοι έλληνες έλεγαν Μακεδονία την περιοχή, που είναι βόρεια της
Θεσσαλίας και δυτικά του Στρυμόνα. Την περιοχή, που σήμερα λέγεται
Ανατολική Μακεδονία, την έλεγαν Θράκη. Επίσης, η Χαλκιδική δεν
αποτελούσε τμήμα της Μακεδονίας. Ως τα μέσα περίπου του 4ου αιώνα ήταν
ανεξάρτητη. Οι πρώτοι συνοικισμοί των μακεδόνων ήταν στην περιοχή, που
λεγόταν Ημαθία. (Το τοπωνύμιο Ημαθία είναι φρυγική λέξη, όπως κι
άλλα τοπωνύμια της Μακεδονίας). Γύρω από την περιοχή αυτή, δηλαδή στην
περιοχή, που σήμερα λέγεται Μακεδονία, κατοικούσαν άλλοι λαοί.
Είναι πολύ πιθανό, πως όχι μόνο στην Ημαθία, αλλά και σʼ όλη τη γύρω περιοχή αρχικά ή πολύ παλιά κατοικούσαν ο παίονες. («Την νυν Ημαθίαν, το δε παλαιόν Παιονίαν προσαγορευομένην», Πολύβιος, XXIV, 8). Οι παίονες έφτασαν ως τα παραθαλάσσια της Μακεδονίας, αλλʼ εκτοπίστηκαν από τους φρύγες. Άλλες όμως γραπτές παραδόσεις κάνουν λόγο και για έναν άλλο λαό, τους πελαγόνες. Επίσης και οι φρύγες ̶ θράκες είχαν απλωθεί σʼ όλη σχεδόν τη Μακεδονία παλιότερα.
Από
τους λαούς αυτούς άλλοι μεν εκτοπίστηκαν κι άλλοι συγχωνεύτηκαν με τους
μακεδόνες. Έτσι, στην αρχή, οι μακεδόνες επικράτησαν στην Ημαθία κι απ'
εκεί με τον καιρό σʼ όλη την περιοχή, που έφτανε ως το Στρυμόνα.
Αργότερα, στα χρόνια του Φιλίππου Βʼ με τις κατακτήσεις τους απλώθηκαν
σʼ όλη την περιοχή της σημερινής Μακεδονίας.
Για την
προϊστορία των μακεδόνων δεν έχουμε πηγές. Για τα πρώτα πάλι ιστορικά
χρόνια οι πηγές είναι πολύ λιγοστές. Στα ομηρικά έπη δεν γίνεται καθόλου
λόγος γιʼ αυτούς. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια στην πρώτη μορφή τους ήταν
καταγραφή των παραδόσεων των αχαιών. Οι αχαιοί όμως, δεν έφτασαν ούτε
εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία. Μα και αργότερα, οι ίωνες και αιολείς
ραψωδοί δεν είχαν καμία επικοινωνία με τη Μακεδονία.
Οι μόνες
πληροφορίες που έχουμε, είναι τα όσα γράφουν ο Ηρόδοτος και ο
Θουκυδίδης. Ο Ηρόδοτος γράφει, πως οι μακεδνοί ήταν δωριείς και
κατοικούσαν πρώτα στον Όλυμπο και την Όσσα κι ύστερα στην Πίνδο κι από
εκεί κατέβηκαν στην Πελοπόννησο (Ι, 56, 146, VIII, 43).
Ο Ηρόδοτος όμως, αναφέρει και μιαν άλλη παράδοση για τους πρώτους βασιλιάδες της Μακεδονίας:
«Τρία
αδέρφια απʼ τους απογόνους του Τήμενου, ο Γαυάνης, ο Αέροπος και ο
Περδίκκας, έφυγαν από το Άργος και ήρθαν στους ιλλυριούς. Απʼ τους
ιλλυριούς, περνώντας απʼ τα βουνά στην επάνω Μακεδονία έφτασαν στην πόλη
Λεβαία και εκεί εργάζονταν με μισθό στο βασιλιά (του τόπου), ο ένας
βόσκοντας τʼ άλογα, ο άλλος τα βόδια και ο νεότερος, ο Περδίκκας, μικρά
ζώα. Στα παλιά αυτά χρόνια δεν ήταν μόνο ο λαός, αλλά και οι βασιλιάδες
φτωχοί. Και η ίδια η γυναίκα του βασιλιά μόνη της ζύμωνε το ψωμί.
»Κάθε
φορά όμως, που ψηνόνταν το ψωμί του μικρού υπηρέτη, του Περδίκκα,
πάντοτε γίνονταν διπλάσιο απʼ ό,τι αρχικά ήταν. Κι επειδή αυτό το
παρατήρησε η γυναίκα (βασίλισσα) το είπε στον άντρα της. Όταν το άκουσε
αυτός, κατάλαβε αμέσως, ότι ήταν θαύμα κι ότι προμηνούσε κάτι μεγάλο.
Προσκάλεσε λοιπόν τους τρεις αυτούς υπηρέτες και τους είπε να φύγουν απʼ
τη χώρα του... Ο μικρότερος όμως υπηρέτης, (ο Περδίκκας), που έτυχε να
κρατάει ένα μαχαίρι, είπε: “Δεχόμαστε, βασιλιά, αυτά που μας δίνεις” και
χάραξε με το μαχαίρι στο πάτωμα του σπιτιού το μέρος, που φωτιζόταν απʼ
τον Ήλιο. Αφού το έκανε αυτό, πήρε τρείς φορές ήλιο και τον έβαλε στον
κόρφο του, ύστερα βγήκε από το σπίτι με τα αδέρφια του κι έφυγαν» (Βιβλ. Ηʼ, 137).
