ΕΠΗΛΥΔΕΣ ΣΕ ΞΕΡΑΪΛΕΣ ΚΙ| ΕΡΗΜΙΕΣ Οι μεσαιωνικοί| κάτοικοι του| ελλαδικού χώρου
- «Η άλλοτε ένδοξη Αθήνα είναι τόσο ερημωμένη, που φαίνεται απίστευτο, ότι υπήρξε κάποτε ένδοξη. Εγώ, τουλάχιστον, δεν είδα πουθενά φοβερότερο τόπο. Ερημιά, ξεραΐλα, αγκαθιές και βάλτοι.» D΄Aramon, γάλλος πρεσβευτής, ιστ΄αιώνας.
- «Ο πληθυσμός της Σάμου είναι τουρκικός». Ruy Gonzales de Clavijo, απεσταλμένος του βασιλιά της Καστίλλης, Ερρίκου Γʼ, στην αυλή του Ταμερλάνου.
- «Η Ελευσίνα είναι τώρα ένα φτωχό χωριό με 1.200 κατοίκους, κυρίως αλβανούς.» John Fulleylove-J. A. M. Clymont, 1902.
Οι πόλεμοι, οι πειρατικές επιδρομές και οι επιδημίες είχαν ξεκληρίσει
τους πληθυσμούς του ελλαδικού χώρου. Η ερήμωση οδήγησε τη βυζαντινή
εξουσία στον εποικισμό των περιοχών από σλάβους τους πρώτους αιώνες κι
από αλβανούς κυρίως, αργότερα. Πλήθος όμως κι άλλων επήλυδων κατέκλυσαν
επίσης κατά καιρούς το χώρο, όπως βλάχοι, αρμένιοι, βορειοαφρικανοί
κ.λπ..
Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε δειγματοληπτικά πώς περιγράφουν το πανόραμα της ερήμωσης και το πάζλ των εποικισμών του ελλαδικού χώρου μερικοί από τους πολλούς περαστικούς ταξιδιώτες, φιλέλληνες, πρεσβευτές κ.λπ. ξένους, που άφησαν χρονικά και γραπτές εντυπώσεις με πληροφορίες και παρατηρήσεις.
Στην Αθήνα,
οι ανασκαφές τής Αγοράς απέδειξαν, ότι υπήρξαν εκτεταμένες καταστροφές
γύρω στο 580, κι ύστερα μια περίοδος πρόχειρων καταλυμάτων, που διήρκεσε
μέχρι το δεύτερο μισό τού ζ΄αιώνα. Στη συνέχεια, η περιοχή τής Αγοράς
εγκαταλείφθηκε τελείως κι ο οικισμός περιορίστηκε στην Ακρόπολη και σε
ένα μικρό οχυρωμένο περίβολο προς τη βόρεια πλευρά της.
Στην Κόρινθο,
πολλοί από τους κατοίκους κατέφυγαν στην Αίγινα περί το 580, ενώ η
βυζαντινή παρουσία διατηρήθηκε στο απρόσιτο φρούριο τού Ακροκόρινθου.
Στην υπόλοιπη Πελοπόννησο οι πόλεις εξαφανίστηκαν.
Για την κεντρική Ελλάδα οι μαρτυρίες, που έχουμε, είναι σποραδικές.
Στις Βοιωτικές Θήβες δεν υπάρχουν ενδείξεις για ύπαρξη αστικής ζωής ανάμεσα στον στ΄και το δεύτερο μισό τού θ΄αιώνα.
Οι Φθιώτιδες Θήβες στη θεσσαλική ακτή καταστράφηκαν στο τέλος τού στ΄ή τον ζ΄αιώνα.
Σκύρος
Αν κρίνουμε από τα λίγα κείμενα, που υπάρχουν, οι κάτοικοι στην περιοχή τής Θεσσαλονίκης ζούσαν ζωή ημιαγροτική.
Στις αρχές τού θ΄αιώνα, αναφέρεται, ότι κληρικός, που είχε αναλάβει δωρεές προς τους φτωχούς, έλαβε ως προσφορά τρεις χοίρους - πράγμα, που κάθε άλλο, παρά αναπτυγμένη αστική οικονομία δείχνει. (F. Dvornik, «La vie de S. Gregoire le Decapolite», Παρίσι, 1926, 59).
Ανατολικά τής Θεσσαλονίκης, η πόλη των Φιλίππων φαίνεται, ότι είχε εγκαταλειφθεί. Δεν υπάρχει πάντως μαρτυρία κάποιας δραστηριότητας εκεί μέχρι το δεύτερο μισό τού ι΄αιώνα.
Στη Μικρά Ασία, η Νικομήδεια, που κάποτε υπήρξε πρωτεύουσα, κειτόταν σε ερείπια τον θ΄αιώνα.
