ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΘΗΝΑ
Η αποποίηση μιας κληρονομιάς
Η
αντιστοιχία των διηγήσεων των περιηγητών με τα αρχαιολογικά ευρήματα
ζωντανεύουν και κάνουν χειροπιαστή τη ζωή στην οθωμανική Αθήνα. Ο υλικός
πολιτισμός παραπέμπει σε συνήθειες καθημερινές, δείχνει τις παραγωγικές
δραστηριότητες των κατοίκων, αναφέρεται στη διακίνηση προϊόντων, στο
παζάρι κ.λπ..
Οι αρχαιότητες, οι εκκλησίες και τα τζάμια
προσέλκυσαν στην πόλη αρχαιοδίφες, ρομαντικούς καλλιτέχνες, αλλά και
αρχαιοκάπηλους. Η συνύπαρξη ανάμεσα στις διαφορετικές θρησκευτικές και
εθνικές ομάδες και λαούς παρουσιάζονται μέσα από χειρόγραφα και
ζωγραφιές. Προύχοντες συμμετείχαν στα πολιτικά πράγματα. Δερβίσηδες και
καπουτσίνοι φρέρηδες συνυπήρχαν στο κέντρο της πόλης μαζί με τους
ευρωπαίους περιηγητές. Στις γιορτές τούρκοι, ρωμιοί, αρμένιοι και
αρβανίτες χόρευαν και τραγουδούσαν δίπλα–δίπλα φορώντας τα καλά τους.
Παρόλο,
που η οθωμανική Αθήνα παρουσιάζεται σαν ένα χωριό, οι ρωμιοί προύχοντες
δίψαγαν για μάθηση και κουλτούρα, ίδρυαν σχολεία και μελετούσαν την
ιστορία της ξακουστής τους πόλης. Πήλινα σκεύη φτιαγμένα στα εργαστήρια
του Κεραμεικού συναγωνίζονταν ιταλικά ή τούρκικα προϊόντα. Το λάδι, το
μέλι, το μετάξι, τα κεριά και το σαπούνι της Αθήνας ήταν περιζήτητα και
το παζάρι της πόλης ήταν γεμάτο ζωή. Οι κάτοικοι περνούσαν την ώρα τους
διαβάζοντας, πίνοντας καφέ και καπνίζοντας. Οι ευρωπαίοι ήταν πανταχού
παρόντες: πρόξενοι, πρέσβεις, ποιητές, καλλιτέχνες, φιλέλληνες και
επιστήμονες άλλοι μελετούσαν κι άλλοι χαρτογραφούσαν την Αθήνα.
Οι
οθωμανοί ήρθαν ειρηνικά στην πόλη, η οποία παραδόθηκε το 1458. Εκτός
από ευημερία τους πρώτους αιώνες έφεραν και νέα ήθη. Οι ρωμιοί
υιοθέτησαν τα ήθη τους κι άρχισαν να ζουν σαν ανατολίτες. Καρέκλες και
τραπέζια αντικαταστάθηκαν από χαμηλά έπιπλα. Μαχαιροπήρουνα δεν υπήρχαν
πια. Αντί για πιάτα τώρα σέρβιραν και μοιράζονταν το φαγητό σε μεγάλους
δίσκους. Προτιμούσαν να κάθονται κάτω, παρά σε καρέκλες. Φρόντιζαν οι
γυναίκες τους να μην κυκλοφορούν ακάλυπτες και ζούσαν χωριστή κοινωνική
ζωή από αυτές.
Η οθωμανική περίοδος όμως, ερμηνεύθηκε, κατ'
εξοχήν εθνοκεντρικά, από τη σκοπιά του «καταπιεσμένου» έθνους, και το
οθωμανικό κράτος παρουσιάστηκε αποκλειστικά ως ένας μηχανισμός
καταπίεσης. Η ιστοριογραφική αυτή παράδοση δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του
εθνικού κράτους, δεδομένου, ότι η ελληνική ιστοριογραφία, επηρεασμένη
από τα ρεύματα του ρομαντισμού και του θετικισμού, αλλά και από τον
θριαμβεύοντα εθνικισμό, αναπτύχθηκε ως εθνική ιστοριογραφία. Η
επιστημονική, ακαδημαϊκή ιστοριογραφία, αλλά και οι εκλαϊκευτικές μορφές
της, όπως είναι τα σχολικά εγχειρίδια, αναπαρήγαν το ίδιο σχήμα και
μέσα στον 20ό αιώνα. (Γ.Λ.)
Ευρήματα της οθωμανικής περιόδου
από τις ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας.
(Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
Το έργο του Edward Dodwell
Κατά
το 1801 και 1805/6, ο Edward Dodwell πραγματοποίησε δύο επισκέψεις στην
Ελλάδα, που τότε αποτελούσε τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. To 1819
δημοσίευσε το δίτομο βιβλίο του με τίτλο: «A classical and
topographical tour through Greece during the years 1801, 1805, and
1806», στο οποίο καταγράφει τις περιηγήσεις του ανά την Ελλάδα.