Ένας
απʼ τους σπιτικούς του βασιλιά εξήγησε τι σήμαινε εκείνο, που έκανε το
παιδί και είπε, πως αυτός ο μικρός με υπολογισμό δέχτηκε αυτό που του
έδωσε ο βασιλιάς. Άρα είναι επικίνδυνος, γιατί μια μέρα θα ζητήσει να
πάρει το βασιλικό θρόνο. Ο βασιλιάς τότε ταράχτηκε κι έστειλε τους
ιππείς του να πιάσουν τα τρία αδέρφια και να τα σκοτώσουν.
Συνεχίζοντας ο Ηρόδοτος τη διήγησή του γράφει:
«Στη
χώρα αυτή (τη Μακεδονία) υπάρχει ένας ποταμός, όπου οι απόγονοι των
αργείων θυσιάζουν (τιμώντας τον) σα σωτήρα, γιατί ο ποταμός αυτός, αφού
τον πέρασαν οι τημενίδες, έγινε τοσο ορμητικός, ώστε οι ιππείς (που τους
κυνηγούσαν) δεν μπόρεσαν να τον διαβούν. Έτσι, οι τημενίδες έφτασαν σʼ
άλλη περιοχή της Μακεδονίας και κατοίκησαν κοντά στους κήπους, που λένε,
πως ανήκαν στο Μίδα, το γιο του Γορδίου. Στους κήπους αυτούς φυτρώνουν
μόνο τριαντάφυλλα με εξήντα φύλλα το καθένα, που ξεπερνούν στην ευωδιά
όλα τʼ άλλα. Επίσης, σʼ αυτούς τους κήπους, όπως λένε οι μακεδόνες,
πιάστηκε ο Σιληνός. Πάνω απʼ αυτούς βρίσκεται το όρος Βέρμιο, απάτητο
από τον ατέλειωτο χειμώνα, που βαστά εκεί πάνω. Οι τρεις αδερφοί
(Γαυάνης, Αέροπος και Περδίκκας) με ορμητήριο το μέρος που κατέλαβαν,
κυρίεψαν και την υπόλοιπη Μακεδονία» (Βιβλ. Ηʼ, 138).
Η
παράδοση αυτή κρύβει βέβαια κάποιο ιστορικό πυρήνα (για τους δωριείς,
που από την Πελοπόννησο πήγαν κι εγκαταστάθηκαν στη Β. Θεσσαλία και
Ήπειρο), αλλά τα σχετικά με το Μίδα ανήκουν στη φρυγική μυθολογία. Όμως,
για να σώζεται και στα ιστορικά χρόνια η παράδοση αυτή, είναι φανερό,
πως οι φρύγες παλιότερα είχαν εγκατασταθεί στην κεντρική Μακεδονία κι
έμειναν εκεί πολλά χρόνια.
Και ο Θουκυδίδης κάνει λόγο για τους τημενίδες και δίνει διαφωτιστικές πληροφορίες για την πρώτη περίοδο της ιστορίας της Μακεδονίας:
«Στους μακεδόνες ανήκουν οι λυγκηστές (σημ. Λυγκηστίς λεγόταν η περιοχή της σημερινής Φλώρινας), οι ελιμιώτες (σημ. κατοικούσαν προς βορά των Καμβουνίων) κι άλλοι μεσόγειοι λαοί, οι οποίοι είναι σύμμαχοι και υπήκοοι στους μακεδόνες, έχουν όμως δικούς τους βασιλιάδες». Άρα οι λυγκηστές, οι ελιμιώτες κι άλλοι λαοί της Μακεδονίας στα ιστορικά χρόνια δεν ήταν μακεδόνες.
«Τη
σημερινή παραθαλάσσια Μακεδονία κατάκτησε πρώτος ο Αλέξανδρος, ο
πατέρας του (βασιλιά) Περδίκκα και οι πρόγονοί του τημενίδες, που
κατάγονταν κατα τους παλιούς χρόνους από το Άργος και βασίλεψαν (στην
παραθαλάσσια περιοχή) αφού έδιωξαν από την Περία τους πίερες, που πήγαν
και κατοίκησαν ύστερα πέρα απʼ το Στρυμόνα, στα Φάγρητα κι άλλους τοπους
στις ρίζες του Παγγαίου... Επίσης, έδιωξαν απʼ τη χώρα, που λέγεται
Βοττία τους βοττιαίους, οι οποίοι τώρα συνόρευαν με τους κατοίκους της
Χαλκιδικής. Κι ακόμα κατάκτησαν από την Παιονία μια στενή λωρίδα κοντά
στον Αξιό ποταμό, που άρχιζε από το εσωτερικό της χώρας και κατέβαινε ως
την Πέλλα και τη θάλασσα. Κατόπιν, κατάκτησαν την πέρα από τον Αξιό
περιοχή, ως το Στρυμόνα, που λέγεται Μυγδονία, αφού έδιωξαν τους ηδώνες
και τη νέμονται τώρα αυτοί. Έδιωξαν και από τη σημερινή Εορδία τους
εορδούς, από τους οποίους οι πιο πολλοί χάθηκαν και μόνο λίγοι έχουν
εγκατασταθεί γύρω από τη Φύσκα (σημ. πιθανόν στο σημερινό Κιλκίς). Έδιωξαν οι μακεδόνες και τους άλμωπες από την Αλμωπία (σημ. βορειότερα της Ημαθίας) και κυρίεψαν τον Ανθεμούντα, την Κρηστωνία και τη Βισαλτία...