Η Κύζικος, μεγάλη πόλη στην αυτοκρατορική ρωμαϊκή περίοδο, μισοκαταστράφηκε από σεισμό το 543 και έπαψε να υπάρχει μετά τον ζ΄αιώνα.
Η Έφεσος επέζησε, αλλά με πολύ μειωμένη την έκτασή της.
Στη Μίλητο, η μεσαιωνική πολή ήταν λιγότερο από το ένα τέταρτο τής αρχαίας.
Ένα
στοιχείο, που δίνει τους ιστορικούς το κλειδί, για να αντιληφθούν τη
μεγάλη παρακμή των βυζαντινών πόλεων, είναι η απότομη πτώση των χάλκινων
νομισμάτων, που κυκλοφορούσαν. (Βλ. Cyril Mango: «Βυζάντιο, η αυτοκρατορία τής Νέας Ρώμης», Μορφ. Ίδρ. Εθν. Τράπεζας, 1988).
Στοιχεία
για την οθωμανική, βενετική κ.λπ. περιόδους βρίσκουμε σε αρχεία,
φορολογικά κατάστιχα, απογραφές πληθυσμών κ.λπ..
Μελετώντας φορολογικά
κατάστιχα, ο B. Mc Gowan, κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι μόνο ανάμεσα στο
1530 και 1700 συντελέστηκε μείωση τού πληθυσμού τής Πελοποννήσου κατά
50%, την οποία αποκάλεσε «demographic catastrophe». (Bruce Mc Gowan, «Economic life in ottoman Europe, σ. 80-104).
Η μαύρη πανώλη
Η
μεγάλη πανώλη τού 541/542 αποδεκάτισε τους πληθυσμούς.
Λοιμοί συκλόνισαν την αυτοκρατορία κι άλλες φορές, όπως το 558, το 560/1, το 585, το 602, 746-747 κ.λπ..
To 1348 η πανούκλα, που έμεινε
γνωστή στη μεσαιωνική ιστορία σα μαύρος θάνατος, θέρισε τη Μεσόγειο κι
ολόκληρη την ηπειρωτική Ευρώπη από τη Μόσχα ως τη Φλάνδρα.
Οι παράκτιοι κυρίως πληθυσμοί τού ελλαδικού χώρου και των νησιών αποδεκατίστηκαν.
Αργότερα,
σημειώθηκαν κι άλλοι αποδεκατισμοί πληθυσμών λόγω πανώλης, όπως π.χ.
στην Πελοπόννησο:
Στα 1409-1410, γενικά στην Πελοπόννησο, στα 1418, 1421-1423, ομοίως.
Στα 1430 στην Πάτρα και γενικά στην Πελοπόννησο.
Στα 1431 γενικά στην Πελοπόννησο.
Στα 1500 στην Κορώνη, Μεθώνη, Κόρινθο και στο Ναυαρίνο.
Στα 1533 στην Κορώνη
και στα 1534 γενικά στην Πελοπόννησο.
Πειρατεία
Από
τον θ΄ έως τον ια΄ αιώνα, υπήρχε θαλασσοκρατία των αράβων πειρατών,
οπότε η πειρατεία είχε λάβει τρομακτικές διαστάσεις.
Η Κρήτη έχει μεταβληθεί από το 823 σε ορμητήριο των πειρατών, που ερήμωναν τα νησιά τού Αιγαίου και τις ηπειρωτικές ακτές.
Πολιορκήθηκε η Πάτρα.
Η Αίγινα καταστράφηκε.
Η Πελοπόννησος λεηλατήθηκε.
Το 904 οι σαρακηνοί πειρατές κυρίευσαν τη Θεσσαλονίκη κι αιχμαλώτισαν 22.000 ανθρώπους.
Ο
Λέων Χοιροσφάκτης, πρεσβευτής τού Βυζαντίου στους άραβες τής Μάλτας,
τής Ταρσού και τής Βαγδάτης, υπερηφανεύεται, ότι κατόρθωσε να εξαγοράσει
(πέτυχε «αλλάγιον») εκατόν είκοσι χιλιάδες αιχμαλώτους, που είχαν συλληφθεί κατά τις επιδρομές των πειρατών στα εδάφη τής αυτοκρατορίας.
Μετά,
η θαλασσοκρατία των αράβων τερματίστηκε, ακολούθησαν όμως, οι
νορμαδικές επιδρομές και οι σταυροφορίες.
Η πειρατική δράση επαναρχίζει ακολουθώντας την πορεία των δραματικών γεγονότων, που συνταράζουν την ανατολική λεκάνη τής Μεσογείου.
Έτσι και κατά τον ιβ΄ αιώνα ήταν αβέβαιη η έκβαση τού ταξιδιού στο Αιγαίο.