Το 1821 εκδόθηκε ένα δεύτερο βιβλίο, «Views in Greece from drawings by E. Dodwell». Τέλος, το 1834, ύστερα από το θάνατό του, κυκλοφόρησε η έκδοση «Views and descriptions of cyclopian, or, pelasgic remains, in Greece and Italy» με 131 έγχρωμα χαρακτικά, από τα οποία 71 αποτύπωναν ελληνικά τοπία. Σήμερα, στο Packard Humanities Institute (PHI) ανήκουν τα περισσότερα από αυτά τα έργα, δημοσιευθέντα και μη, που αποκτήθηκαναπό την οικογένειά του. Η Συλλογή Dodwell του ΡΗΙ αριθμεί 875 έργα σχέδια και υδατογραφίες αι συνιστά τη μεγαλύτερη γνωστή συλλογή έργων, που απεικονίζουν την Ελλάδα στις αρχές του 19ου αιώνα, στην τελευταία περίοδο πριν από τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Μερικά ακόμη έργα του εντοπίζονται διάσπαρτα σε διάφορα μουσεία (στο Βρετανικό Μουσείο, στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, στο Sir John Soaneʼs Museum, στο Μουσείο Μπενάκη) και σε ιδιωτικές συλλογές (περισσότερα από 200 έργα). |
Οθωμανική ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη.(18ος αι., Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
Στην
ένθετη εικόνα, το Γενί τζαμί ή της Μπέινας και το οθωμανικό
νεκροταφείο, που δεν υπάρχουν πια. Βρίσκονταν μεταξύ των σημερινών οδών
Βουλής, ναυάρχου Νικοδήμου, Θουκυδίδου
και Απόλλωνος. (Louis Dupré, 1819).
Η πανάρχαια πρακτική των λουτρών, συνώνυμη της υγείας και υγιεινής, απόλαυσης και ψυχαγω-
γίας, εξακολουθεί όλους τους αιώνες της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όταν όλες οι κοινωνικές
και θρησκευτικές ομάδες, αδιακρίτως, γίνονται δεκτές, συνυπάρχουν και συγχρωτίζονται στα
λουτρά, που βρίσκονται σε κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας.
Για τους μωαμεθανούς και τις μωαμεθανές η είσοδος στα λουτρά έχει μια πρόσθετη βαρύνουσα σημασία, καθώς η θρησκεία τους, τους υπαγορεύει την καθαριότητα και τον εξαγνισμό πριν εισέλθουν στα τεμένη τους να προσευχηθούν. Για τον λόγο αυτό οικοδομούνται επιβλητικά κτήρια.
Η
οικογένεια του Dodwell διέσωσε μια μεγάλη συλλογή από τα χειρόγραφά
του, τα οποία φυλάσσονται στην προγονική κατοικία στην κομητεία Sligo
της Ιρλανδίας. Με την απόκτηση των σχεδίων, το ΡΗΙ εξασφάλισε ταυτόχρονα
και αντίγραφα όλων αυτών των χειρογράφων. Τα έγγραφα καλύπτουν διάστημα
τρεισήμισι δεκαετιών, από το 1797 έως το 1831.
Louis Nicolas Philippe Auguste Compte de Forbin
(1777-1841).
Το Μνημείο του Φιλοπάππου με πλανόδιο καφετζή.
James Stuart και Nicholas Revett (1794).
Η Παζαρόπορτα. (Πύλη της Αρχηγέτιδος Αθηνάς) και η οικία του πρόξενου Gaspary. (James Stuart and Nicholas Revett,1808). |
Η ζωή του
Λιγοστά
στοιχεία είναι γνωστά για τη ζωή του. Ο Dodwell γεννήθηκε το 1767 ή
1777 στο Banbury του Essex ή το 1778 στο Λονδίνο. Έγινε δεκτός στο
πανεπιστήμιο το 1795, γεγονός, που υποδηλώνει, ότι η οικογένειά του ήταν
αρκετά εύπορη για να δύναται να καλύπτει τα δίδακτρα. Αποφοίτησε το
1800 με πτυχίο Β.Α. και σύντομα άρχισε να ταξιδεύει. Την εποχή που
ταξίδευε, πιθανότατα, το εισόδημά του να ανερχόταν σε περίπου 400
στερλίνες το χρόνο, ποσό, που του εκχωρούσε ο πατέρας του. Πέθανε στη
Ρώμη το 1832.
Edward Dodwell
(1767-1832).
Από
τα συγγράμματά του προκύπτει, ότι ήταν πράγματι ένας κλασικιστής, όπως
και ο ίδιος πίστευε για τον εαυτό του, με κύριους προσανατολισμούς του
έργου του στην αρχαιότητα και στην τοπογραφία του ελληνικού χώρου.
Παρόλα αυτά, οι καταβολές του Dodwell παραπέμπουν στο Διαφωτισμό.
Κατά τη διάρκεια των περιηγήσεών του τον απασχολούν ζητήματα ευρύτατης θεματολογίας: «Προφανής
σκοπός των ταξιδιών είναι η απόκτηση της μέγιστης δυνατής γνώσης και η
άντληση πληροφοριών για κάθε θέμα, που τυχόν βρεθεί στο διάβα μας». (Ημερολόγιο 1801, σελ. 59).
Ενδιαφέρεται
για την ενδυμασία και τα έθιμα των διαφόρων πληθυσμών που συναντά, τις
σχέσεις των τούρκων με τους έλληνες υπηκόους τους, την ιστορία, τον
πληθυσμό και το εμπόριο των σύγχρονων πόλεων της εποχής του. Στρέφεται
ακόμη και στη φυσική ιστορία: η πανίδα και η χλωρίδα έλκουν την προσοχή
του, σχολιάζοντας μύγες, σκορπιούς, πτηνά, ακρίδες, βατράχους,
οστρακοειδή, ψάρια, αλλά και βελανίδια, ελιές, τεράστια δέντρα, φυτά,
σύκα και καλαμιές. Κατά περίπτωση, παραθέτει επίσης σχόλια για την
ελληνική μουσική, τους χορούς, τους ορθόδοξους ιερείς, το «κακό μάτι»,
τα παιγνίδια έως και για την ιστορία των πληθυσμιακών δυσμορφιών.