»Οι χώρες αυτές όλες μαζί λέγονται Μακεδονία και είχαν βασιλιά τον Περδίκκα...» (II, 99).
Μια
άλλη παράδοση λέει, πως γενάρχης της μακεδονικής δυναστείας ήταν ο
Κάρανος, αδερφός του βασιλιά του Άργους Φείδωνα κι ότι βασίλεψε στη
Μακεδονία γύρω στο 750 π.Χ..
Ξέρουμε ακόμα, πως στη δυτική Μακεδονία, στην περιοχή, που λέγονταν Ορεστίς, υπήρχε και πόλις Άργος. Ο Στράβων
αναφέρει Άργος Οριστικόν (VII, 326). Στην περιοχή αυτή, κοντά στο
Αρμενοχώρι, βρέθηκε και επιγραφή, που μιλάει για Κοινό Ορεστών. Ο
Θουκυδίδης μάλιστα, μνημονεύει κι ένα βασιλιά των ορεστών, τον Αντίοχο
(II, 80, 6), που στις αρχές του πελοποννησιακού πολέμου βοήθησε τους
σπαρτιάτες.
Μερικοί ετυμολογούν τη λέξη Μακεδονία από το ομηρικό μακεδνή («Οδύσσεια», η 106), που σημαίνει ψηλή, λιγερή. Ο Ησύχιος γράφει, πως η Μακεδονία λεγόταν Μακετία (βλ. Κ. Πορφυρογέννητου: «Περί θεμάτων», 2,2). Άλλοι, το τοπωνύμιο Μακεδονία το ετυμολογούν από τη φοινικική λέξη μακέδ, που σημαίνει ευδαίμων.
Φαντασικό γενεαλογικό δέντρο
Δε
θέλει ρώτημα, πως οι παραπάνω παραδόσεις, που μνημονεύονται από τον
Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη για τους τημενίδες, σχηματίστηκαν στα ιστορικά
χρόνια κι όταν η νότια Μακεδονία και η Θράκη γέμισαν από ελληνικές
αποικίες. Ορισμένοι φύλαρχοι, που θαύμαζαν τον ελληνικό πολιτισμό, όταν
έμαθαν τα όσα παραδίδονταν για τον Ηρακλή και τα κατορθώματά του,
άρχισαν να διαδίδουν, πως κι αυτοί ήταν από το Άργος και καυχιώνταν για
την καταγωγή τους από τον Ηρακλή. (Βλ. Διόδ. XVII,4, Αρριαν. IV,7,3,
V,26,5, Κούρτ. IV,2,2, Δίων Χρυσόστ., IV,70, Στράβ. VII,326).
Είναι
πολύ πιθανό, πως στην Ορεστίδα υπήρχαν απόγονοι των παλιών δωριέων, που
όσο κι αν ανακατώθηκαν με τους γύρω λαούς (ιλλυριούς, φρύγες, παίονες,
μολοσσούς κ.λπ.) διατηρούσαν ένα μέρος από τις παραδόσεις τους. Έτσι, οι
παλιές αυτές παραδόσεις, όσο θολές κι αν ήταν, αποτέλεσαν τον πυρήνα,
για να σχηματιστεί το γενεαλογικό δεντρο των βασιλέων της Μακεδονίας.
Όπως
και να είναι, στα πριν του 7ου π.Χ. αιώνα χρόνια, οι μακεδόνες ήταν
εγκατεστημένοι σε μια μικρή περιοχή της δυτικής Μακεδονίας κι απο εκεί
με τον καιρό απλώθηκαν ανατολικότερα και βορειότερα, αφού στο μεταξύ
διασταυρώθηκαν με τους λαούς την αναφέρθηκαν παραπάνω.
Έτσι,
κατά τον 5ο αιώνα, από το ανακάτεμα αυτό σχηματίστηκε η μακεδονική
φυλή, που είχε δική της γλώσσα, η οποία ήταν φυσικό να πλουτιστεi με
λέξεις φρυγικές, ιλλυρικές, παιονικές, θεσσαλικές και αργότερα και με
ελληνικές. Η μακεδονική φυλή με αυτό τον τρόπο ξεχώριζε από τους άλλους
λαούς της Βαλκανικής (θράκες, ιλλυριούς, μολοσσούς — ηπειρώτες,
θεσσαλούς, παίονες κ.λπ.).
Βάρβαροι και αλλόφυλοι οι μακεδόνες
για τους αρχαίους έλληνες
Οι
έλληνες όμως, αν και οι μακεδόνες βασιλιάδες, καθώς και οι αυλικοί και
οι ευγενείς μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και ισχυρίζονταν, πως
κατάγονταν από τους ηρακλείδες, τους χαρακτήριζαν βάρβαρους και
αλλόφυλους. Στο χαρακτηρισμό αυτό είναι ομόφωνη η αρχαία ελληνική
παράδοση.