Η πειρατεία, που συνεχίστηκε και κατά
την Τουρκοκρατία, ήταν κυρίως αποτέλεσμα τής αδυναμίας των ναυτικών χωρών να διασφαλίσουν τους εμπορικούς δρόμους μεταξύ δυτικής Ευρώπης και Ανατολής.
Περισσότερο από τις κατακτητικές επιδρομές, τις εισβολές και τις πολεμικές αναστατώσεις, η δράση των πειρατών ήταν η φρικαλεώτερη δοκιμασία των παραμεσογειακών πληθυσμών κατά τους μεσαιωνικούς και νεώτερους χρόνους.
Μπροστά στα δράμα των νησιωτών, ο ρόλος των χριστιανικών ναυτικών δυνάμεων υπήρξε εγκληματικός.
Η παρασκηνιακή συναλλαγή, οι μυστικές
συμμαχίες με τους κουρσάρους και η σιωπηλή νομιμοποίηση τής πειρατείας
αποτελούν μιά επαίσχυντη σελίδα τής Ιστορίας.
Κατά τον ιβ΄αιώνα η Αττική βρισκόταν στο έλεος των πειρατών, τούρκων, λατίνων και ρωμιών.
Οι αυτοκρατορικές φυλακίδες δεν περιπολούσαν πιά στο
Σαρωνικό και τον Ευβοϊκό και οι παράκτιες φρουρές ήταν τόσο αραιές, που
αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν τις επιδρομές.
Ορμητήρια των
κουρσάρων ήταν η Αίγινα, η Σαλαμίνα και η Μάκρη (πρόκειται για την
απέναντι τού Λαυρίου, Μακρόνησο, όπου υπήρχε μονή τού Αγίου Γεωργίου).
Η
Αίγινα είχε ερημωθεί. Οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει το νησί κι όσοι απέμειναν συνεργάζονταν με τους πειρατές.
Ασύδοτοι αποβιβάζονταν στις ακτές τής Αττικής, απογύμνωναν, αιχμαλώτιζαν τους κατοίκους και ακρωτηρίαζαν ή ρινοκοπούσαν όσους δεν μπορούσαν να προσφέρουν λύτρα.
Κλάδευαν τα χέρια των ανθρώπων «σαν ξερόκλαδα».
Και γέμισε ο τόπος από «χειροτμήτους» και «ρινοτμήτους».
Κι είχαν τόσο αποθρασυνθεί, που εισχωρούσαν και στα μεσόγεια.
Ανέβαιναν στα
βουνά για να ζωγρήσουν σε λόγγους και σε σπηλιές τους κατατρεγμένους.
Την τραγωδία των πληθυσμών τού Αιγαίου αποκαλύπτουν τα οδοιπορικά των ξένων περιηγητών τής εποχής και ρωμέικα κείμενα.
Η Σαλαμίνα ξεκληρίστηκε κατά την επιδρομή τού 1667.
Η περιγραφή τής σφαγής, τής αρπαγής και τής αιχμαλωσίας περιγράφεται από τον Αθηναίο Αργυρό Βερναρδή (Π. Ζερλέντη: Αργυρός Βερναρδής ο Αθηναίος). Ο Γάλλος La Guillet (1688) ιστορεί το δράμα τής Σαλαμίνας.
Εξ αιτίας των πειρατικών επιδρομών είχαν απομείνει
στο νησί μονάχα 400 άνθρωποι. (Αthènes anciennes et nouvelles (Paris,
1675).
Οι πειρατικές επιδρομές είχαν ξεκληρίσει τους πληθυσμούς
των νησιών και των παραλιακών περιοχών τής ηπειρωτικής Ελλάδας.
Η ερήμωση των νησιών οδήγησε στον εποικισμό τους από τούς αλβανούς.
(F.W. Hasluck: Depopulation in the aegean islands and the turkish conquest, The Annual of the British School at Athens, τόμ. IZ΄, 1910-1911.
Επίσης τού ιδίου: Albanian settlements in the aegean islands.
Βλ. και Π.
Ζερλέντη: Μετοίκησις Αλβανών εις Ίον, Νησιωτική Επετηρίς, τόμ. Ι).
(Για την τουρκοανατολίτικη καταγωγή των κρητικών και των κατοίκων άλλων νησιών διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!
και Μικρασιάτικος χαβάς).
Οι περιηγητές
Χιλιάδες
από τούς ταξιδιώτες, που περιπλανήθηκαν στον ελλαδικό χώρο, άφησαν
χρονικά και γραπτές εντυπώσεις με πληροφορίες και παρατηρήσεις.
Κι είναι τα κείμενά τους ακατέργαστη πρώτη ύλη με πολύτιμα ψήγματα ιστορίας, νήματα ζωής για την αποκατάσταση τής αλήθειας, για τη συμπλήρωση τού έργου των ιστορικών και την επανόρθωση των σφαλμάτων.