Εκφράζει τη λύπη του, που δεν μπόρεσε να μελετήσει το ισχύον τότε
εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, καταφεύγοντας σε παλαιότερη πηγή, για
να καλύψει το θέμα.
Χορός των δερβίσηδων στον Πύργο των Αέρηδων.
Αυγά στρουθοκαμήλου κρέμονται από την οροφή, για να αποτρέψουν
το «κακό μάτι». (Edward Dodwell, 1805)
Συμπερασματικά,
οι σημειώσεις του διαφωτίζουν τόσο την αρχαιολογία του ελληνικού χώρου
όσο και τις επικρατούσες συνθήκες κατά την εποχή των ταξιδιών του.
Επιδεικνύει τον γνωστό ακαδημαϊκό ενθουσιασμό, όταν διορθώνει λάθη και
παραλείψεις προγενέστερων μελετητών.
Αθηναίος ρωμιός προύχοντας.
(Otto Magnus von Stackelberg).
Ο Μωάμεθ Β', ο οποίος ήταν αρκετά μορφωμένος, επισκέφτηκε την πόλη εκείνη τη χρονιά, προκειμένου να θαυμάσει τα περίφημα αρχαία μνημεία, που την κοσμούσαν. Η εντύπωση που του προκάλεσαν ήταν τεράστια. Αντιμετώπισε τους αθηναίους με επιείκεια παραχωρώντας τους ποικίλα προνόμια, όπως θρησκευτική ελευθερία και σχετική αυτοδιοίκηση.
Έτσι, σταδιακά η πόλη αναπτύχθηκε και πάλι, μετά την εξαθλίωση, στην οποία είχε περιπέσει κατά τη Φραγκοκρατία.
Βεβαίως,
ο Dodwell δεν ήταν ο πρώτος ευρωπαίος περιηγητής επί ελληνικών εδαφών.
Προηγήθηκε του μεγάλου περιηγητικού ρεύματος των δεκαετιών 1830 και
1840, αμέσως μετά την ελληνική επανάσταση και τη δημιουργία του νεότερου
ελληνικού κράτους. Τα ταξίδια του, που αποτυπώθηκαν τόσο σε γραπτά όσο
και σε ζωγραφικά έργα του ιδίου, αλλά και των Simone Pomardi και William
Gell, συγκαταλέγονται στις πλέον τεκμηριωμένες μαρτυρίες και συνθέτουν
μια συναρπαστική, μοναδική απεικόνιση της καθημερινής ζωής και των
περιηγήσεων στην οθωμανική Ελλάδα, ενώ παράλληλα προσφέρουν μια
ανεκτίμητη παρουσίαση της κατάστασης των ελληνικών αρχαιοτήτων εκείνη
την εποχή.
(Lambert de Vos, «16th-century ottoman costumes»).
Ταξιαρχών−Πετράκη) και πολλές εκκλησίες και παρεκκλήσια, όπου η λειτουργία τελούταν
τακτικά κι απρόσκοπτα. (Lambert de Vos, «16th-century ottoman costumes»)
Στο σχέδιο εικονίζεται (ευτραφής) ορθόδοξος επίσκοπος. (Otto Magnus von Stackelberg).
Σύμφωνα με την παρατήρηση του Hobhouse:
«Ο
αριθμός των χριστιανικών ναών είναι εκτός κάθε αναλογίας σε σχέση με
τον ελληνικό πληθυσμό: τριάντα έξι είναι συνεχώς ανοιχτοί και
λειτουργούν, υπολογίζοντας όμως και τα παρεκκλήσια, που είναι κλειστά,
εκτός από τις μέρες, που γιορτάζουν τους περίεργους αγίους τους,
υπάρχουν περίπου διακόσιοι τόποι λατρείας στην Αθήνα».
(John
Cam Hobhouse: «A journey through Albania and other provinces of Turkey
in Europe and Asia, to Constantinople, during the years 1809 and 1810,
James Cawthorn, Λονδίνο, 1813, σελ. 294).
Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα
Πολλές
διαφορετικές πηγές συνθέτουν μια γλαφυρή εικόνα των ταξιδιών στην
Ελλάδα αυτής της εποχής, που σίγουρα δεν ταίριαζαν σε λιπόψυχους. Τα
σχέδια και οι υδατογραφίες της συλλογής αυτής θα πρέπει να ιδωθούν υπό
το πρίσμα της ισχυρής θέλησης και της αποφασιστικότητας των περιηγητών
έναντι των αναρίθμητων δυσχερειών.
Ως ευρωπαίοι, είχαν
εξασφαλίσει ένα επίσημο έγγραφο (φιρμάνι) ή διαβατήριο από την Υψηλή
Πύλη στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο ήταν χρήσιμο αλλά και απαραίτητο
για να αντιμετωπισθούν −συχνά αποτελεσματικά− τούρκοι αξιωματούχοι, στις
περιπτώσεις που ήταν μη συνεργάσιμοι ή εχθρικοί. Σε καθημερινή βάση,
συστατικές επιστολές διακεκριμένων μελών των τοπικών κοινωνιών προς τους
περιηγητές διευκόλυναν την υποδοχή τους. Σε μερικές από τις μεγαλύτερες
πόλεις είχαν διοριστεί πρόξενοι, για τη διευκόλυνση των ξένων
ταξιδιωτών, ενώ στις μικρότερες το καθήκον της υποδοχής των επισκεπτών
και της ανεύρεσης καταλύματος έφερε συχνά κάποιος αξιωματούχος.