Ο Δημοσθένης σε πολλά σημεία αποκαλεί τον Φίλιππο και τους μακεδόνες ως βάρβαρους, άρα μη έλληνες. «Ου
μόνον ουχ έλληνος όντος ουδέ προσηκόντως ουδέν τοις έλλησιν, αλλʼ ουδέ
βαρβάρου εντεύθεν όθεν καλόν ειπείν, αλλʼ ολέθρου μακεδόνος, όθεν ουδʼ
ανδράποδον σπουδαίον ουδέν εν πρότερον πριάσθαι», δηλαδή: «Όχι μόνο δεν είναι έλληνας (ο Φίλιππος), όχι
μόνο δεν έχει τίποτα κοινό με τους έλληνες, αλλά είναι βάρβαρος, για
τον οποίον δεν μπορεί να ειπωθεί τίποτα το καλό. Πρόκειται για ένα
ολέθριο πλάσμα από την Μακεδονία, όπου πρώτα δεν μπορούσες να αγοράσεις
ούτε έναν σκλάβο της προκοπής» («Γ΄ Φιλιππικός», 31).
Όχι μόνον ο Δημοσθένης όμως, αλλά πολλοί έλληνες συγγραφείς αποκαλούν τους μακεδόνες βάρβαρους. Ο Αρριανός αντιδιαστέλλει το μακεδονικό γένος από το ελληνικό: «Τοις γένεσι τω τε ελληνικώ και τω μακεδονικώ». («Αλεξάνδρου Ανάβασις», Βιβλ. Βʼ, X, 7).
Έλληνας─Φιλέλληνας;
Ο Αλέξανδρος Α΄ πολέμησε μαζί με τον Ξέρξη στην εκστρατεία του κατά των ελλαδικών πόλεων─κρατών. Έδωσε την αδελφή του Γυγαία, σε έναν πέρση στρατηγό, τον Βουβάρη (Ηρόδ. Βιβλ. Εʼ, 21). Στόλισε όμως, τους Δελφούς και την Ολυμπία με λαμπρά αναθήματα.
Αλέξανδρος Αʼ της Μακεδονίας,
ο Φιλέλληνας.
Ο
Ηρόδοτος αναφέρεται στην ένσταση, που υπέβαλαν οι έλληνες αθλητές,
γιατί δεν ήταν έλληνας, όταν ο Αλέξανδρος Αʼ θέλησε να πάρει μέρος στους
ολυμπιακούς αγώνες (Βιβλ. Εʼ, 22). Τότε, ο Αλέξανδρος «απέδειξε», πως
είναι αργείος, οπότε του επιτράπηκε η συμμετοχή.
Για τα
«ευγενικά και πατριωτικά του αισθήματα προς τους έλληνες», απέκτησε το
προσωνύμιο «Φιλέλληνας». Όπως και να ʼχει, δεν μπορεί να θεωρείται
κάποιος έλληνας και να λέγεται φιλέλληνας. Πρέπει να μην θεωρείσαι
έλληνας, για να αποκληθείς φιλέλληνας.
Μακεδονική γλώσσα
Από
τον 19ο αιώνα, ιστορικοί, γλωσσολόγοι και φιλόλογοι, άνοιξαν μεγάλη
συζήτηση γύρω στο ζήτημα αν οι αρχαίοι μακεδόνες συγγένευαν με τους
έλληνες. Από τις γνώμες που διατυπώθηκαν, σχηματίστηκε ολόκληρη
βιβλιογραφία.
Μερικοί
δέχονται, πως οι μακεδόνες ήταν έλληνες. Πολλοί άλλοι όμως, φιλόλογοι,
ιστορικοί και γλωσσολόγοι διατύπωσαν αντίθετη γνώμη. Αυτοί, εξετάζοντας
την μακεδονική γλώσσα και έχοντας υπόψη, πως οι αρχαίοι έλληνες
συγγραφείς αποκαλούσαν τους μακεδόνες βάρβαρους, έβγαλαν το συμπέρασμα,
πως οι μακεδόνες δεν ανήκουν στην ίδια φυλή με τους έλληνες.
Άλλοι
θεωρούν, ότι το ζήτημα της φυλετικής καταγωγής των μακεδόνων έχει
δευτερεύουσα σημασία. Λένε, πως δεν έχει σημασία αν μερικοί βασιλιάδες
της Μακεδονίας ήξεραν τα ελληνικά κι έλεγαν, πως κατάγονταν από έλληνες.
Γιʼ αυτούς είναι αποφασιστική απόδειξη το ότι από την αρχαία παράδοση
οι μακεδόνες χαρακτηρίζονται «βάρβαροι».
Εκτός
από αυτούς, και γλωσσολόγοι σαν τον P. Kretschmer είναι πολύ
διστακτικοί στο να δεχτούν άμεση συγγένεια της μακεδονικής γλώσσας με
την ελληνική. (Βλ. «Einleitung in die Geschichte der Griechischen
Sprache», 1896 — Εισαγωγή στην Ιστορία της ελληνικής γλώσσας). Ο
γλωσσολόγος A. Thυmb και άλλοι παραδέχονται, πως η μακεδονική γλώσσα δεν
έχει ρίζες ελληνικές κι ότι όσες λέξεις ελληνικές υπάρχουν είναι
νεότερης εποχής, όταν η Μακεδονία δέχτηκε τον ελληνικό πολιτισμό κι
εξελληνίστηκε.