Οι αφηγήσεις τους
αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές τού βυζαντινού βίου και κυρίως τής
Τουρκοκρατίας.
Η αφήγηση ενός προσκυνητή των «αγίων τόπων» κατά
το μεσαίωνα έχει, πολλές φορές, μεγαλύτερη αξία από το έργο τού
βυζαντινού χρονογράφου, που ιστορεί γεγονότα από απόσταση,
«κατ΄επιταγήν» , με πηγές αμφισβητήσιμες και επηρεασμένος από κάθε λογής
σκοπιμότητες.
Αποτελεί αυθεντικότερη μαρτυρία.
Το προσωπικό
απομνημόνευμα ιστορεί πραγματικά περιστατικά, είναι εξομολόγηση,
αποκαλύπτει με τον αυθορμητισμό του τον ίδιο τον άνθρωπο, τις σκέψεις,
τα βιώματα και τις αντιδράσεις του.
Οι ξένοι, που κατέφθασαν στην
Ελλάδα κατά το ʽ21 και αργότερα,
ήταν πρώτα-πρώτα εθελοντές,
οι λεγόμενοι φιλέλληνες.
Απόστρατοι αξιωματικοί, φιλελεύθεροι ή καταδιωκόμενοι,
αποτυχημένοι
ή τυχοδιώκτες.
Θερμοκέφαλοι ρομαντικοί, ενθουσιώδεις αρχαιολάτρες και όψιμοι σταυροφόροι.
Απόκληροι και ξεπεσμένοι.
Ακόμα και θανατοποινίτες.
Έμποροι οπλών και πυρομαχικών και καιροσκόποι, που σχεδίαζαν να δημιουργήσουν στην Ελλάδα κερδοφόρες επιχειρήσεις. Τραπεζίτες ανυπόμονοι για αποδοτικές επενδύσεις κ.ά..
Μέγαρα
Ας δούμε δειγματοληπτικά πώς περιγράφουν τον ελλαδικό χώρο και τους κατοίκους του.
Οι ιστορικοί συμφωνούν: Η Αθήνα είχε απολησμονηθεί εξ αιτίας τού ιστορικού κενού τόσων αιώνων.
Ήταν ένα ασήμαντο κάστρο τής φραγκοκρατίας.
Μεταξύ 1480 και 1546 η πόλη των Αθηνών είχε ξεκληρισθεί από επιδημίες, όπως προκύπτει από το ανώνυμο χρονικό τής Οξφόρδης. («Ectesis chronica and chronicon Athenarum», London, 1902.)
«Η άλλοτε ένδοξη Αθήνα είναι τόσο ερημωμένη, που φαίνεται απίστευτο, ότι υπήρξε κάποτε ένδοξη.
Εγώ, τουλάχιστον, δεν είδα πουθενά φοβερότερο τόπο. Ερημιά, ξεραΐλα, αγκαθιές και βάλτοι.» Εντυπώσεις τού γάλλου πρεσβευτή, D΄ Aramon, όπως τις κατέγραψε ο γραμματικός του, ο ευγενής Jean Chesneau το 1546.
(Jean Chesneau: «Le
voyage de monsieur d΄ Aramon ambassadeur pour le Roy en Levant, escript
par un noble homme Jean Chesneau publie et annote par M. Ch. Schefer» (Paris, 1887).
Ο ολλανδός περιηγητής Favolius, περιγράφει την πόλη των Αθηνών ως «μια πολίχνη φτωχών ανθρώπων». (Hodoeporiki byzantini lib. III auctore Hugone Favolio - Lovanii (Excudebat Servatius Sassenus, 1563).
Ο
Συμεών Καβάσιλας από την Άρτα έγραφε το 1575 προς το διάσημο ελληνιστή
τού Tübingen, Martin Crusius, για τον πληθυσμό των Αθηνών: «Όλον δε, εν όσω οι άνθρωποι όντες τυγχάνουσιν τον αριθμόν χιλιάδες δώδεκα».
Ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς από την Κωνσταντινούπολη υπολογίζει τον αριθμό των σπιτιών τής Αθήνας σε 1.000.
Είκοσι χρόνια αργότερα, ο άγγλος
περιηγητής William Lithgow, σημειώνει: «Η Αθήνα δεν είναι μεγάλη πολιτεία. Έχει διακόσια σπίτια όλα-όλα».
Ένα τουρκοχώρι είδε στην Αθήνα το 1604 και ο γάλλος ταξιδιώτης Julien Bordier:
«Απ΄αυτή την πανένδοξη πολιτεία δεν έχει απομείνει παρά ένα θλιβερό τουρκοχώρι, που λέγεται Σετίνα και βρίσκεται στα χέρια ενός αγά».
(Η Αθήνα ονομαζόταν Σατίνες ή Σετίνες ή Στίνες.