(William Page, 1794-1872).
Η
στέγαση των περιηγητών διέφερε σε μεγάλο βαθμό. Δυσμενείς άνεμοι,
βροχές με διάρκεια, ισχυρές χιονοπτώσεις επηρέαζαν, επίσης, τις
μετακινήσεις τους. Εντούτοις, είχαν να αντιμετωπίσουν και πιο σοβαρούς
κινδύνους, όπως την έξαρση των επιδημιών. Η άφιξή τους στην Αθήνα στις
26 Μαρτίου 1805 περιγράφεται ως εξής:
(Otto Magnus von Stackelberg).
Ρωμιά νύφη στολισμένη.
(Otto Magnus von Stackelberg).
Τώρα είχαμε να αντιμετωπίσουμε καινούργιες δυσκολίες. Αυτή τη φορά η τουρκική φρουρά μας υπέδειξε μία σπηλιά κοντά στην Πνύκα, όπου αξίωνε να περάσουμε δέκα ημέρες, προτού μας επιτρέψουν να εισέλθουμε στην πόλη. Έστειλα έναν αγγελιαφόρο στον εκπρόσωπο της Αγγλίας, στον κύριο Σπυρίδωνα Λογοθέτη, τον οποίο είχα γνωρίσει στο προηγούμενο ταξίδι μου, ζητώντας του να μεσολαβήσει, ώστε να απαλλαγούμε από την τωρινή μας περιπέτεια. Σύντομα εμφανίστηκε αυτοπροσώπως και αμέσως τον αγκάλιασα, λέγοντας του ότι, εάν θα έπρεπε να τεθώ σε καραντίνα, τότε θα έπρεπε και εκείνος να της υπομείνει μαζί μου, αφού είχαμε έρθει σε στενή επαφή. Μετά ταύτα, ο συνετός Άρχοντας, έχοντας πεισθεί, ότι η άνεσή μου ταυτιζόταν με τη δική του και λαμβάνοντας σοβαρά υπ' όψη του την εγκυρότητα του υγειονομικού μου δελτίου, διεμήνυσε στον Βοεβόδα και κατάφερε, με τη βοήθεια μιας μικρής δωροδοκίας, να εξασφαλίσει και πάλι την είσοδό μου εντός των τειχών αυτής της σεβάσμιας πόλης, ύστερα από απουσία τριάμισι και πλέον χρόνων. (TTG, τόμ Α΄, σελ. 287).
Η είσοδος του Πύργου των Αέρηδων,
που λειτουργούσε σαν τεκές μεβλεβήδων δερβίσηδων.
Ήταν γνωστός σαν τεκές του Ιμπραήμ Εφέντη ή Μπραΐμη.
(Edward Dodwell, 1805).
Κίνδυνοι,
επίσης, υπήρχαν στη θάλασσα από τους πειρατές και στη στεριά από τους
ληστές. Εν γένει, οι ευρωπαίοι ταξίδευαν έφιπποι, διανύοντας κατά μέσο
όρο τρία μίλια την ώρα. Οι αποστάσεις υπολογίζονταν σύμφωνα με τον
απαιτούμενο χρόνο βάσει του συγκεκριμένου μέσου όρου και συνέπιπταν με
εκείνες, που είχαν καταγραφεί από τον Παυσανία και τον Στράβωνα.
Συνήθως
ταξίδευαν μαζί με δύο ή τρεις υπηρέτες / συντρόφους και μίσθωναν, σε
κάθε στάση του ταξιδιού, τουλάχιστον πέντε άλογα για τους ίδιους και για
τη μεταφορά των αποσκευών τους −περιλαμβάνονταν πτυσσόμενα κρεβάτια,
στρώματα, σκεπάσματα και μεταφερόμενη φωτογραφική συσκευή (camera
obscura)− με τη συνοδεία ενός αγωγιάτη, που επέστρεφε με τα άλογα.
(Edward Dodwell).
Έδινε πρόσβαση προς τα χωριά, που βρίσκονταν στα Μεσόγεια και προς την
Κηφισιά, την Πεντέλη και τον Μαραθώνα. Ήταν κατασκευασμένη από τρεις
μαρμάρινες στήλες από το Αδριάνειο υδραγωγείο και έφερε λατινική
επιγραφή. Το όνομα Μπουμπουνίστρα το πήρε από την ομώνυμη πηγή, που
βρισκόταν δίπλα της, εντός των τειχών, τα νερά της οποίας
«μπουμπούνιζαν», καθώς κατέβαιναν με ορμή από τους Αμπελόκηπους.
Ήταν μια από τις πολλές βρύσες, που είχαν κατασκευάσει οι οθωμανοί.
Βέβαια,
τα μίλια που διένυαν καθημερινά διέφεραν κατά πολύ. Eξαρτιόταν από τις
τοπιογραφικές απόψεις, που επέλεγαν να αποτυπώσουν, και από το
ενδιαφέρον τους για τις αρχαιολογικές θέσεις, που κάθε φορά
επισκέπτονταν. Πολύ συχνά απεικόνιζαν τοπία κατά τη διάρκεια της
μετακίνησής τους. Εκτός από σχέδια αρχαιοτήτων, κατ΄επανάληψη ζωγράφιζαν
τοπία μονάχα για το φυσικό τους κάλλος.