Ούτε η ελληνική γλώσσα βέβαια, είναι
«καθαρή». Το 40% περίπου του λεξιλογίου της αρχαίας ελληνικής είναι
προϊόν δανεισμού. «Καθαρές» γλώσσες δεν υπάρχουν, γιατί οι λαοί και οι
πολιτισμοί δεν ζουν σε γυάλες αλλά σε συνεχή επαφή, εχθρική ή φιλική,
μεταξύ τους. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Δεν υπάρχουν «καθαρές» γλώσσες).
Ο Πλούταρχος αναφέρει, ότι οι μακεδόνες στρατιώτες χαιρέτησαν τον στρατηγό Ευμένη τον Καρδιανό στη μακεδονική γλώσσα: «Οι δʼ ως είδον, ευθύς ασπασάμενοι μακεδονιστί τη φωνή τας τʼ ασπίδας ανείλοντο και ταις σαρίσαις επιδουπήσαντες ανηλάλαξαν». (Πλούταρχος: «Ευμένης», 14).
Σε άλλο χωρίο του αναφέρει για τον Αλέξανδρο: «Αναπηδήσας ανεβόα μακεδονιστί καλών τους υπασπιστάς» (Αλέξανδρος, 51).
Ο Ψευδοκαλλισθένης
στο «Μυθιστόρημα του Αλέξανδρου» αναφέρει έναν μακεδόνα στρατιωτικό,
που μιλάει στον ετοιμοθάνατο Αλέξανδρο στη μακεδονική γλώσσα: «Μεταλαβών
την φωνήν μακεδονιστί είπεν δακρύων» (32).
Διάλεκτος ή γλώσσα;
Σύγχρονοι
εθνικιστές αναφερόμενοι στα μακεδονικά των αρχαίων μακεδόνων
χρησιμοποιούν τη λέξη μακεδονική «διάλεκτος» και όχι «γλώσσα». Η μόνο
διαφορά, που έχει όμως η γλώσσα από τη διάλεκτο είναι πολιτική.
Διάλεκτος είναι μια γλωσσική ποικιλία, που για πολιτικούς λόγους δεν
έχει (ακόμα) το στάτους της επίσημης εθνικής γλώσσας.
Τα
ποντιακά, για παράδειγμα, για το νεορωμέικο εθνικισμό δεν μπορεί να
είναι γλώσσα, αλλά διάλεκτος της ελληνικής, εφʼ όσον οι πόντιοι
υποτίθεται, πως είναι κι αυτοί έλληνες. Για έναν άλλον όμως εθνικισμό, ο
οποίος ενδεχομένως αμφισβητεί την ελληνικότητα αυτής της ομάδας, η
γλώσσα που χρησιμοποιούν, θεωρείται ξεχωριστή γλώσσα, διαφορετική από τα
ελληνικά κι όχι διάλεκτος.
Έτσι, ενώ παλιότερα τα καταλανικά θεωρούνταν διάλεκτος της ισπανικής, σήμερα θεωρούνται όλο και περισσότερο ανεξάρτητη γλώσσα.
Για τη διαφορά των δύο χαρακτηριστική είναι η φράση του γλωσσολόγου Max Weinreich: «Γλώσσα είναι μια διάλεκτος με στρατό και ναυτικό».
Πριν από δεκαετίες ο Ανδρόνικος είχε «ανακαλύψει» τον τάφο του Φιλίππου στη Βεργίνα,
που, όπως αποδείχθηκε τελικά, ο τάφος δεν ήταν του Φιλίππου, αλλά ούτε
κι η Βεργίνα ήταν η Βεργίνα. Η κανονική Βεργίνα ήταν μερικές δεκάδες
χιλιόμετρα πιο πέρα.
Πρόσφατα ξεφούσκωσε και το θέμα του τάφου της Αμφίπολης, ενός ακόμα φιάσκου της Ρωμιοσύνης.
Η αρχαιολογία στην υπηρεσία των εθνικών ονειρώξεων.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Δεν είναι του Φιλίππου ο τάφος στη Βεργίνα
και Εθνική θησαυροθηρία).
Μίγμα από διάφορες φυλές
Μια
άλλη κατηγορία ερευνητών υποστηρίζει, πως οι μακεδόνες της εποχής του
Φίλιππου Βʼ και του Αλέξανδρου από φυλετική άποψη ήταν ένα μίγμα από
διάφορες φυλές (πελαγόνες, φρύγες, θράκες, έλληνες, ιλλυριούς).
Όπως
είδαμε, πολλά τοπωνύμια της Μακεδονίας είναι φρυγικά και ιλλυρικά.
Επίσης υπάρχουν και πολλά ελληνικά. Απʼ αυτά όμως (όπως Άργος, Ορεστίς,
Γορτυνία) μερικά έχουν πολύ παλιά καταγωγή, και άλλα, καθώς και λέξεις
και κύρια ονόματα είναι νεότερης εποχής.