Η Ακρόπολη, Κάστρο.
O Πειραιάς λεγόταν Porto Leone από το μαρμάρινο λεοντάρι, που πήραν αργότερα οι Βενετοί.)
Ως το τελευταίο τέταρτο τού ιζ΄αιώνα, η Αθήνα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη για τους ξένους.
Όλοι πίστευαν, πως αποτελούσε ένα σωρό ερειπίων, άν δεν είχε ολότελα εξαφανισθεί.
Έγραφε το 1675, ο Georges Guillet de Saint-George: «Είχα διαβάσει κι είχα χίλιες φορές ακούσει, πως η Αθήνα ήταν ένας έρημος τόπος» (Guillet, σελ. 211).
Αλλά και και πριν 500 ακριβώς χρόνια, βρισκόταν στην ίδια τραγική παρακμή.
Όταν ο Μιχαήλ Ακομινάτος ανήλθε στο μητροπολιτικό θρόνο των Αθηνών και μπήκε (το 1175) εν πομπή στην πολιτεία, είδε στο «κλεινόν άστυ» χαλάσματα και καλυβόσπιτα εδώ κι εκεί σε πανάθλια στενορύμια.
Η Αθήνα, γράφει, ήταν «σωρός ερειπίων οικουμένων υπό ανθρώπων πενομένων».
«Αφήνοντας
την Αυλίδα βαδίσαμε τρεις λεύγες και φτάσαμε σ΄ ένα χωριό αρναούτηδων.
Εδώ τους αποκαλούν κι αρβανίτες, αλλά δεν ξέρω άν προέρχονται από την Αλβανία.
Μιλάνε τη δική τους γλώσσα»
(La voyage du sieur du Loir, Sieur d΄ Loir, γάλλος περιηγητής, Παρίσι, 1639.)
Οι αρναούτηδες είναι απόγονοι αλβανών ή αλβανοβλάχων, που είχαν εγκατασταθεί στην Αττική κατά τα τέλη τού ιδ΄αιώνα.
Κτηνοτρόφοι, οργανωμένοι σε φάρες λήστευαν τούς
διαβάτες στα περάσματα τής Πάρνηθας. (Απ. Βακαλόπουλου: Ιστορία τού Νέου
Ελληνισμού, τόμος Β1, σελ. 324.)
Ο γενοβέζος καπετάνιος, Francesco - Maria Levanto, που είχε επισκεφθεί την Αθήνα το 1662 σημειώνει στο χρονικό του: «Η σημερινή Αθήνα δεν είναι παρά ένας έρημος, άγονος τόπος, κατασπαρμένος με πέτρες».
(Prima parte dello specchio del Mare Mediterraneo dal capitan Francesco - Maria Levanto (In Genova, 1664.)
«Οι αρβανίτες τής Αρκαδίας είναι τριπλάσιοι σε αριθμό από τους τούρκους.» (The present state of the Morea called Peloponesus, Βernard Randolph, άγγλος περιηγητής, Λονδίνο, 1686).
«Οι Δελφοί ονομάζονται Καστρί από το μωρό όχλο, που δεν γνωρίζει τα χώματα, που πατάει». Καλαβρός Κυριακός ο Αγκωνίτης, 1436.
«Η Ελευσίνα είναι τώρα ένα φτωχό χωριό με 1.200 κατοίκους, κυρίως αλβανούς.»
(John Fulleylove - J.A. M΄Clymont: «Εκδρομές στην Αττική, 19ος αιώνας»
από το βιβλίο τους: «Greece, A and C Black», Λονδίνο, 1902).
«Ο αγροτικός πληθυσμός τής Κορινθίας είναι
αρβανίτες, αρναούτηδες, όπως τούς λένε.
Φορούν πουκαμίσα από χοντρό βαμβακερό, που φτάνει ως τα γόνατα και στη μέση πλατύ πέτσινο ζωνάρι, όπου τοποθετούν το πουγγί τους και το μαχαίρι τους.
Από κάτω βρακί, ως τα σφυρά σχεδόν και τσαρούχια από γιδοτόμαρο, που σφίγγει με δερμάτινα κορδόνια.
Κεφάλι ξυρισμένο, φέσι κόκκινο και σαρίκι». Peter Edmud Laurent, άγγλος, 1818.
«Φτάσαμε στη Στίβα».
(Saewulf, αγγλοσάξωνας έμπορος, 1103. Relatio de peregrinatione Saewulfi ad Ierosolymam et Terram Sanctam anni dominicae incarnationis mcii et mciii.
Περιέχεται στη συλλογή τού Thomas Wright: Early travels in Palestine, Λονδίνο, 1848).
Αναφέρεται στη Θήβα, τής οποίας η ονομασία είχε φωνητικά σλαβοποιηθεί κατά τον θ΄αιώνα.