Την εποχή, που ο Dodwell
επισκέφθηκε την Ελλάδα, τον πληθυσμό της αποτελούσαν κυρίως έλληνες,
τούρκοι, αλβανοί και εβραίοι. Μερικά χωριά κατοικούνταν από διάφορες
πληθυσμιακές ομάδες, ενώ σε άλλα υπερτερούσε μία εθνότητα. Ο Dodwell
εξέφραζε ανάμεικτα συναισθήματα για ανθρώπους, που συναντούσε στις
ταξιδιωτικές περιπλανήσεις του: από θαυμασμό και ενθουσιασμό έως
απογοήτευση και περιφρόνηση.
(James Stuart and Nicholas Revett: «The Antiquities of Athens,
1762 and 1790»).
Υπήρχε
ένα ολόκληρο χωριό στην Ακρόπολη της τελευταίας οθωμανικής περιόδου, με
παραδοσιακά σπίτια, που τα βλέπεις σε όλους τους παλιούς πίνακες. Όπως
και τα τείχη με τις πολεμίστρες, που έκτισαν οι σταυροφόροι γύρω από την
Ακρόπολη.
Με
κυρίαρχη ιδεολογία το φιλελληνισμό της βαυαρικής σχολής, πρώτο μέλημα
είναι να σβηστεί το οθωμανικό παρελθόν της Ελλάδας. Στη θέση του θα
προβληθεί η αρχαία Ελλάδα. Στην Αθήνα, όπως και σε κάθε γωνιά της χώρας
βλέπουμε τα απομεινάρια ενός κόσμου, ο οποίος φαίνεται να διαλύθηκε στα
εξ ων συνετέθη αιφνίδια και με μεγάλη βιαιότητα. Όλα τα ίχνη μιας
ιστορίας εκατοντάδων ετών έχουν εξαφανισθεί.
Η
Ακρόπολη έχει «καθαριστεί» από πολλά στοιχεία και χρειάζονται οι
γνώσεις ενός ειδικού, για να μάθουμε τι έχει αφαιρεθεί. Δεν έφυγαν μόνον
οι άνθρωποι, αλλά έφυγαν και τα μνημεία, που μαρτυρούσαν την παρουσία
τους. Στην Ελλάδα υπήρχαν πολλά τζαμιά και μιναρέδες, αλλά σήμερα,
δύσκολα εντοπίζεις τα ίχνη τους.
Η
Ελλάδα έπρεπε να είναι η εικόνα, που είχε η Δύση γιʼ αυτήν. Αυτή είναι η
εικόνα, που θέλουμε να δημιουργήσουμε. Άρα το μοντέλο είναι το μεγαλείο
της κλασικής περιόδου. Έτσι, αν φτιάξεις την Αθήνα, χρειάζεται να
κτίσεις ένα νεοκλασικό πανεπιστήμιο, ένα νεοκλασικό παλάτι κ.λπ.. Το
σύγχρονο κράτος έφτιαξε σκόπιμα την «ιστορία» του.
Οι αρχαιότητες
Δεκάδες
αρχαιολογικές θέσεις επισκέφθηκαν και κατέγραψαν οι Dodwell, Gell και
Pomardi κατά τη διάρκεια των περιηγήσεων τους. Ο Dodwell παρουσιάζει
αυτές τις τοποθεσίες με ένα σχεδόν παρόμοιο τρόπο, αν και δεν ακολουθεί
πάντοτε την ίδια σειρά. Μια συνηθισμένη, τυπική έκθεσή του περιλαμβάνει:
περιγραφή της υπαίθρου κατά τη διαδρομή, την τοπογραφία της περιοχής,
τις αρχαίες πηγές, περιγραφή τυχόν ερειπίων και σύντομη αναφορά σε
σχετικά νομίσματα.
οι επιδρομές των αρναούτηδων.
(Jacob Spon, 1689).
που βρισκόταν στην αρβανίτικη συνοικία της Πλάκας.
Ο
Dodwell εκδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα τείχη και τα είδη της
τειχοδομίας, θεωρείται δε από τους πρώτους, που προσπάθησαν να
καθιερώσουν την τυπολογία τους. Αναμφίβολα, πολλοί αρχαιολογικοί χώροι
είναι σήμερα περισσότερο γνωστοί, λόγω των ανασκαφών, που
πραγματοποιήθηκαν εν συνεχεία, όμως κάποιοι άλλοι περιελάμβαναν μνημεία,
που τότε ήταν καλύτερα διατηρημένα σε σχέση με τη σημερινή εποχή. Το
χορηγικό μνημείο του Θρασύλλου στην Αθήνα παρέμενε σχεδόν ακέραιο το
1805, πριν από την καταστροφή του στις πολιορκίες της Ακρόπολης τη
δεκαετία του 1820.
Σποραδικά καταγράφει αρχαιότητες, που
ενσωματώθηκαν στις ανάγκες της καθημερινής ζωής και στον περιβάλλοντα
χώρο τους: η Ακρόπολη καλυπτόταν από σπίτια, το μνημείο του Λυσικράτη
αποτελούσε τμήμα της μονής των καπουτσίνων μοναχών, η βιβλιοθήκη του
Αδριανού, ο Παρθενώνας. Απαριθμεί, επίσης, περιπτώσεις καταστρεπτικών
επεμβάσεων σε αρχαιολογικούς χώρους.
Η δυτική πλευρά του Παρθενώνα και το Ερέχθειο. (Edward Dodwell).
Γιορτή στην Αθήνα με τη συμμετοχή ρωμιών,
οθωμανών, αρβανιτών, αρμένηδων κ.ά.. (Edward Dodwell).