Οι δωριείς, οι οποίοι
στα πρωτοελλαδικά χρόνια εκτοπίστηκαν από την Πελοπόννησο και
μετανάστευσαν στην βόρεια Θεσσαλία και Ήπειρο, έμειναν πολλά χρόνια και
είναι φυσικό, πως ήρθαν σε επιγαμίες με τους μακεδόνες. Έτσι, από τα
παλιά αυτά χρόνια οι μακεδόνες πήραν πολλές λέξεις από αυτούς και τις
προσάρμοσαν στο τυπικό της γλώσσας τους.
Αργότερα, στον καιρό τον
ελληνικού αποικισμού, που στην Νότια και Ανατολική Μακεδονία οι έλληνες
μετάδωσαν τον πολιτισμό τους και στους μακεδόνες, οι οποίοι κατοικούσαν
στις γειτονικές περιοχές, πολλές ελληνικές λέξεις και κύρια ονόματα
πολιτογραφήθηκαν στη μακεδονική διάλεκτο. Κι ακόμα, από τον 5o αιώνα και
μετά, με τις εμπορικές ανταλλαγές οι μακεδόνες πήραν πολλές λέξεις από
τους θεσσαλούς κι από άλλους έλληνες, αφού γειτόνευαν μʼ αυτούς.
Έφοδοι των μακεδόνων εναντίον της δυστυχούς Ελλάδος.
Παναγιώτη Κοδρικά: «Ομιλίαι περί πληθύος κόσμων του κυρίου Φοντενέλ» (Βιέννη, 1794).
Οι μακεδόνες
ως πρόδρομοι των οθωμανών
Ο Παναγιώτης Κοδρικάς
ήταν γραμματέας φαναριωτών ηγεμόνων κι εν συνεχεία διερμηνέας στο
υπουργείο εξωτερικών της Γαλλίας. Ανέπτυξε, παράλληλα με τη διπλωματική
του δράση, και συγγραφική δραστηριότητα με έργα κυρίως φιλολογικού
περιεχομένου. Είχε στενές σχέσεις με διακεκριμένους λόγιους, μεταξύ των
οποίων οι Καταρτζής, Μοισιόδακας κ.ά., οι οποίες του
έδωσαν τη δυνατότητα να διευρύνει το γνωστικό του πεδίο σε θέματα κυρίως
φιλολογικού και παιδαγωγικού ενδιαφέροντος.
Ο
Κοδρικάς θεωρούσε τους μακεδόνες ξένο έθνος από το ελληνικό και το
περιλάμβανε στα βαρβαρικά φύλα, που κατά διαστήματα επιτέθηκαν κατά της
«δυστυχούς Ελλάδος». Έγραφε λοιπόν, στην εισαγωγή του βιβλίου «Ομιλίαι
περί πληθύος κόσμων του κυρίου Φοντενέλ» (Βιέννη, 1794): «Η δυστυχής
Ελλάς... άρχισεν ολίγον κατʼ ολίγον να χάνει μαζί με την ένδοξόν της
ελευθερίαν... την παλαιάν εκείνην της γλώσσης ευγένειαν. Αι αλλεπάλληλοι
έφοδοι και δουλείαι οπού κατά καιρούς εδοκίμασεν από διάφορα έθνη, πότε
Μακεδονίων, πότε Ρωμαίων, και ενίοτε Γότθων...».
Αλλά
και μετά την ίδρυση του κράτους, η αντίληψη των πνευματικών ταγών του
είναι γενικά εχθρική προς τη μακεδονική περίοδο, η οποία αντιμετωπίζεται
ως ο πρώτος κρίκος μιας μακράς αλυσίδας υποδουλώσεων του έθνους σε
ξένους δυνάστες.
Η αρχαία Ελλάδα έρμαιο της Μακεδονίας και Ρώμης.
Αλ. Σούτσου, «Ελληνική Πλάστιγξ», Αθήνα 1836, σελ. 18.
Ο Νικόλαος Σαρίπολος στον λόγο του, που εκφωνήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 1848 στο πανεπιστήμιο, τόνισε πως «μετά την εν Χαιρωνεία μάχην πέπλος μέγας δουλείας επισκιάζει την Ελλάδα».
(Νικ. Σαρίπολου: «Λόγος εκφωνηθείς την 21 Οκτωβρίου 1848 κατά την
έναρξιν της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών πολιτευμάτων», 1848, σελ.
24).
Περισσότερο σκληρός στις εκφράσεις του υπήρξε ο πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός, ο οποίος σε λόγο του στην Ακρόπολη είπε, πως ο Φίλιππος νίκησε την Ελλάδα στη Χαιρώνεια, αλλά «έπραξε άλλο της νίκης εκείνης ολεθριώτερον, εγέννησε τον Αλέξανδρον». («Σύνοψις των Πρακτικών της Αρχαιολογικής Εταιρείας των Αθηνών», Αθήνα 1846, σελ. 102).
Ένταξη των μακεδόνων
στο εθνικό φαντασιακό
Το
ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης από τα μέσα του 19ου αιώνα άρχισε να
αποτελεί τον σταθερό άξονα, γύρω από τον οποίο κινήθηκε η κυρίαρχη
ιδεολογική προπαγάνδα της Ρωμιοσύνης, προκειμένου να νομιμοποιηθεί
ιδεολογικά η προσάρτηση των τέως οθωμανικών εδαφών στο κράτος βάσει της
ιστορικής τεκμηρίωσης της δήθεν ελληνικής εθνικής συνέχειας.
Η Μακεδονία έχει πλέον «κατοχυρωθεί» ως «ελληνική χώρα»
στις εγκυκλοπαίδειες της Ρωμιοσύνης.