Προφερόταν
Φήβα, επειδή στις σλαβικές γλώσσες δεν υπάρχει το γράμμα θήτα. Ακόμη
και σήμερα διατηρείται στη Βοιωτία η παληά αυτή απόδοση τού τοπωνυμίου. Η
παραλλαγή Στίβα είναι ακουστική. Στη Φήβα, Στίβα, στ΄Φήβα, στις Θήβες,
Στίβες.
Η Λαμία για χίλια χρόνια λεγόταν Ζητούνι, ο Σπερχειός Lade, ο Ελικώνας Ζαγαράς, η Χαλκίδα Negroponte, η Κάρυστος Castel Rosso.
Για τη βίαιη επιχείρηση μετονομασίας των τοπωνυμίων αργότερα, από το ρωμέικο εθνικισμό, μπορείτε να διαβάσετε στο τρίτο μέρος τού άρθρου τής «Ελεύθερης Έρευνας»: Από τον Σπάτα και τον Τατόη, στο Χαλάνδρι και τη Λούτσα...).
Κάθε χωριό, βουνό, ποτάμι κ.τ.λ. έπρεπε να εφοδιαστεί τάχιστα με ένα πραγματικό ή φανταστικό ελληνοπρεπές ή χριστιανικό όνομα.
Σε περίπτωση,
που κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, το «βαρβαρικό» τοπωνύμιο όφειλε να
μεταφραστεί στα ελληνικά, είτε τουλάχιστον να άλλαζε δοκιμάζοντας μιά
παρήχησή του, που θα θύμιζε ελληνική λέξη. Σοβαρότατες κυρώσεις
νομοθετήθηκαν για τους παραβάτες.
Η Κως ονομαζόταν το μεσαίωνα Lango.
Άλλοτε λεγόταν Stanchio.
«Η Κως κατοικείται από τούρκους».
(Pierre Belon, Γάλλος γιατρός και βοτανολόγος, 1546. Les observations
de plusieurs singularitez et choses memorables trouvees en Grece, Asie,
Judee, Egypte et autres pays etrangers redigees en trois livres, par
Pierre Belon du Mans, Paris, 1553).
Η Χάλκη λεγόταν San Nicola de Carichi,
η Πάτμος Patino.
«Μέσα στην πόλη (σ.σ. Ρόδο) κατοικούν μονάχα τούρκοι και εβραίοι».
Από το ημερολόγιο τού γάλλου περιηγητή Τhevenot (1655).
Η ονομασία τής Ζακύνθου παρουσιάζεται σε πολλές παραλλαγές στα κείμενα των περιηγητών: Zante, Lesante, Sante, Gronti in Grecia, Ganti in Romania.
Το νησί ήταν
ερειπωμένο από τους τουρκοβενετικούς πολέμους και τις πειρατικές
επιδρομές.
Στην Αγία Μαύρα, ο άγγλος περιηγητής William Lithgow, διαπίστωσε, ότι η Λευκάδα κατοικείται μονάχα από εβραίους. «Η
Λευκάδα παραχωρήθηκε στους εβραίους για την εγκατάστασή τους από το
σουλτάνο Bαγιαζήτ Β΄, μετά την εκδίωξή τους από την Ισπανία».
(Travels and voyages through Europe, Asia and Africa for nineteen years, Leith, 1814).
«Το νησί (σ.σ. Ιθάκη) ονομάζεται σήμερα Val di Compare», από το Χρονικό τού Buodelmonti, ο οποίος καταγόταν από οικογένεια ευγενών τής Φλωρεντίας και επί τέσσερα χρόνια περιόδευσε τα νησιά τού Αιγαίου, αρχές τού 1400.
Ως το 1504 με αυτή την ονομασία (Val di
Compare, Κοιλάδα τού Σύντεκνου) ήταν γνωστή η Ιθάκη στους ξένους
ναυτικούς.
«Σε ολόκληρο το νησί (σ.σ. Ίος) υπάρχει
μονάχα μιά πολίχνη στην πλαγιά ενός λόφου. Οι κάτοικοι είναι αλβανικής
καταγωγής. Αντιμετωπίζουν με τόλμη τους κουρσάρους». (Francois Richard, 1650). «Στη Νιό ζουν αλβανοί, λαός βάρβαρος και πολεμοχαρής».
Από το ημερολόγιο τού γάλλου περιηγητή Τhevenot (1655).
«Κατοικείται (σ.σ. Άνδρος) από αρναούτηδες, χίλιες διακόσιες ψυχές».
Από το ημερολόγιο τού Τhevenot (1655). Ο αλβανικός εποικισμός στην Άνδρο έγινε επί φραγκοκρατίας, κατά το πρώτο τέταρτο τού ιε΄ αιώνα.
Δεύτερος εποικισμός έγινε περί τα τέλη τού ιε΄ αιώνα.