Συλλέγοντας και ανασκάπτοντας
Ο
Dodwell υπήρξε και ο ίδιος ενθουσιώδης συλλέκτης και απέκτησε πολλά
αρχαία αντικείμενα ενόσω ήταν στην Ελλάδα. Από την Αθήνα απέκτησε ένα
ξύλινο εμπόλιο (συνδετικός κύβος για τη στερέωση των σπονδύλων των
κιόνων), που προερχόταν από τα Προπύλαια και μία μαρμάρινη κεφαλή από το
δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα. Πιο συχνά αναζητούσε νομίσματα, τα οποία
αγόραζε κατά τις επισκέψεις του. Παράλληλα με τις αγορές του,
περιστασιακά διενεργούσε και ανασκαφές.
Ο Dodwell ήταν επίσης
συστηματικός συλλέκτης πετρωμάτων και ορυκτών. Μολονότι αυτό το
ενδιαφέρον του δεν αποτυπώνεται στα δημοσιευμένα έργα του για την
Ελλάδα, τα ημερολόγια του είναι γεμάτα από αναφορές σε πετρώματα, που
συγκέντρωσε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, καθώς και από διευθύνσεις
εμπόρων ορυκτών.
Το τζαμί στον Παρθενώνα.
Chr. Hansen (1836).
Ο Simone Pomardi και τα σχέδια
Στο
ταξίδι του 1805/6 στην Ελλάδα, ο Dodwell συνοδευόταν από τον ιταλό
καλλιτέχνη Simone Pomardi. Επρόκειτο για μια κοινή συμφωνία, που
συνηθιζόταν σε εκείνη την προ των φωτογραφικών μηχανών και των
επιστολικών δελταρίων εποχή. Συχνά οι επισκέπτες της Ελλάδας έπαιρναν
μαζί τους έναν καλλιτέχνη, για να απεικονίσει τα ταξίδια τους. Η φήμη
του Pomardi, μαζί με την επιδεξιότητα, το ενδιαφέρον και την εμπειρία
του στην απόδοση αρχαίων μνημείων, καθώς και η εξαιρετική ικανότητά του
στην τοπιογραφία, πρέπει να συνέτειναν στην απόφαση του Dodwell να τον
προσλάβει για το δεύτερο ταξίδι του στην Ελλάδα.
(C.v.Heydeck, 1835).
(Du Moncel, 1843- 1845).
Ο Elviya Çelebi ανέφερε, πως στην εποχή του υπήρχαν 105 μαγαζιά στην αγορά
της Αθήνας.
βρισκόταν βόρεια από τους Αέρηδες.
Κτίστηκε το 1721 από κάποιον Χατζή Μεχμέτ. Στην εποχή του Όθωνα και του Γεωργίου του Α'
χρησιμοποιείτο σαν φυλακή και τόπος εκτέλεσης. Μάλιστα, στους κλάδους του αιωνόβιου πλατάνου στην αυλή του γίνονταν απαγχονισμοί καταδίκων. Κατεδαφίστηκε το 1898.
(Théodore Du Moncel, 1843-1845).
κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης. (Simone Pomardi, 1805).
(Josef Thürmer, 1819).
Οι
Dodwell και Pomardi, εκτός από τα ελεύθερα σχέδιά τους, χρησιμοποιούσαν
μια φορητή camera obscura, την πρώιμη φωτογραφική μηχανή, που ήδη ήταν
γνωστή εκείνη την εποχή. Το φως εισερχόταν σε έναν σκοτεινό θάλαμο από
μια πολύ μικρή οπή, στην οποία είχε προσαρμοσθεί ένας φακός. Tο είδωλο,
που δημιουργείτο προβαλλόταν σε μια επιφάνεια, από την οποία μπορούσε να
ιχνογραφηθεί. Ως εκ τούτου, οι εικόνες ήταν κατά μία έννοια
«φωτογραφικές» ως προς την ακρίβειά τους και, συνεπώς, συνιστούσαν
αξιόπιστα τεκμήρια για τοπία και ερείπια.
Στη διάθεσή τους
είχαν τουλάχιστον δύο διαφορετικούς φακούς − ο ένας ευρυγώνιος.
Παραμένουν αδιευκρίνιστες οι διαστάσεις αυτής της συσκευής, όμως το
κάλυμμα, που την περιέβαλε, για να δημιουργείται ο απαραίτητος σκοτεινός
θάλαμος, το οποίο ήταν τόσο μεγάλο, που χρειαζόταν ένα υποζύγιο για τη
μεταφορά του. Οι Dodwell και Pomardi εναλλάσσονταν στη σχεδίαση των
έργων μεγάλης κλίμακας. Από τα μεγαλύτερα σχέδια είναι μία σειρά από
πανοράματα, απόψεις 360 μοιρών, που λαμβάνονταν από ένα κατάλληλο υψηλό
σημείο. Άλλοτε αποτυπώνονταν σε τέσσερα ξεχωριστά φύλλα, άλλοτε τα
συγκολλούσαν με το συνολικό μήκος τους να φθάνει τα τέσσερα μέτρα.
συνοικιακά μεστζίντ, μικρά δηλαδή μουσουλμανικά τεμένη.