(Η φωτοτυπία προέρχεται από το «ελληνοπρεπές» εγκυκλοπαιδικό λεξικό «Ήλιος»).
Για
να τεκμηριωθεί η υποτιθέμενη διαχρονία γεφυρώνοντας τα τεράστια κενά
και τις ασυνέχειες, διατυπώθηκε ένα ενιαίο εθνικό αφήγημα, το οποίο
συνέζευξε την ελληνική αρχαιότητα με το Βυζάντιο και τον χριστιανισμό
έως τη σύγχρονη εποχή. Θεμελιωτής της «αδιάσπαστης ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού» ήταν ο Κ. Παπαρρηγόπουλος.
Στην
περίπτωση της Μακεδονίας επιχείρησε με την «Ιστορία» του να ενοποιήσει
την αρχαία ιστορία της με τις άλλες περιόδους του «ελληνισμού» και τους
πληθυσμούς της με τους υπόλοιπους «έλληνες». (Αρβανίτες, βλάχους,
βορειοαφρικάνους, τουρκοανατολίτες κ.λπ.. Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Η πραγματική καταγωγή μας).
Ο
ίδιος όμως, λίγα χρόνια πριν, είχε διαφορετική αντίληψη για το τι
ακριβώς ήταν οι μακεδόνες. Στο «Εγχειρίδιον της Γενικής Ιστορίας» είχε
προβεί σε «εύλογη διάκριση» του μακεδονικού από το ελληνικό έθνος: «Η
Μακεδονική εποχή δύναται ευλόγως να διακριθή από της Ελληνικής, διότι
το Μακεδονικόν έθνος εξεπλήρωσεν, εν τη Γενική Ιστορία, εντολήν άλλην
παρά το Ελληνικόν».
Διάκριση του μακεδονικού έθνους από το ελληνικό έκανε ακόμα κι ο Κ. Παπαρρηγόπουλος μερικά χρόνια πριν γράψει την «Ιστορία» του κι ενσωματώσει τους μακεδόνες στον εθνικό του μύθο.
Κ. Παπαρρηγόπουλου: «Εγχειρίδιον της Γενικής Ιστορίας», Αθήνα, 1849, σελ. 193.
«Απόγονοι» και «απόγονοι»
Ενώ
η σύγχρονη Ελλάδα είχε καταντήσει ένα από τα πιο διεφθαρμένα κράτη
παγκοσμίως, αυτά που απασχολούσαν τους κατοίκους της χώρας τις
τελευταίες δεκαετίες ήταν να ξαναλειτουργήσει η θεολογική σχολή της
Χάλκης, να αναγνωριστεί η οικουμενικότητα του πατριαρχείου, να μην
ονομαστούν οι σκοπιανοί μακεδόνες κ.λπ. άσχετα και ανούσια θέματα, η
περίφημη «ελληνική εξωτερική πολιτική».
Έτσι, πάνω από τριάντα
χρόνια στην Ε.Ε. κι αντί η χώρα να έχει ήδη γίνει μια υπολογίσιμη δύναμη
στην περιοχή, μια «Γερμανία» των Βαλκανίων, με τέτοιες αντιλήψεις και
πνιγμένοι στο βυζαντινισμό (αναξιοκρατία, ρουσφέτια, καταχρήσεις κ.λπ.)
οι ρωμιοί, «κατάφεραν» να χρεωκοπήσουν.
Ακόμα και σήμερα όμως,
μετά τη χρεωκοπία, δεν φαίνεται να έχουν διδαχθεί από τα λάθη τους,
αλλά, παραμένοντας βαθύτατα βυζαντινοί, δυσκλεείς, παρηκμασμένοι,
μεσαιωνικοί και ανασφαλείς, συνεχίζουν να πορεύονται με την ίδια
νοοτροπία, αποπροσανατολισμένοι από το πραγματικό τους πρόβλημα (έλλειψη
παιδείας και αυτογνωσίας), ενώ τους απασχολούν οι ίδιες ─όπως τόσα
χρόνια─ ανοησίες.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: «Απόγονοι» και «απόγονοι»).
Οι σλαβο-αρβανιτό-βλαχοι κ.λπ. σημερινοί κάτοικοι του ελλαδικού χώρου λοιπόν, αφού εμπέδωσαν την εδώ και διακόσια χρόνια φαντασίωσή τους περί της δήθεν ευγενούς καταγωγής τους κι αυτοπροσδιορίστηκαν ως έλληνες, με στενή οικοπεδίστικη αντίληψη των εννοιών Ελλάδα και έλληνας, επιχειρούν «με νύχια και με δόντια» να περιχαρακώσουν τη φαντασίωσή τους αυτή.
Έχουν και στην Π.Γ.Δ.Μ. τηλεβιβλιοπώλες,
που εμπορεύονται διαστρεβλωμένη ιστορία.
Έτσι,
αντιδρούν στην επιχείρηση του σκοπιανού εθνικισμού, να εμποτίσει στους
κατοίκους του χώρου της βόρειας Μακεδονίας τη μακεδονική εθνική
συνείδηση, να μεταμορφώσει δηλαδή τους σλαβο-αρβανιτο-βλάχικης κ.λπ.
καταγωγής σημερινούς σκοπιανούς, σε «απόγονους» αρχαίων μακεδόνων.