Οι αλβανοί, που είχαν διαπεραιωθεί στο νησί από τη γειτονική Κάρυστο, εγκαταστάθηκαν στο αραιοκατοικημένο βόρειο τμήμα τού νησιού.
«Ήταν σχεδόν ακατοίκητη (σ.σ. η Μύκονος)». Τhevenot (1655).
«Ο πληθυσμός τού νησιού (σ.σ. Σάμος) είναι τουρκικός».
(Ruy Gonzales de Clavijo, απεσταλμένος τού βασιλιά τής Καστίλλης,
Ερρίκου Γ΄, στην αυλή τού Ταμερλάνου, 1403, Historia del gran Tamorlan.
El itinerario y narracion del viaje, y relation de la embajada que Ruy
Gonzalez de Clavijo le hijo por mandado del muy poderoso senor Rey don
Henrique el Tercero de Castilla, En Madrid, 1782).
«H Σάμος είναι έρημη».
(Pierre Belon, γάλλος γιατρός και βοτανολόγος, 1546. Les observations
de plusieurs singularitez et choses memorables trouvees en Grece, Asie,
Judee, Egypte et autres pays etrangers redigees en trois livres, par
Pierre Belon du Mans, Paris, 1553).
«Η Ικαρία είναι αραιοκατοικημένη» (τού ίδιου).
«Οι Τούρκοι ερήμωσαν παλιότερα το νησί (σ.σ. Αγ. Ευστράτιο) και τώρα είναι ολότελα ακατοίκητο. Μόνο άγρια ζώα ζουν σ΄ αυτό τον τόπο».
(από το Χρονικό τού Buodelmonti, ο οποίος καταγόταν από οικογένεια
ευγενών τής Φλωρεντίας και επί τέσσερα χρόνια περιόδευσε τα νησιά τού
Αιγαίου, αρχές τού 1400).
Επήλυδες καλύπτουν τα πληθυσμιακά κενά
Για να καλύψουν τα πληθυσμιακά κενά, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έφερναν κατά καιρούς στον ελλαδικό χώρο διάφορες φυλές.
Έτσι, στο πρώιμο Βυζάντιο κατέκλυσαν το χώρο σλάβοι, ενώ από τον 14ο αιώνα κι ύστερα, κυρίως αλβανοί (αρβανίτες) και βλάχοι.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν σημειωθεί κι εποικισμοί διάφορων άλλων λαών, όπως π.χ. 10.000 αρμένιων στην Κύπρο, όταν το 578 το νησί είχε σχεδόν ερημωθεί (Ιστορία τού ελληνικού έθνους, έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», τόμ. Η, σελ. 183-4), βορειοαφρικανών στα νησιά κ.ά..
(βλ. Η παραδοσιακή... τυνησιακή αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική).
Η σύγχρονη αιγαιοπελαγίτικη Τουρκορωμιοσύνη:
Σταυροί στο λαιμό, φέσια, βράκες, όργανα κ.λπ..
Αχταρμάς
φορεσιών, μουσικών, εθίμων, που έφεραν μαζί τους οι επήλυδες, των
οποίων η προέλευση χάνεται στην Ανατολή και τη βόρειο Αφρική.
Στην Ενότητα τής «Ελεύθερης Έρευνας»:
Η πραγματική καταγωγή μας,
μπορείτε να βρείτε αρκετά άρθρα σχετικά με την καταγωγή των σημερινών κατοίκων τού ελλαδικού χώρου.
Τέλος, τον περασμένο αιώνα, 1.200.000 μικρασιάτες κατέκλυσαν τον ελλαδικό χώρο, επί συνόλου πέντε εκατομμυρίων κατοίκων τότε.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Περί τής μή ελληνικής καταγωγής των μικρασιατών).
Όλοι οι λαοί, που επανειλημμένα κατά τη διάρκεια των χιλιετιών κατέκλυσαν τον ελλαδικό χώρο, έφεραν μαζί τους ήθη, έθιμα, φορεσιές, όργανα, χορούς, τραγούδια κ.λπ., τα οποία παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλομορφία από τόπο σε τόπο, ανάλογα με τους επήλυδες κάθε περιοχής. |
Όλα αυτά, τα «παραδοσιακά» λεγόμενα, δεν έχουν σχέση με την αρχαία Ελλάδα, όσο κι αν προσπαθούν να τα παρουσιάσουν έτσι οι εγχώριοι ρωμιοί θεωρητικοί, αλλά με τα Βαλκάνια, την Αφρική, την Τουρκία, αλλά κι ακόμα ανατολικότερα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι φωτογραφίες των πρώτων δεκαετιών τού περασμένου αιώνα, που συνοδεύουν το άρθρο, στις οποίες αντικατοπτρίζεται εμφανώς η μεγάλη ποικιλομορφία ενδυμασιών τουρκοβαλκανικοανατολίτικης προέλευσης, που έφεραν μαζί τους οι κατά καιρούς επήλυδες. (Φωτογραφίες: Μaynard Οwen και Wilhelm Τοbien τού Νatiοnal Geοgraphic).
Η πολυγλωσσία τού ιθ΄αιώνα
Χαρακτηριστικό
είναι το δημοσίευμα τού αμερικάνου εθελοντή Bolse στην εφημερίδα τής
Φιλαδέλφειας «Democratic Press» (φύλλο 13.12.1826), για το Ναύπλιο τού 1826: «Τα
καφενεία τής πόλης κατάμεστα από στρατιώτες, που παίζουν μπιλιάρδο ή
κουβεντιάζουν. Ούτε στην αρχαία Βαβυλώνα δεν ακούγονταν τόσες γλώσσες
όσες στο σημερινό Ναύπλιο.»
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τής πολυγλωσσίας στον ελλαδικό χώρο τον ιθ΄αιώνα αποτελεί η λαϊκή κωμωδία τού Δ. Βυζάντιου, «Βαβυλωνία».
Σε
μία σκηνή της, ένας αρβανίτης, που δεν καταλαβαίνει έναν κρητικό,
νομίζοντας πως ο τελευταίος τον έχει προσβάλλει, τον τραυματίζει με μια
πιστολιά.
Φτάνει η αστυνομία, γίνονται ανακρίσεις από επτανήσιο
αστυνόμο, ο οποίος παρά την ανακριτική του πείρα δεν τα καταφέρνει να
εξακριβώσει αν ο τραυματισμός τού κρητικού είναι κάζο πενσάτο (εκ
προμελέτης) ή ατσιντέντε (τυχαίο), επειδή ούτε αυτός καταλαβαίνει τους
μάρτυρες, ούτε οι μάρτυρες αυτόν.
Τα ρωμέικα
(νεοελληνικά) επιβλήθηκαν στους αλλόγλωσσους επήλυδες από την επίσημη
παρεχόμενη από τα κρατικά σχολεία παιδεία κι αποτέλεσαν το βασικό
πυλώνα ανάπτυξης τής εθνικής τους συνείδησης, τής ψευδαίσθησης δηλαδή,
περί τής δήθεν ευγενούς καταγωγής τους από τους αρχαίους έλληνες. Παρʼ
όλα αυτά, αρκετές γλώσσες ακόμα και σήμερα επιβιώνουν και μιλούνται
(αρβανίτικα, βλάχικα, ποντιακά κ.ά.).
Ο κοινός παρονομαστής
των επήλυδων στον ελλαδικό χώρο.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Zorba the Christian ).
Επίλογος
Οι
σημερινοί ελληνόφωνοι χριστιανοί κάτοικοι τού ελλαδικού χώρου δεν είναι
φυλετικοί απόγονοι ή πνευματικοί κληρονόμοι των αρχαίων ελλήνων, των
αθηναίων, τής δημοκρατίας, των φιλοσόφων κ.λπ..
Είναι επήλυδες,
βαλκάνιοι, ανατολίτες, βορειοαφρικανοί και όχι μόνον, ορθόδοξοι, με
έντονη ανάμειξη τής οθωμανικής κουλτούρας.
Έμαθαν να
επιβιώνουν σε αυτοκρατορίες δεσποτικές (βυζάντιο, τουρκοκρατία)
αναπτύσσοντας την υποκρισία, την κουτοπονηριά και πολλά άλλα ελαττώματα,
με σκέψη εντελώς διαφορετική από αυτή τού δυτικού κόσμου.
Βιβλιογραφία:
- Κυριάκου Σιμόπουλου: «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμοι 4, έκδ. «Στάχυ» και «Πιρόγα», Αθήνα, 2001.
- Κυριάκου Σιμόπουλου: «Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα τού ΄21», τόμοι 5, έκδ. «Στάχυ», Αθήνα, 1999.
- Δημήτρη Δημητρόπουλου: «Μαρτυρίες για τον πληθυσμό των νησιών τού Αιγαίου, 15ος-αρχές 19ου αιώνα», Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Αθήνα, 2004.
- F.W. Hasluck: «Depopulation in the Aegean islands», The annual of the British School of Athens, Vol. 17, pages 151-181.
Διαβάστε ακόμα στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Από τον Σπάτα και τον Τατόη, στο Χαλάνδρι και τη Λούτσα...
Περί τής μή ελληνικής καταγωγής των βλάχων
Είμαι βλάχος, δεν είμαι έλληνας!
Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!
Τα έθνη επινοούνται και κατασκευάζονται
Ο μύθος τής διατήρησης των «εθνικών» χαρακτηριστικών τού ελληνικού έθνους
theologos vasiliadis