Παραπάνω
από δώδεκα χρόνια μεσολάβησαν μεταξύ της λήψης των απόψεων στην Ελλάδα
και της πρώτης εμφάνισής τους σε έντυπη μορφή. Είναι δεδομένο, ότι κατά
τη διάρκεια αυτών των χρόνων οι Dodwell και Pomardi εργάστηκαν στη Ρώμη
για την προετοιμασία των έργων προς έκδοση δημιουργώντας αντίγραφα και
διαφορετικές εκδοχές, τοποθετώντας τα έργα σε πλαίσια και επιγράφοντάς
τα. Συνεργάστηκαν με κάποιον, ο οποίος διόρθωνε στα σχέδια πεδίου τις
παραμορφώσεις των κτισμάτων, που είχαν προκληθεί από τη χρήση της camera
obscura.
Οι μέθοδοι αποτύπωσης και αντιγραφής των σχεδίων
αναδεικνύουν τις δύο διακριτές και διαφορετικές τάσεις, που διέπουν και
τα κείμενα του Dodwell: τον ρεαλισμό και τον ρομαντισμό. Οι
απεικονίσεις, που δημιουργήθηκαν με τη βοήθεια της camera obscura
επέβαλαν έναν ασυνήθιστο ρεαλισμό και ακρίβεια στην απόδοση τόσο των
τοπίων όσο και των μεμονωμένων κτηρίων. Από την άλλη, οι πολυάριθμες
αχνές σημειώσεις με μολύβι, σε ιταλικά και αγγλικά, σχετικά με τα
χρώματα καταδεικνύουν, ότι οι ολοκληρωμένες υδατογραφίες δημιουργήθηκαν
στο εργαστήριο και όχι σε εξωτερικό χώρο.
Δυο ιερείς αναπαύονται στον προ των αρχαιοτήτων χώρο, ενώ δυο αγρότες σκύβουν
και φιλούν το χέρι τους κατά το έθιμο.
(Köllnberger,1838).
(James Stuart και Nicholas Revett).
Διακρίνεται ο Μεντρεσές.
(William Cole, 1833).
(Σχέδιο του Louis Dupré).
(Γκραβούρα σε σχέδιο H.W. Williams χαραγμένη από τον William Miller,
1829).
Η
ευαισθησία του Dodwell στις επιδράσεις του χρώματος αποκαλύπτεται στο
ακόλουθο απόσπασμα από την περιγραφή του Παρθενώνα: Το μεγαλύτερο τμήμα
του Παρθενώνα, που κάποτε ακτινοβολούσε από τη σκληρή, αλλά υπέροχη
λαμπρότητα του πεντελικού μαρμάρου, καλύπτεται τώρα από τη θερμή και
απαλή απόχρωση της φθινοπωρινής δύσης. Το σύνολο της δυτικής όψης έχει
αποκτήσει στο πέρασμα του χρόνου μια λεπτή επικάλυψη, με σκούρες και
ζωηρές τονικότητες της ώχρας. Η ανατολική όψη προβάλλει ακόμη πιο
ζωντανή. Ορισμένα τμήματα των κιόνων είναι σχεδόν μαύρα, γεγονός, που
μάλλον οφείλεται στον καπνό κάποιων γειτονικών κατοικιών. Το χρώμα όμως
που επικρατεί, είναι ένα κοκκινωπό κίτρινο διαφορετικών τόνων: οι πιο
σκούρες αποχρώσεις χρωματίζουν τα κιονόκρανα και τις φωτιές.
Θερμότερους
τόνους έχουν τα επιστύλια και το μέσον των κιόνων, ενώ οι πιο ανοιχτές
αποχρώσεις απλώνονται στη βάση. Η νότια πλευρά του ναού φέρει έναν πολύ
ελαφρύ χρωματισμό. Σε ορισμένα σημεία το μάρμαρο πράγματι διατηρεί
σχεδόν την αρχική του λευκότητα. Η βόρεια πλευρά, η πιο σκοτεινή, καθώς
δέχεται τις ακτίνες του Ήλιου μόνο τη δύση, έχει μια ψυχρή απόχρωση και
σε ορισμένα σημεία καλύπτεται ανεπαίσθητα από σκουροπράσινες λειχήνες.
(TTG, τόμ. A', σελ. 344).
Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν οι φυλές, αλλάζουν οι άνθρωποι, αλλά η ταλιμπανιά δεν μπορεί να ξεριζωθεί από τα μυαλά τους είτε Ασκληπιό την ονομάζουν, είτε Άη Γιάννη, είτε Αλλάχ...
Ακολουθώντας τα ίχνη των σχεδίων
Κατά
μία έννοια, ο εντοπισμός της θέσης από όπου φιλοτεχνήθηκε κάθε έργο
θεωρείται σχετικά απλός. Τα προσχέδια είναι γενικά ακριβή, αν και
συγκρίσεις με τα σωζόμενα μνημεία φανερώνουν περιορισμένης κλίμακας
καλλιτεχνικές επεμβάσεις. Τα πιο ολοκληρωμένα έργα, όπως έχει ήδη
σημειωθεί, πολλές φορές δημιουργήθηκαν με τη χρήση της camera obsura
και, παρά τις παραμορφώσεις, η απόδοση των βασικών χαρακτηριστικών του
τοπίου σχεδόν αγγίζει τη φωτογραφική ακρίβεια. Ο συσχετισμός λόφων,
βουνών, υδάτινων όγκων και άλλων συναφών στοιχείων βοηθά στην προσέγγιση
της αρχικής θέσης παρατήρησης και εκτέλεσης. Επιπλέον, οι σημειώσεις
περιθωρίου, που προστέθηκαν στα ολοκληρωμένα έργα, περιγράφουν πλείστες
ιδιαιτερότητες του τοπίου και πολλές φορές προσφέρουν ακριβή στοιχεία
προσανατολισμού.