Δεν
έχουν αντιληφθεί, παραβλέπουν ή ξεχνούν ενδεχομένως, ότι εδώ και δυο
αιώνες, το ίδιο ακριβώς κάνει κι ο ρωμέικος εθνικισμός, ο οποίος έχει
εμποτίσει στους κατοίκους του ελλαδικού χώρου την ελληνική εθνική
συνείδηση, έχει μεταμορφώσει δηλαδή, τους σλαβο-αρβανιτο-βλάχικης κ.λπ.
καταγωγής σημερινούς ρωμιούς, σε «απόγονους» αρχαίων ελλήνων.
Με αυτό τον τρόπο, φτάσαμε στη σημερινή σχιζοφρενή κατάσταση του θέματος της ονομασίας της Π.Γ.Δ.Μ.,
που θυμίζει τη γνωστή παροιμία με τους δυο γαϊδάρους που μάλωναν, όπου ο
ξένος αχυρώνας στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η αρχαιοελληνική δόξα.
Συναγωνισμός στην περί Μακεδονίας σχιζοφρένεια μεταξύ ρωμιών και σκοπιανών στο Google.
Εθνικός βαυκαλισμός
Το
πρόβλημα και το βασικό αίτιο της κακοδαιμονίας των σημερινών ρωμιών
είναι, ότι δεν έχουν προσπαθήσει να σταθούν στα δικά τους πόδια, αλλά
στα πόδια ενός εξιδανικευμένου αρχαίου παρελθόντος, το οποίο εξάλλου δεν
τους ανήκει. Στην περίπτωση της Μακεδονίας ενέταξαν τους μακεδόνες στο
«εθνικό» αφήγημα, ώστε οι τάφοι τους να αναδεικνύουν σήμερα την
«οικουμενική δόξα του ελληνισμού», όπως δήλωσε κατά το φιάσκο της
Αμφίπολης ο πρώην πρωθυπουργός.
Έτσι, αντί να αγωνισθούν με
αυτογνωσία για το παρόν και το μέλλον τους, επαναπαύονται σε κάποιες
αρχαίες δάφνες, που έχουν φτιάξει στο μυαλό τους και βολοδέρνουν
ιδεολογικά εκστομίζοντας τις συνήθεις ανοησίες του τύπου: «όταν εμείς χτίζαμε παρθενώνες, εσείς ήσασταν επάνω στα δέντρα...».
Κι έτσι κάπως διαιωνίζεται ο εθνικός βαυκαλισμός των τριτοκοσμικών κι εξαθλιωμένων σημερινών ρωμιών, που ενώ είναι τελευταίοι σε όλα
μεταξύ των πολιτισμένων χωρών (παχυσαρκία, ατυχήματα, ναρκωτικά,
φτώχεια, υπογεννητικότητα, εκτρώσεις, καισαρικές τομές, πολυφαρμακία,
αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, αρρώστειες, ναρκωτικά, ανάπτυξη, πολιτισμό,
παιδεία, αθλητισμό, επιχειρηματικότητα, καθαριότητα, οικολογία,
διαφθορά, επιδειξιομανία, τζόγο, οικονομία, κακοποιήσεις της φύσης και
των ζώων κι ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί ο νους σας), μην έχοντας
τίποτε να επιδείξουν ψάχνουν ψήγματα κλέους τυμβωρυχώντας σε κάποιο
─ξένο από αυτούς─ αρχαίο παρελθόν.
Βιβλιογραφία:
1. «Ιστορία του ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1975.
2. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου: «Ιστορία του ελληνικού έθνους»,
έκδ. Ν. Δ. Νίκας Α.Ε.», Αθήνα, 1930.
3. Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας», έκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959.
4. Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος», έκδ. «Εγκυκλοπαιδική Επιθεώρηση “Ήλιος”», Αθήνα.
5. Παγκόσμια Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, έκδ. «Κυψέλη», Αθήνα, 1963.
6. Theodor Brit: «Αλέξανδρος ο Μέγας και ο παγκόσμιος ελληνισμός
μέχρι της ελεύσεως του Χριστού», έκδ. «Δ. Δαρέμας», Αθήνα.
7. J. G. Droysen: «Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου»,
έκδ. «Ελευθεροτυπία», Αθήνα, 1993.
8. P. Faure: «Η καθημερινή ζωή την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου»,
έκδ. «Παπαδήμα», Αθήνα, 2008.
9. Δ. Ι. Κυρτάτα ─ Σ. Ι. Ράγκου: «Η ελληνική αρχαιότητα», έκδ. «Το Βήμα», Αθήνα,2013.
10. Κ. Σιμόπουλου: «Ο μύθος των “μεγάλων” της Ιστορίας», έκδ. «Στάχυ», Αθήνα, 2000.
11. Α. Πολίτη: «Τα Ρομαντικά χρόνια. Ιδεολογίες και νοοτροπίες
στην Ελλάδα του 1830-1880»,
έκδ. «Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού ─ Μνήμων», Αθήνα, 2003.
12. Διαδίκτυο: «Οι μακεδόνες ως οθωμανοί: Πώς οι "βάρβαροι" μακεδόνες
ενσωματώθηκαν στο ελληνικό εθνικό αφήγημα», jungle-report.blogspot.gr, 9 Σεπ. 2014.
theologos vasiliadis