τον τόπο κατοικίας μελών της οθωμανικής φρουράς της πόλης.
Ο δισδάρης (dizdar) ήταν ο φρούραρχος του κάστρου της Ακρόπολης
ή αγάς του κάστρου, όπως τον αποκαλούσαν.
Πιο πέρα διακρίνεται ο ναός της Παναγίας στην Πέτρα,
πρώην Αγροτέρας Αρτέμιδας, υλικά του οποίου χρησιμοποιήθηκαν
και για την ανέγερση του τείχους των Αθηνών γύρω από την Ακρόπολη.
(James Stuart, 1751-1753).
Συνήθως,
το να φθάσει κανείς στη θέση, από την οποία έγινε η απεικόνιση, δεν
είναι δύσκολο. Ωστόσο, ορισμένοι παράγοντες καθιστούν το εγχείρημα της
σημερινής αποτύπωσης του ίδιου φυσικού τοπίου −φωτογραφικά ή με νέα
σχέδιο− μια μάταιη υπόθεση. Οι δύο αιώνες, που έχουν μεσολαβήσει, έχουν
προσθέσει πολλαπλά εμπόδια σε μια απρόσκοπτη, αδιάλειπτη θέα.
Πρώτος
παράγοντας είναι η εντυπωσιακή ανάπτυξη της βλάστησης, καλλιεργημένης
και μη, η οποία σήμερα καλύπτει πλέον μεγάλο τμήμα της σύγχρονης
Ελλάδας. Δεύτερος, κατά σειρά, παράγοντας είναι η αύξηση του πληθυσμού
και η σύγχρονη επέκταση σχεδόν κάθε χωριού και πόλης, που επισκέφθηκαν
οι περιηγητές. Τρίτη αιτία είναι η μόλυνση της ατμόσφαιρας και η
υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα.
Μία
τελευταία μεταβολή επιδρά σημαντικά στον εντοπισμό των αρχικών απόψεων,
αλλά μόνο κατά περίπτωση στην ποιότητά τους. Έως τα μέσα του 20ού
αιώνα, οι περισσότεροι δρόμοι στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και
εκείνων, που διέσχισαν οι Dodwell και Pomardi, ακολουθούσαν προηγούμενες
διαδρομές, οι περισσότερες εκ των οποίων παραπέμπουν ευθέως στην
αρχαιότητα.
Σταδιακά, με την ανάπτυξη, που συνεπαγόταν και η
πλήρης ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1979, σε συνδυασμό με τη βελτίωση
των υποδομών, λόγω της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004,
σημειώθηκε μια άνευ προηγουμένου εντυπωσιακή αύξηση στις κατασκευές του
οδικού δικτύου. Πολλές αρχαίες οδοί άμεσα αχρηστεύθηκαν και
εγκαταλείφθηκαν, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την προσέγγιση σε εκείνες
τις παλαιότερες τοποθεσίες. Επιπλέον, ορισμένοι από τους νέους δρόμους
έχουν καταστρέψει τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά, που απεικονίζονται στα
σχέδια.
Όλες αυτές οι περιβαλλοντικές αλλαγές καθιστούν, επομένως, αυτήν τη σειρά έργων ένα ακόμη πιο πολύτιμο εργαλείο στην τεκμηρίωση των τοπίων, που έχουν θαυμάσει πολλές γενιές, μία μοναδική μαρτυρία εκείνων των παλαιότερων χρόνων.
Σημειώσεις:
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί μεταφρασμένη περίληψη διάλεξής του με τίτλο «Ottoman Athens, 1458-1833», που έδωσε στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη στις 10 Φεβρουαρίου 2015.
Η εικονογράφηση, ο πρόλογος και οι υπότιτλοι (μπλε γράμματα) έγιναν με μέριμνα
της «Ελεύθερης Έρευνας».
Το παραπάνω άρθρο αποτελεί
μέρος του Αφιερώματος:
1821: Η αποστασία των ρωμιών
Διαβάστε ακόμα
στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
- Η άρνηση του οθωμανικού παρελθόντος μας (Εντελώς στρεβλωμένη παρουσιάζεται από την «εθνική» ιστοριογραφία η εικόνα του ελλαδικού χώρου κατά την οθωμανική περίοδο)
- Ποια 400 χρόνια; Ποια σκλαβιά; (Όταν η μια μετά την άλλη οι πόλεις του ελλαδικού χώρου καλωσόριζαν τους τούρκους ως ελευθερωτές)
- Αλληλοσεβασμός στους «επουράνιους» (Ρωμιοί σε τζαμιά, μουσουλμάνοι σε εκκλησίες. Κοινοί μεταφυσικοί φόβοι, λατρεία και δεισιδαιμονίες κατά την οθωμανική περίοδο)
- Η ανώμαλη προσγείωση των φιλελλήνων (Έρχονταν για να βοηθήσουν, αλλά με το που κατέβαιναν στο λιμάνι, τους λήστευαν οι ίδιοι οι ρωμιοί)
- Με τα σκεπάρνια της Ρωμιοσύνης (Το διαχρονικό «ες έδαφος φέρειν» των ρωμιών εναντίον των αρχαίων ελληνικών οικοδομημάτων και τεχνέργων)
- Το έθνος και τα ερείπιά του (Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα)
Δείτε:
την
έκθεση «Οθωμανική Αθήνα, 1458-1833» (έως 30/6/2015) στη Γεννάδειο
Βιβλιοθήκη με τη συμμετοχή των μουσείων Μπενάκη και Πόλεως των Αθηνών.
theologos vasiliadis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου